Θέλει η Αριστερά να μιλά εξ ονόματος των απλών ανθρώπων;
Κατέχει η Παναγία ξεχωριστή θέση στην κοινωνικο-θρησκευτική συνείδηση των απλών ανθρώπων;
Τα 500 και πλέον ονόματα που έχει αποδώσει ο λαός στην Παναγία αντανακλούν τη θέση της στη συνείδησή του;
Ονόματα που εκφράζουν τρυφερότητα, φόβο, ευλάβεια, πίστη, οικειότητα, ελπίδα , ανάγκη για προστασία και παρηγοριά, ταύτιση και προβολή συναισθημάτων και γεγονότων σχετικά με την εξέλιξη της ανθρώπινης ζωής από τη γέννηση έως και τον θάνατο.
Στ’ όνομα ποιας ριζοσπαστικοποίησης, η Αριστερά πρέπει ν’ αγνοεί ή να μην αποδέχεται αυτή την πραγματικότητα που έχει σχέση με τον εθιμικό, κοινωνικό και θρησκευτικό χαρακτήρα της λαϊκής κουλτούρας; Μπορεί να θεωρεί αναχρονιστικές ή αφελείς τις ανάγκες – αν όχι ολόκληρου- μεγάλου μέρους των απλών ανθρώπων και να τους κατατάσσει, για να μη πω να τους χαρίζει, στις συντηρητικές δυνάμεις ;
Η άρνηση ή ακόμη χειρότερα η απόρριψη των λαϊκών αντιλήψεων ή των διαφορετικών από τις δικές μας αντιλήψεις, συνιστά απεμπόληση του δικαιώματος και της υποχρέωσης της Αριστεράς για επαναδιαπραγμάτευση και διαμόρφωση μιας ενότητας η οποία θα σέβεται την λαϊκή κουλτούρα, ως στοιχείο ταυτότητας του λαού μας.
Η αναφορά του Αλέξη Τσίπρα σε κάποια από τα ονόματα που ο ελληνικός λαός-«όσων αισθάνονται ότι έχουν την ανάγκη της» – έχει δώσει στην Παναγία και παράλληλα η επίκληση στον «σεβασμό στην πίστη καθενός, στις παραδόσεις και στη λαϊκή ψυχή» δείχνει ότι μιλά εξ ονόματος των απλών ανθρώπων και ταυτόχρονα ότι διακατέχεται από αξίες δημοκρατικές και πανανθρώπινες σεβόμενος τον κάθε άνθρωπο, ανεξάρτητα από θρησκεία.
Το ότι βρέθηκαν καλοθελητές από το σύνολο του πολιτικού φάσματος να κρίνουν και να κατακρίνουν το μήνυμα του Αλέξη Τσίπρα, παριστάνοντας ότι δεν καταλαβαίνουν την ουσία και τον τρόπο χρήσης των λέξεων, αποδεικνύει ότι κάτι πολύ καλό έχει κάνει.
Αν και η σχέση μου με τη θρησκεία έχει, κυρίως, κοινωνικό χαρακτήρα θα επικαλεστώ μια λαϊκή ρήση, που λέει «ας μ’ αγαπάει η Παναγιά , κι ας με μισούν οι άγιοι», όπου άγιοι οι, πάσης φύσεως και πολιτικής απόχρωσης, επικριτές που βρήκαν ευκαιρία να βγάλουν τα πολιτικά και προσωπικά απωθημένα τους.