Το ΑΕΠ της χώρας την περίοδο 1980-1999 σημείωσε εμφανή κάμψη των ρυθμών αύξησής του. Έτσι, ενώ τη δεκαετία ’71-’80, αυξανόταν με μέσο ετήσιο ρυθμό 5,6%, τη δεκαετία ‘81-’90 ο ρυθμός αυτός έπεσε στο αξιοθρήνητο 0,5%, για να ανέβει στο 2,1% την περίοδο ’91-’99. Ας δούμε όμως κάποια νούμερα. Το 1980 το ποσοστό της πρωτογενούς παραγωγής στο ΑΕΠ ήταν 25% και της μεταποίησης 15%. Το 1983 τα ποσοστά έγιναν 19% και 14% αντίστοιχα. Το 1987 , 11% και 15% αντίστοιχα. Εκεί παρέμειναν μέχρι το 2000. Μετά σιγά-σιγά άλλαξαν και σήμερα είναι πρωτογενής 3% και μεταποίηση 7%.
Θα πει κάποιος, «και τι έγινε;». Σωστή η ερώτηση αλλά ο ερωτών είναι άσχετος με τη δυνατότητα της χώρας μας να παράγει πλούτο.
Η ανάπτυξη και η παραγωγική ανασυγκρότηση έχουν πρόσημο τόσο ταξικό όσο και εθνικό.
Από τη μεριά της κοινωνίας, για να ονομάσουμε σήμερα μια πορεία “ανάπτυξη” πρέπει απαραίτητα να μειώνει την ανεργία και να αυξάνει το μέσο εισόδημα, περιλαμβανομένων έμμεσων παροχών που προκύπτουν από τις πάσης φύσεως δημόσιες υπηρεσίες και αγαθά, (υγεία, παιδεία, ελεύθερη πρόσβαση σε παραλίες, αθλητικά κέντρα, κλπ). Ταυτόχρονα, θα πρέπει η πορεία αυτή να μην είναι παροδική, (διότι και ένας δανεισμός θα μπορούσε προσωρινά να έχει τα ίδια αποτελέσματα), αλλά να στηρίζεται σε στέρεο έδαφος. Το στέρεο έδαφος είναι ένα μίγμα προϋποθέσεων και δράσεων που μας παραπέμπει στο θέμα της Παραγωγικής Ανασυγκρότησης μιας χώρας.
Η ενδογενής παραγωγική ανασυγκρότηση είναι, κατά τη γνώμη μου, ο μόνος δρόμος για την Ελλάδα και άλλες χώρες της περιφέρειας.
«Παραγωγική ανασυγκρότηση» σημαίνει, πάνω από όλα, τη μέγιστη δυνατή αξιοποίηση των εγχώριων πόρων . Σημαίνει, επίσης, ότι η παραγωγή γίνεται για να καλύψει τις ανάγκες της χώρας και όχι για να νικήσει στον διεθνή ανταγωνισμό. Αυτό θα έρθει μετά και εφόσον.
Ένα μικρό παράδειγμα: Η Ελλάδα παράγει εξαιρετικής ποιότητας σκόρδα σε βασικά 3 περιοχές με απόδοση κατά Μ.Ο. 1 τόνο στο στρέμμα και με τιμή παραγωγού πολύ χαμηλή σχεδόν 1,5 το κιλό. Η τιμή από Κίνα είναι 1 ευρώ. Άρα γιατί να καλλιεργούμε σκόρδα; Το ερώτημα αυτό γίνεται και από ανθρώπους που υποτίθεται ότι γνωρίζουν. Το Ελληνικό σκόρδο είναι εξαιρετικής ποιότητας. Άρα αν δεν φροντίσουμε να καλλιεργηθεί και στηριχθεί με έρευνες από τον εγχώριο ερευνητικό ιστό, τότε θα εισάγουμε το Κινέζικο εφόσον αυτό είναι φτηνότερο. Άρα τα χρήματα για την εισαγωγή πρέπει να τα βρούμε από άλλη δραστηριότητα η να δανειστούμε. Πως θα γίνει αυτό όταν το ανταγωνιστικό μας πλεονέκτημα που είναι η ποιότητα των αγροτικών προϊόντων το απεμπολούμε;
Δύο πράγματα πρέπει να σημειώσουμε εδώ:
α) μας ενδιαφέρουν κλάδοι με υψηλή προστιθέμενη αξία, και δραστηριότητες με σημαντικές διακλαδικές συνδέσεις ( αγροδιατροφή συνδεδεμένη με τον ποιοτικό τουρισμό) και
β) είναι σημαντικό να υιοθετήσουμε το επίπεδο της τεχνολογίας που μας αντιστοιχεί.
Στη λογική αυτή πρέπει τα ανώτερα και ανώτατα τεχνολογικά ιδρύματα να στραφούν σε μια εγχώρια τεχνολογία που θα υπηρετεί την εγχώρια παραγωγή, που θα πρέπει να είναι ευέλικτη, αποκεντρωμένη και μικρής κλίμακας. Είναι αδιανόητο, για παράδειγμα, σε μια χώρα με 1,5 εκατ. ανέργους, να ασχολείται το Πολυτεχνείο με τη ρομποτική επειδή αυτό κάνει και το M.I.T. Αυτός δεν είναι ο τρόπος νέοι επιστήμονες και τεχνικοί να μείνουν στη χώρα τους. Αυτό που άκουσα προχθές , ότι θα δώσουμε 10 εκατομμύρια για να κάνουμε έρευνα στο γονιδίωμα του COVID-19. Τα 10 αυτά εκατομμύρια θα ήταν καλύτερο να δοθούν άμεσα σε πολλά αποστακτήρια που τώρα είναι κλειστά να παράγουν αλκοόλη η να δοθούν σε βιοτεχνίες που μπορούν να ράψουν αλλά τώρα είναι κλειστές για να ράψουν μάσκες και είδη πρώτης ανάγκης.
Επειδή πρέπει να ξεκινήσει επιτέλους μια συζήτηση που ποτέ δεν ξεκίνησε ας ξεκινήσει τώρα. Είναι επίκαιρη την εποχή αυτή όσο ποτέ.