Έμεινε αποσβολωμένος να κοιτάει την οθόνη του υπολογιστή. Μόλις είχε τελειώσει την τηλεδιάσκεψη με τους υπευθύνους του υπουργείου υγείας. Οι αριθμοί που του ανακοινώθηκαν τον είχαν σοκάρει. Μέσα στην επόμενη εβδομάδα η χώρα θα είχε 200,000 επιβεβαιωμένα κρούσματα και 25,000 θανάτους. Άδεια κρεβάτια δεν υπήρχαν πλέον σε κανένα νοσοκομείο της χώρας, πόσο μάλλον στις ΜΕΘ. Γήπεδα μπάσκετ, εκθεσιακοί χώροι ακόμα και παλιά εργοστάσια είχα όλα μετατραπεί σε πρόχειρα νοσοκομεία που λειτουργούσαν με εθελοντές. Οι οποίοι μετά από 3-5 ημέρες εθελοντισμού κατέληγαν κι αυτοί σε κάποιο από τα κρεβάτια. Οι ασθενείς πέθαιναν με ταχύτατους ρυθμούς, πολύ πιο γρήγορα από κάθε άλλη χώρα. Αλλά δε γινόταν αλλιώς. Αναπνευστήρες δεν υπήρχαν ούτε για δείγμα. Η αδύναμη και συνεχώς υποτιμούμενη δραχμή ήταν αδύνατο να τους αγοράσει.
Συνέχιζε να κοιτάει την οθόνη του υπολογιστή με τις διαφόρων ειδών σκέψεις του να στήνουν μάχη στο μυαλό του για το ποια θα το κερδίσει. Φοβόταν. Φοβόταν πως θα κατηγορούσαν αυτόν. «Να δεις που θα πούνε ότι δεν ενήργησα γρήγορα. Πως άφησα τον ιό να τρέξει στη χώρα πριν λάβω μέτρα. Και πως δεν διαχειρίστηκα σωστά την κατάσταση» σκέφτηκε. Πως κόσμος πέθαινε στους δρόμους και αυτός δεν έκανε τίποτα. Ήδη είχαν αρχίσει να σχολιάζουν στα κοινωνικά δίκτυα και να τον κατηγορούν. Όχι ότι ήταν ψέμματα πως υποτίμησε την κατάσταση. Θεώρησε πως δραματοποιούσαν τα πράγματα τα μέσα μαζικής επικοινωνίας που έκαναν πλάτες στην αντιπολίτευση. Τα “τσοντοκάναλα” όπως τα αποκάλεσε και στην χθεσινή συνέντευξη για άλλη μια φορά ο υπουργός υγείας. Ακούμπησε στο αριστερό μέρος του κάτω χείλους του τον έρπη. Πρώτη φορά του εμφανίστηκε μετά το 2015. Κοίταξε την αναφορά με τους επίσημους αριθμούς προσβεβλημένων και νεκρών. 40,000 προσβεβλημένοι και 4,000 νεκροί. Τι να έκανε; Δε μπορούσε να τους ανακοινώσει όλους. Δε θα μπορούσε να σταθεί πουθενά. Ήδη με τους επίσημους αριθμούς κυβερνούσε τη νούμερο ένα χώρα στην Ευρώπη σε κρούσματα και νεκρούς αναλογικά με τον πληθυσμό. «Πάλι καλά που έχω κηρύξει εδώ και μία εβδομάδα απαγόρευση κυκλοφορίας και δε μπορεί κόσμος να κατευθυνθεί προς τη βουλή» σκέφτηκε. Το μέγαρο Μαξίμου ήταν ούτως ή άλλως αποκλεισμένο με κλούβες της αστυνομίας.
Όμως το ένιωθε πως κάτι δεν πήγαινε καλά, το αισθανόταν. Φοβόταν για το κεφάλι του. Για δεύτερη φορά μετά το 2015 φοβόταν πραγματικά. Γι αυτό και πήρε αυτήν τη απόφαση. Κοίταξε για πολλοστή φορά την ομιλία του για το διάγγελμα. Η ματιά του έπεσε και πάλι στην παράγραφο την οποία ο ίδιος είχε προσθέσει:
«Όπως ένας πρώην υπουργός άμυνας είχε πει πριν μερικά χρόνια, την εσωτερική ασφάλεια την εγγυάται ο στρατός. Έτσι από αύριο στις 6 το πρωί άρματα του ελληνικού στρατού θα βρίσκονται στην Αθήνα και όλες τις άλλες μεγάλες πόλεις της χώρας και στρατιώτες θα βοηθούν την αστυνομία στην επιβολή της τάξης. Στόχος μας η προστασία των πολιτών από τον ιό. Είναι σαφές πως μέσα σε αυτό το κλίμα οι εθνικές εκλογές του Οκτωβρίου δε μπορούν να διεξαχθούν. Μετατίθενται για το μέλλον. Όταν η κατάσταση ηρεμήσει, τότε θα σκεφτούμε για το χρόνο διεξαγωγής των εκλογών με βάση πάντα το συμφέρον του λαού».
Κοίταξε το ρολόι του και χαμογέλασε. Ό,τι προσπάθησε με το δημοψήφισμα και δεν το κατάφερε του το έδωσε στο πιάτο ένας ιός. Ήταν έτοιμος για το διάγγελμα.