Δεν υπάρχει επέτειος που να με συγκινεί τόσο όσο η επέτειος των γεγονότων στο Πολυτεχνείο. Θα μπορούσε να είναι η παιδική μνήμη με τα τραγούδια που τα άκουγα και ανατρίχιαζα ή το σύνθημα «Το Πολυτεχνείο ζει, έξω οι αμερικανοί», που φώναζα για πολλά χρόνια πάνω στους ώμους του θεόρατου Μάρκου, ανάμεσα σε κόκκινες σημαίες. Νομίζω ότι μεγαλώνοντας, αντιλήφθηκα τη σημασία του, το μέγεθος του αγώνα αυτού και ποτέ στην ενήλικη ζωή μου –από φοιτήτρια και μετά εργαζόμενη- δεν έχασα πορεία, σε όποιο μέρος της χώρας κι αν βρισκόμουν. Κυρίως γιατί συνειδητοποίησα ότι αν είχα γεννηθεί είκοσι χρόνια νωρίτερα, δεν θα μπορούσα να μιλάω ελεύθερα, να ζω ελεύθερα, να συμμετέχω σε «ύποπτες συνάξεις» ή να αντιδρώ στην καταπίεση δίχως τον φόβο της φυλάκισης, του βασανισμού ή ακόμα και του θανάτου.
Η διαστρέβλωση ή η σκόπιμη απόκρυψη της ιστορίας από μέρος του συστήματος και του συντηρητικού συρφετού ότι δεν υπήρξαν νεκροί, ότι το Πολυτεχνείο έφερε τον Ιωαννίδη, ότι το Πολυτεχνείο είναι η αφήγηση των ηττημένων κομμουνιστών, των αναρχοάπλυτων και το ψεύδος της τελευταίας σοβιετίας της Ευρώπης, όσο κι αν επιχειρήθηκε, δεν κατόρθωσε να τραυματίσει την μεταπολίτευση και τη δημοκρατία που εδραιώθηκε με τον αγώνα εκείνων των φοιτητών, εκείνων των μαθητών, εκείνων των εργαζόμενων.
Ο συγγραφέας Πέτρος Μάρκαρης, στο βιβλίο του «Ο Τσε αυτοκτόνησε», βάζει έναν από τους ήρωες να λέει ότι τελικά η Χούντα νίκησε, αναφερόμενος σε ανθρώπους που αγνόησαν τους αγώνες τους ενάντια στη δικτατορία των συνταγματαρχών, και εκμεταλλεύτηκαν πλήρως μετά το αστικό σύστημα, βγάζοντας χρήμα, κερδίζοντας δόξα και ασκώντας εξουσία. Το ίδιο λέει και σήμερα ένας δημοσιογραφικός εσμός που δείχνει με το δάχτυλο πρώην υπουργούς, βουλευτές και επιτρόπους που συμμετείχαν στο Πολυτεχνείο και άλλαξαν πουκάμισο, διαγράφοντας με τη επιλογή τους όλα τα ιδανικά στα οποία πίστευαν και υπηρετώντας με ζέση τις επιταγές της εξουσίας.
Το ίδιο επίσης προσπαθούν και οι ακροδεξιοί υπουργοί της κυβέρνησης μιλώντας «γλυκά» για το μονοπώλιο της κρατικής βίας απέναντι στους φοιτητές που εξεγείρονται –ας βάλουμε ένα τέλος στα ταραχοποιά στοιχεία! ή με τους «προοδευτικούς» υπουργούς που καλύπτουν τα όργια καταστολής της αστυνομίας.
Σαράντα έξι χρόνια μετά η κυβέρνηση, με την εισβολή –φοριέται η λέξη τελευταία- των ΜΑΤ στην ΑΣΟΕΕ, με τα τερατώδη ψέματα από το στόμα της «άριστης» για όπλα του συριακού στρατού στα υπόγεια του πανεπιστημίου, με το ξύλο και τα βρισίδια, με τις προσαγωγές και με τη λοιδορία των νέων παιδιών, έβγαλε τη μνήμη του Πολυτεχνείου από το μουσείο, όπου προσπάθησε μάταια να την κλείσει.
Σαράντα έξι χρόνια μετά, οι φοιτητές και οι φοιτήτριες ετοιμάζονται να κατέβουν στον δρόμο βλέποντας στην ιστορική μνήμη μια δική τους πραγματικότητα: αυτή του αυταρχισμού και της καταστολής, της απαξίωσης των σπουδών τους, της επιχείρησης σύνθλιψης της ελευθερίας των ιδεών, της επικράτησης της ρητορικής μίσους, της αναζήτησης ψωμιού όταν θα πάρουν το πτυχίο τους. Μαζί με αυτούς και αυτές, θα είμαστε και εμείς εκεί. Πίσω από τα παιδιά μας. «Εδώ Πολυτεχνείο! Εδώ ΑΣΟΕΕ!». Θα είμαστε εκεί όπου κόσμος μπορεί να πάρει ξανά μπροστά.