Συνέντευξη στον ΛΕΥΤΕΡΗ ΠΑΠΑΣΤΕΡΓΙΟΥ
Οι τεκτονικές πλάκες που συγκροτούσαν το παγκόσμιο τοπίο, μέσα στο οποίο ο άνθρωπος θριάμβευσε ακόμα και μέσα από τις καταστροφές του, έχουν πλέον μετακινηθεί. Ή μάλλον για την ακρίβεια, η διαδικασία αυτή βρίσκεται ακόμη ενεργοποιημένη προκαλώντας «σεισμούς και ρήγματα» σε κράτη, κοινωνίες, θεσμούς και ανθρώπους. Στις ζωές μας. Τι είναι αυτό που ζούμε σήμερα; Και τι είναι αυτό που μας ξημερώνει;
Ο Ρωμανός Γεροδήμος είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Διεθνούς Πολιτικής και Δημοσιογραφίας στο πανεπιστήμιο του Bournemouth. Πρόσφατα, με το βιβλίο του «Ανταποκρίσεις από τον 21ο αιώνα», εκδ. Παπαδόπουλος, δημιούργησε «θόρυβο» ελπίδας. «Ελπίδα», όχι γιατί προσφέρει τη λύση ή τις λύσεις που ψάχνει η ανθρωπότητα. Αλλά γιατί με φρέσκο βλέμμα και διερευνητική ματιά, με έρευνα και εμβάθυνση, με έξυπνο τρόπο και χιούμορ, απέδειξε πως το να κοιτάς πίσω από την κουρτίνα δεν είναι μόνο συναρπαστικό, αλλά και ο δρόμος προς τον ορθό προβληματισμό, σε μια εποχή όπου κυριαρχεί το «φθηνό», το απλοϊκό, η συνομωσιολογία.
«Η ανάγκη εμπλοκής για να κατανοήσουμε και να συνδιαμορφώσουμε την επόμενη ημέρα στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και στον κόσμο ο θεραπευτικός ρόλος και η ομορφιά του ταξιδιού, της ιστορίας, της τέχνης∙ η ανάγκη εσωτερικού αναστοχασμού και αναζήτησης της ψυχικής ισορροπίας και ηρεμίας∙ η διαχείριση του άγχους και της πίεσης που μας δημιουργεί ο σύγχρονος τρόπος ζωής∙ και πάνω απ’όλα η απελευθέρωση μας ώστε να φτάσουμε στην κατανόηση του εαυτού, όλα αυτά είναι ήδη στο βιβλίο και θα ήταν και στον πυρήνα των Ανταποκρίσεων απ’τον καιρό της πανδημίας», μου επισημαίνει ο συγγραφέας των «Ανταποκρίσεων», αποδεχόμενος την πρόσκλησή μου για μια κουβέντα.
Ένα πρωινό Σαββάτου, σε μια χώρα που λαμβάνει καθημερινά τα εύσημα για τον τρόπο διαχείρισης της κρίσης που προκάλεσε στον πλανήτη η πανδημία του κορωνοϊού και σε μια πόλη που αδημονεί να γεμίζει και πάλι τα διάσημα καφέ της, η σπουδαία ματιά του Γεροδήμου, αντανακλά στην οθόνη του υπολογιστή μου, έτοιμη να συναντηθεί με τις δικές σας ανησυχίες…
Περίοδοι παγκόσμιας αναταραχής όπως αυτή που ζούμε τώρα εγκυμονούν ταυτόχρονα τεράστιες προκλήσεις, αλλά και ευκαιρίες.
Η «δική μας γενιά» -ας την οριοθετήσω, όσοι έχουμε γεννηθεί στη δεκαετία του 1970- ξεκίνησε τα βήματά της στοv κόσμο φέροντας τον χαρακτηρισμό «η γενιά που δεν κουβαλούσε ιστορικό φορτίο». Επιπλέον, είχε να «αντιμετωπίσει» την κατηγορία πως «δεν είχε βιώσει πολέμους, καταστροφές, πείνα…». «Τα έχετε όλα», ήταν η φράση επωδός. Και ξαφνικά η γενιά αυτή -όπως λένε χιλιάδες άτομα στην Ελλάδα- μετατρέπεται στην πλέον «άτυχη γενιά της ιστορίας». Είναι όμως έτσι;
Ισχύει ότι η λεγόμενη Generation X – οι άνθρωποι που γεννήθηκαν ανάμεσα στο 1961 και το 1981 περίπου – θεωρούνταν πάντα μετέωρη∙ ότι δεν χαρακτηρίζεται από σημαντικές εμπειρίες ή μια ξεκάθαρη ταυτότητα με την έννοια που προηγούμενες ή ακόμη και μεταγενέστερες γενιές νοηματοδοτήθηκαν. Ωστόσο, προσωπικά διαφωνώ με αυτή την άποψη. Αντιθέτως θεωρώ ότι αυτή η γενιά είναι κατα κάποιον τρόπο «ευλογημένη» ακριβώς επειδή πατάει σε δύο βάρκες. Βιώσαμε την τελευταία φάση του Ψυχρού Πολέμου και τη μετάβαση στην μεταψυχροπολεμική εποχή, άρα έχουμε ιστορική μνήμη και αντίληψη των μεγάλων δυνάμεων που κινούν την ιστορία. Μεγαλώσαμε χωρίς το ίντερνετ αλλά ήμασταν αρκετά νέοι ώστε να το εντάξουμε στη ζωή μας απ’την αρχή, ακριβώς τη στιγμή που ενηλικιωνόμασταν. Βιώσαμε δηλαδή μία άλλη ζωή, μια άλλη πραγματικότητα που ίσως ήταν πιο προνομιούχα και αθώα, αλλά ταυτόχρονα μας έδωσε πολύτιμα εφόδια που τώρα μπορούμε να χρησιμοποιοήσουμε ώστε (για παράδειγμα) να επεξεργαστούμε τις πληροφορίες και την επικαιρότητα με πιο σοφό και κατασταλαγμένο τρόπο, αλλά και να γίνουμε πιο ευέλικτοι και ανθεκτικοί.
Τι είναι αυτό που ζούμε σήμερα; Είναι «κατάρα» ή «ευλογία» τελικά να ζεις σε ενδιαφέροντες καιρούς;
Περίοδοι παγκόσμιας αναταραχής όπως αυτή που ζούμε τώρα εγκυμονούν ταυτόχρονα τεράστιες προκλήσεις, αλλά και ευκαιρίες. Για παράδειγμα, μπορεί αυτή η κρίση να επιταχύνει το ξήλωμα του μεταπολεμικού «πουλόβερ» διεθνών κανόνων και οργανισμών∙ να μας οδηγήσει σε αυτό που στο βιβλίο περιγράφω ως μια Νέα Παγκόσμια Αταξία ή σε κλιμάκωση του Νέου Ψυχρού Πόλεμου που μαίνεται ανάμεσα σε Δύση και Ανατολή. Με τις κατάλληλες παρεμβάσεις, ωστόσο, μπορεί να καταστεί ως η αφετηρία μιας νέας εποχής διεθνούς συνεργασίας, παγκόσμιας διακυβέρνησης – ή έστω, αν αυτός ο όρος τρομάζει, παγκόσμιου συντονισμού – και καλλιέργειας ενσυναίσθησης και διαπολιτισμικής κατανόησης. Αυτά όμως απαιτούν ταυτόχρονα και σοφούς ηγέτες και ώριμα κοινωνικά αιτήματα.
Έχετε γράψει πως «αυτό που ζούμε σήμερα δεν είναι ουρανοκατέβατο». Θα μου το εξηγήσετε;
Κάθε μεγάλο γεγονός είναι ταυτόχρονα σύμπτωμα προηγούμενων εξελίξεων και τάσεων, και αφετηρία νέων. Η εξάπλωση του κορωνοϊού δεν μας εκπλήσσει∙ οι πανδημίες είναι εδώ και 20 τουλάχιστον χρόνια στην ατζέντα όλων των συγγραμάτων που ασχολούνται με την ατζέντα του 21ου αιώνα. Είναι κάτι για το οποίο μας είχαν ειδοποιήσει επανειλημμένως οι επιστήμονες. Είναι κάτι που, σε ένα παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον υπερπληθυσμού και υπερκινητικότητας, θα ξανασυμβεί, λογικά μέσα στα επόμενα χρόνια. Το δε ντόμινο των γεωπολιτικών επιπτώσεων είναι και αυτό αποτέλεσμα της προηγούμενης ημέρας. Η παρακμή του πολιτικού συστήματος και της παγκόσμιας ισχύος των ΗΠΑ – και η εμφάνιση της Κίνας ως αντίπαλου δέους – δεν ξεκινάει με τον κορωνοϊό∙ είναι φαινόμενα που «ξεδιπλώνονται» εδώ και δεκαετίες. Το ίδιο και με τις οικονομικές επιπτώσεις, με την κρίση των εθνικών συστημάτων υγείας, κ.ο.κ.
Φοβάστε για το μέλλον της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Ζείτε από κοντά το παράδειγμα της Μεγάλης Βρετανίας και τώρα εισπράττετε και την «εισβολή του ιού» με διαχείριση -εκ μέρους της Αγγλικής ηγεσίας- με έναν μάλλον ακατανόητο τρόπο.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση δεν χρειάζεται να κάνει κάτι ενεργά για να απειληθεί η συνοχή της ή ύπαρξη της ή ο τρόπος ζωής μας. Το να μην κάνει πράγματα – το να μην προβεί σε ριζοσπαστικές αλλαγές, σε δραματικές κινήσεις αναθεώρησης των πολιτικών, πολιτισμικών και ταυτοτικών πτυχών της ύπαρξής της, το να συνεχίσει να υπνοβατεί στον 21ο αιώνα, όπως ήδη κάνει απ’τα τέλη του 20ου – θα είναι αρκετό, και με το παραπάνω, για να μπει σε δομική κρίση. Διαβάζω εδώ και μέρες όλα τα ρεπορτάζ για το παζάρι που γίνεται στις Βρυξέλλες για τα ομόλογα και αναρωτιέμαι αν έχουν συναίσθηση οι άνθρωποι που κάνουν αυτές τις διαπραγματεύσεις, και ειδικά όσοι τις αναπαράγουν χωρίς αποστασιοποίηση, το πόσο εκτός θέματος είναι σε σχέση με το μέλλον του ευρωπαϊκού εγχειρήματος. Εννοείται ότι χρειάζονται χρήματα. Το μισό τρισεκατομμύριο της συμφωνίας είναι αστείο ποσό σε σχέση με αυτά που θα απαιτηθούν∙ θα το διαβάζουμε στα βιβλία της ιστορίας και θα γελάμε. Ειλικρινά, όμως, πιστεύουμε ότι ένα ευρωομόλογο θα λύσει το πολιτικό πρόβλημα της Ευρωπαϊκής Ένωσης; Η διαδικασία ολοκλήρωσης έχει ουσιαστικά παγώσει. Τα κράτη-μέλη λειτουργούν εδώ και χρόνια με πρωταρχικό, για να μην πω μοναδικό, κριτήριο το εθνικό συμφέρον. Επομένως, πρέπει να αναρωτηθούμε αν θέλουμε μια υγιή διακυβερνητική ΕΕ – μια κοινή αγορά του 21ου αιώνα, στην οποία θα είχε βεβαίως θέση και η Βρετανία – ή αν θέλουμε μια πραγματική Ένωση στην οποία θα συμμετάσχουν όσοι θέλουν και μπορούν. Το ερώτημα είναι αν σε αυτή τη φάση οι κοινωνίες των κρατών θα δέχονταν ένα τέτοιο βήμα μετά από αρκετά χρόνια ανεπαρκούς ηγεσίας, κυμάτων λαϊκισμού και προστριβών, ειδικά ανάμεσα στη Γαλλία και τη Γερμανία. Απ’τη στιγμή που η Βρετανία δεν συμμετέχει στο παιχνίδι πλέον, ο γαλλογερμανικός άξονας (θα) είναι η κινητήριος δύναμη της ΕΕ.
Πώς θα διαμορφωθεί το μέλλον είναι μάλλον άγνωστο αυτή τη στιγμή, τόσο σε βάθος όσο και σε έκταση, και αναφέρομαι σε ολόκληρο το πλέγμα που καθορίζεται από την οικονομία, την κοινωνία, τις σχέσεις ανάμεσα σε κράτη. Ωστόσο αυτό που αναδεικνύεται, για μια ακόμη φορά, είναι η έλλειψη ηγεσίας. Θα αναδείξει η κρίση ηγέτες; Ποια η ιστορική προσέγγιση;
Είναι μεν κλισέ, αλλά ισχύει ότι η κάθε εποχή – και η κάθε κοινωνία – έχει τους ηγέτες που της αξίζει. Είμαι αισιόδοξος ότι, ίσως όχι τώρα αμέσως, αλλά μεσοπρόθεσμα, η κρίση αυτή θα δημιουργήσει τις συνθήκες εμφάνισης νέων καλών ηγετών. Παρά τα προβλήματα που αντιμετωπίζουμε, η ανθρωπότητα αυτή τη στιγμή – ακριβώς λόγω της παγκοσμιοποίησης, της ανάπτυξης, της ευημερίας και της διατήρησης της παγκόσμιας ειρήνης τις τελευταίες δεκαετίες – φέρει τεράστιο δυναμικό παιδείας, καλλιέργειας, ενσυναίσθησης και διάθεσης για ένα καλύτερο αύριο. Οι διαδικασίες επιλογής ηγετών δεν είναι ιδανικές και το περιβάλλον πολιτικής επικοινωνίας – π.χ. τα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης – κάνουν την άσκηση πολιτικής ένα ακριβό, ψυχοφθόρο και επικίνδυνο άθλημα το οποίο είναι ανοιχτό σε λίγους. Ωστόσο, πιστεύω ότι μπορούν να διακριθούν άτομα των οποίων ο λόγος θα συμπυκνώνει αποτελεσματικά τις ανάγκες, τις αξίες και τις επιθυμίες των ανθρώπων με τρόπο παραγωγικό, όχι δημαγωγικό.
Έχει ανοίξει μια τεράστια συζήτηση -που φαντάζομαι πως παρακολουθείτε- σε ολόκληρο τον κόσμο, για τις συνέπειες που μπορεί να έχει όλο αυτό στους δημοκρατικούς θεσμούς. Ποια η άποψη σας;
Λόγω της παγκοσμιοποίησης αλλά και του ίντερνετ, τα όρια της πολιτικής κοινότητας δεν ταυτίζονται με τα γεωγραφικά όρια των δημοκρατικών θεσμών. Μία πράξη ή αμέλεια της κυβέρνησης της Κίνας αρκεί για να θέσει σε κίνδυνο τη ζωή μου. Ένας δικτάτορας μιας χώρας με πυρηνικά στην άλλη άκρη του κόσμου μπορεί να με αφανίσει. Η πολιτική του Μπολσονάρο στη Βραζιλία οδηγεί σε καταστροφή του τροπικού δάσους του Αμαζονίου∙ στον Αμαζόνιο εξαρτάται η ύπαρξη όλων μας. Και ούτω καθεξής. Απ’ τη στιγμή που άλλοι σε άλλες χώρες έχουν με πολλαπλούς τρόπους ισχύ πάνω στη ζωή μας – κυριολεκτικά αποφασίζουν για το αν θα ζήσουμε ή αν θα πεθάνουμε – το να περιορίζουμε την έννοια και την πρακτική της δημοκρατίας στο εθνικό ή έστω στο ευρωπαϊκό πεδίο μου φαίνεται εξαιρετικά ανεπαρκές. Δεν είναι αναπόφευκτος ούτε ο θάνατος της δημοκρατίας, ούτε ο θρίαμβός της. Για να επιβιώσει όμως και να έχει νόημα θα πρέπει να εξελιχθεί. Ζούμε ακόμα με συντάγματα και κυβερνητικούς θεσμούς του 19ου αιώνα.
«Οι ανταποκρίσεις από τον 21ο αιώνα», το βιβλίο σας που συζητήθηκε όσο λίγα το τελευταίο διάστημα, αποκτά νομίζω μια άλλη διάσταση. Ποιος ο πυρήνας της σκέψης που σας οδήγησε στην συγγραφή του και ποιες θα ήταν οι «Ανταποκρίσεις» που θα στέλνατε αυτό τον καιρό;
Τα κείμενα των «Ανταποκρίσεων» τα έγραψα αφενός μεν για να επεξεργαστώ εγώ ο ίδιος πράγματα που συνέβαιναν στον κόσμο, τριγύρω μου, πράγματα που παρατηρούσα και μάθαινα σε τόπους που ταξίδευα, ακόμη και πράγματα που έμαθα για τον εαυτό μου∙ αφετέρου δε για να μοιραστώ αυτές τις σκέψεις και τα συναισθήματα με το αναγνωστικό κοινό στην Ελλάδα, ούτως ώστε να συνεισφέρω στη συζήτηση για το τι ακριβώς σημαίνει το να ζεις στον 21ο αιώνα και πώς μπορούμε να προσαρμοστούμε. Πιστεύω ότι η ουσία των «Ανταποκρίσεων» – για τη Νέα Παγκόσμια Αταξία και τον Νέο Ψυχρό Πόλεμο, για τις μάχες ταυτοτήτων και συμβόλων εντός και εκτός Μέσων Κοινωνικής Δικτύωσης, για την μετάβαση της Ελλάδας στο επόμενο κεφάλαιο της ζωής της, για τη σχέση μας με τον χώρο, με τον χρόνο, με τον κόσμο, με τους άλλους, με τον ίδιο μας τον εαυτό, για τον κοινό πυρήνα που μοιράζονται οι άνθρωποι ανεξαρτήτως γεωγραφίας, όλα αυτά λοιπόν, πιστεύω ότι επιβεβαιώνονται και εφαρμόζονται με αυτό που ζούμε τώρα. Η ανάγκη εμπλοκής για να κατανοήσουμε και να συνδιαμορφώσουμε την επόμενη ημέρα στην Ελλάδα, στην Ευρώπη και στον κόσμο∙ ο θεραπευτικός ρόλος και η ομορφιά του ταξιδιού, της ιστορίας, της τέχνης∙ η ανάγκη εσωτερικού αναστοχασμού και αναζήτησης της ψυχικής ισορροπίας και ηρεμίας∙ η διαχείριση του άγχους και της πίεσης που μας δημιουργεί ο σύγχρονος τρόπος ζωής∙ και πάνω απ’ όλα η απελευθέρωσή μας ώστε να φτάσουμε στην κατανόηση του εαυτού, όλα αυτά είναι ήδη στο βιβλίο και θα ήταν και στον πυρήνα των Ανταποκρίσεων απ’ τον καιρό της πανδημίας.