Γράφει η Ζωή Αργύρη
Χίλιους καιρούς και κάμποσα χαμόγελα μακριά, στη χαμένη ζούγκλα των Φίλινγκς ζούσε ο Μπίλυ το σοφό χελωνάκι
μες στο χαριτωμένο του σπιτάκι
που το κουβαλούσε πάντα μαζί του βρέξει χιονίσει, ακόμη κι αν μπουμπουνίσει
και δροσοσταλίξει και το γάλα πήξει και ο διαιτητής σφυρίξει.
Στο νηπιαγωγείο της Αγάπης πήγαινε με χοροπηδηχτή χαρά κάθε πρωινό
και μάθαινε πράγματα χρήσιμα, πολλά, ένα σωρό.
‘Ώσπου μια μέρα ξαφνικά… ακούει τη μαμά να λέει αυστηρά
μα με φωνή πάντα τόσο γλυκιά:
«Μπίλυ μου είναι μια μέρα δύσκολη πολύ..
Τα σχολεία κλείνουν..έχουμε αόρατη απειλή…»
«Μα γιατί; Χωρίς σχολείο, γνώση και φίλους όλοι μαζί;
Ωω θεέ μου τι καταστροφή!!»
«Όλα θα πάνε καλά.
Θα μείνουμε σπίτι και θα τραγουδάμε χαρωπά…
Θα παίζουμε, θα διαβάζουμε, θα φυτεύουμε, θα γελάμε
και ευτυχισμένοι τα μικρόβια θα χαιρετάμε.
Ο κορωνοϊός θα φύγει μακριά
και όλοι θα’ μαστε ασφαλείς και καλά.»
«Μικρόβια; Κορωνοϊός; Τι είναι όλα αυτά μαμά;
Μήπως κάποια πιράνχας ή τέρατα τρομακτικά
με χρώματα μαύρα, ζοφερά, σαν εφιάλτες τόσο κακά;»
«Είναι κάτι ζωύφια τόσο δα μικρά,
σαν κεφαλάκι καρφίτσας που ράβει η γιαγιά..
Αόρατα και πονηρά
τρυπώνουν στα χεράκια μας και μας φέρνουν ιούς, λοιμώξεις και άλλα πολλά. Μεγάλος τους φόβος το πολύτιμό μας νερό..
Το τρέμουν, το φοβούνται, το έχουν το χειρότερο εχθρό.
Γι’ αυτό αν πλένεις τα χεράκια σου καλά, τρως υγιεινά και ασκείσαι τακτικά,
θα έχεις πάντα υγεία και χαρά.
Το Υπουργείο Αλτρουισμού και Ευθύνης συνιστά:
Μένουμε σπίτι, πλένουμε τα χέρια μας καλά,
βάζουμε τον αγκώνα μας όταν ο βήχας έρχεται στους πνεύμονες κλεφτά,
δεν βάζουμε τα χέρια μας στο πρόσωπο συχνά,
τα πλένουμε πολυυ πολυυυ καλά…
αγαπάμε τα παππουδάκια μας από μακριά,
διαβάζουμε και κάνουμε πράγματα δημιουργικά,
χωρίς γκρίνια ακούμε τη μαμά και το μπαμπά»
Ο Μπίλυ σκέφτηκε για μια στιγμή τα λόγια της μαμάς
κι ας γινόταν το κεφαλάκι του αχταρμάς.
Μικρόβια; Ιοί; Λοιμώξεις; Μα τι είναι όλα αυτά; Τα έχει άραγε το λεξικό, να διαβάσω να ενημερωθώ; Μα τι λέω;
Αφού το λέει η μαμά που με λατρεύει και με υπεραγαπά,
θα την ακούσω ευλαβικά, δίχως παράπονα και σχόλια πολλά.
«Εντάξει μανούλα μου γλυκιά!! Θα ακούσω τη συμβουλή σου
και δεν θα χρειάζεται να μου λες «Μπίλυ πρόσεξε… τί σου είπα θυμήσου».
Ο Μπίλυ το σοφό χελωνάκι αν και αισθανόταν λίγο μπερδεμένο, αποφάσισε να μην αφήσει την ανησυχία να νικήσει.
Πήρε μια βαθιά ανάσα, είπε ένα όμορφο τραγουδάκι, διάβασε το αγαπημένο του βιβλίο με τον καλοσυνάτο πόντικα και την κυρία φασαριόζα και αποφάσισε να κάνει λίστα με τα φανταστικά πράγματα που μπορεί να κάνει σπίτι.
Ζήτησε από τη μαμά του να τα γράψει γιατί ήταν σοφός πολύ
μα δεν είχε μάθει ακόμη στο νηπιαγωγείο αλφάβητο και γραμματική.
«Πόσο χαρούμενος είμαι» αναφώνησε σφυριχτά
σαν σβούρα τροβιλιστή με ζαχαρένια χροιά …
«Δες πόσο δημιουργικά μπορώ να περάσω στο φτωχικό μου σπιτάκι
για να μην με μολύνουν τα κακά ζωύφια και να είμαι περδικάκι.»
Έπειτα αποφάσισε να βγει στην αυλή…
είχε μια μέρα τόσο φωτεινή!!!
«Ευκαιρία να βοηθήσω τη μαμά στις δουλειές « είπε και πήρε τις μπλε σακούλες για τον κάδο ανακύκλωσης που έφτιαξε ο λιονταρίνος κ.Μαστοράκης .
Βλέπετε ήταν χελωνάκι σοφό
και για να προστατεύσει τη ζούγκλα, έδινε τον ίδιο του τον εαυτό.
Άξαφνα ακούστηκαν γέλια πολλά…
Κοίταξε από δω, κοίταξε από κει
και τι αντίκρυσε με έκπληξη πολλή;;;
Κάποιοι φίλοι του όλοι μαζί,
δεν άκουσαν του Υπουργείου τη συμβουλή
και παίζανε τέννις με μια καρύδα μεγάλη και στρογγυλή
Ο Κόμπι ο λευκός τίγρης φώναξε δυνατά
και τόσο αποφασιστικά:
«εεε Μπίλυ που είσαι χαμένος;
Είσαι συνέχεια στο σπίτι κλεισμένος; Τόσο πολύ φοβάσαι;
Δεν βλέπεις εμάς που τίποτα παίζουμε έξω μαζεμένοι ένα σωρό
και δεν κολλήσαμε τον κορωνοϊό;»
Η Λάουρα η ντροπαλή καμηλοπάρδαλη, ο Μπεν ο καταφερτζής πίθηκος, ο Λουίς ο λαίμαργος κροταλίας και η Φώφη η ψιλομύτα κουκουβάγια
Γέλασαν ειρωνικά και κοροϊδευτικά.
«Κουκούτσι μυαλό δεν έχουν» σκέφτηκε ο Μπίλυ
και τους απάντησε με πυγμή και θάρρος νικητή:
Θυμηθείτε φίλοι μου πως πάντοτε μπορείτε
με ευθύνη και αγάπη να ντυθείτε.
Στου κόσμου το κακό,
να κάνετε πάντα το σωστό.
Να βοηθάτε και τα μέτρα να τηρείτε
για να είμαστε όλοι υγιείς.
Δεν είμαι κάποιος σπουδαίος
ούτε της ζούγκλας ο πιο ωραίος.
Είμαι όμως συνεπής
και των κανόνων υγιεινής πρώτος χελωνοτηρητής.
Εκείνη τη στιγμή άκουσε μια ήρεμη και μελωδική φωνή
σαν γάργαρο νερό κελαρυστή.
΄Ήταν η σούπερ-ντόκτορ Αλκυόνη. Ξέρετε, δεν είναι όποια και όποια, ούτε πήρε τυχαία αυτό το όνομα.. Ήρθε την άνοιξη από το μακρινό Μπενίν.
«Όποιος με ανεύθυνους τα βάζει, στο τέλος καταλήγει να θυμώνει και να χαλάει το κέφι του Μπίλυ» είπε και συνέχισε με τόνο χαμηλό και λιγάκι θλιβερό:
«Στο Νοσοκομείο άγριων ζώων Φίλινγκς γιατρεύω καθημερινά
όσους δεν ακούνε συμβουλή καμιά
και αρρωσταίνουν βαριά.
Γι’ αυτό μείνε σπίτι εσύ μικρό μου χελωνάκι,
όπως κάθε συνεπές και υγιές ζωάκι.
Και θα δεις, που το νηπιαγωγείο θα ανοίξει ξανά,
όλοι οι άρρωστοι θα γίνουνε καλά
και η δασκάλα θα σας περιμένει με μια τεράστια αγκαλιά».
«Μα γιατί δεν καταλαβαίνουν όλοι πως όταν μένουμε σπίτι και τηρούμε τους κανόνες που μας μαθαίνει ο μπαμπάς και η μαμά,
δεν κινδυνεύουμε και θα γίνουν όλα όπως παλιά;»
«Αθώε μου Μπίλυ, όταν μεγαλώσεις θα καταλάβεις πως ο εγωισμός και η ανευθυνότητα είναι στοιχεία της άγριας φύσης των Φίλινγκς .»
Ο Μπίλυ άκουσε τα λόγια της σουπερ-ντόκτορ Αλκυόνης και συνέχισε να μένει σπίτι κάνοντας όλα αυτά τα υπέροχα που είχε γράψει στη λίστα του.
Έτσι οι μέρες περνούσαν γρήγορα και δημιουργικά
και ο Μπίλυ περνούσε τόσο καλά!!
Σκεφτόταν τους φίλους και τους παππούδες του συχνά,
όμως ήξερε πως αφού μένει σπίτι θα τους δει πολύ γοργά!!
Αυτό όμως δεν ίσχυε για τους φίλους του που άρχισαν να εξαφανίζονται σιγά σιγά
από του Μπίλυ τη ματιά,
όταν έβγαινε στην αυλή
για παιχνίδι και αναψυχή.
Είχαν αρρωστήσει γιατί δεν μείνανε στα σπιτάκια τους
ούτε πλένανε τακτικά και προσεκτικά τα χεράκια τους.
Τώρα εκείνοι πίνουνε σιρόπι ζαχαροκάλαμου για να γίνουνε καλά
και να μπορούν να είναι υγιείς και να παίζουνε ξανά
με ανεμελιά σαν όλα τα παιδιά!!!
Γιατί όπως έλεγε η σούπερ-ντόκτορ Αλκυόνη τα χεράκια μας τα κρατάμε καθαρά
όχι μόνο για να είμαστε καλά
αλλά για να δίνουμε χαρά σε κάθε μας αγκαλιά
σε όποιον μας αγαπά.
Θυμήθηκε τότε και τα λόγια του μπαμπά Χελωνάκη που έλεγε πάντα
«τα χέρια δεν πονάνε…
τα χέρια αγαπάνε».
«Μανούλα είχες δίκιο τελικά,
όπως πάντα φυσικά.
Είμαι υγιής και δυνατός
επειδή φάνηκα συνετός.»
αναφώνησε ο Μπίλυ μόλις έμαθε πως μπορεί να επιστρέψει στο σχολείο και να τριγυρνάει αμέριμνος στη ζούγκλα, να παίζει στην παιδική χαρά του Τρελού Φοίνικα,
να κάνει μια σφιχτή αγκαλιά στον παππού και τη γιαγιά
και να είναι όλα τόσο μαγικά!!!
«Μπίλυ είμαι τόσο περήφανη για σένα!!Απέδειξες σε όλους πως όποιος ξέρει να είναι υπεύθυνος, μένει πάντα υγιής και βοηθάει τους άλλους γύρω του να ακολουθήσουν το παράδειγμά του και όλοι με ομαδική δουλειά να καταφέρουν τα πάντα» απάντησε η μαμά χελωνίτσα με καμάρι.
«Σε ευχαριστώ μανούλα» είπε ο Μπίλυ και ευθύς αμέσως ξεχύθηκε για το νοσοκομείο να βρει τη ντόκτορ Αλκυόνη.
«Της χρωστάω ένα μεγάλο ευχαριστώ για τις σοφές της συμβουλές
και για τις ιατρικές της τεχνικές
που έκαναν τους άρρωστους καλά
και να που τώρα γίνανε όλα όπως παλιά»
Βρήκε στη διαδρομή μια πανέμορφη ορχιδέα και σκέφτηκε να της προσφέρει…
Ναι, ήταν τέλεια ιδέα!!
«Σας ευχαριστώ ντόκτορ Αλκυόνη για όλα τα καλά
που έκανες σε όλους με την ιατρική σου την ποδιά
και το φάρμακο που ανακάλυψαν οι επιστήμονες δουλεύοντας πολύ σκληρά»
«Κι εγώ σε ευχαριστώ μικρέ μου Μπίλυ που έμεινες σπίτι. Και να θυμάσαι: το ευχαριστώ είναι ευεργετικό όχι μόνο για εκείνον που το λέει αλλά και για εκείνον που το ακούει!!! Γι ’αυτό σε ευχαριστώ διπλά» είπε η ντόκτορ και φτερούγισε μελωδικά.
Από εκείνη τη στιγμή η ζούγκλα των Φίλινγκς δεν ήταν ποτέ ξανά η ίδια και ο Μπίλυ σοφότερος από ποτέ συνέχισε να μεγαλώνει και να μεγαλώνειιιιι εκατοντάδες χρόνια σαν τον παππού του τον κυρ Χελωνάκη που φέτος έκλεισε τα 184 του χρόνια.
Και έζησαν αυτοί υγιείς και ευτυχισμένοι, το ίδιο και όλα τα μικρά σοφά παιδάκια που ακούσανε τις συμβουλές του Μπίλυ….