Του Κώστα Γκούμα
Βαίνουμε ολοταχώς προς την συμπλήρωση της μισής θητείας της Κυβέρνησης της ΝΔ και μοιραία ερχόμαστε αντιμέτωποι με το ερώτημα, ποια βήματα έγιναν και εάν υπήρξε πρόοδος στα υδατικά προβλήματα που αντιμετωπίζει η Θεσσαλία.
Δυστυχώς, η απάντηση προκύπτει αβίαστα : Η κρίσιμη αυτή διετία παρήλθε άκαρπη.
Ότι εκκρεμότητες παρέλαβε η σημερινή Κυβέρνηση από την προηγούμενη, παραμένουν.
Νέος σχεδιασμός, είτε στον πρωτογενή τομέα είτε στην διαχείριση των υδάτων, δεν υπήρξε.
Καμία νέα πολιτική σε κρίσιμα θέματα δεν έτυχε εφαρμογής (τελείως ενδεικτικά : πρόγραμμα οικολογικής αποκατάστασης υπόγειων και επιφανειακών υδάτων, συστηματική μείωση καταναλώσεων αρδευτικού νερού κ.ο.κ.).
Σε ότι αφορά στα έργα, παραμένει η απουσία ενός ολοκληρωμένου σχεδιασμού (masterplan) αλλά και η επικέντρωση στην ωρίμανση (γνωστών εδώ και δεκαετίες) νέων, επιτακτικά αναγκαίων έργων ταμίευσης και μεταφοράς νερού.
Είναι χαρακτηριστικό ότι το μόνο νέο έργο που ανακοινώθηκε (και ελπίζουμε να γίνει πράξη) είναι το φράγμα – ταμιευτήρας Σκοπιάς Φαρσάλων, έργο καθόλα χρήσιμο και σημαντικό, είτε για την εξόχως σημαντική αντιπλημμυρική του διάσταση, είτε για τις αρδεύσεις, είτε για την συμβολή που θα έχει στην οικολογική αποκατάσταση και προστασία των υπόγειων υδροφορέων, μιας ιδιαίτερα επιβαρυμένης περιοχής.
Και επειδή το έργο ανακοίνωσε ο ίδιος ο Πρωθυπουργός, «έτρεχαν» αγωνιωδώς οι αρμόδιοι υπουργείων ή άλλων φορέων, να βρούνε παλαιότερες μελέτες και να …ξεσκονίσουν φακέλους, ώστε να δούνε πως θα καταφέρουν, παρά την περιορισμένη ωριμότητα του (από πλευράς μελετών), να το εντάξουν στο Ταμείο Ανάκαμψης.
Δυστυχώς περίπου παρόμοια είναι η κατάσταση και για άλλα σημαντικά έργα (Μουζάκι, Πύλη, Νεοχώρι, Ελασσόνα κλπ.), για τα οποία δεν διακρίνονται προοπτικές υλοποίησης σε εύλογο χρονικό διάστημα, παρά τα τεράστια υδατικά ελλείμματα (διαπιστωμένα και από το ΣΔΥ Θεσσαλίας).
Όσο για τα έργα Άνω Αχελώου (ταμιευτήρας Συκιάς και σήραγγα μεταφοράς προς Μουζάκι) που ο Πρωθυπουργός, πολλοί υπουργοί του (πρώτος από όλους ο κ. Καραμανλής), αλλά και πολιτικά στελέχη της ΝΔ είχαν αναδείξει προεκλογικά σαν ένα από τα πρώτα θέματα της νέας κυβέρνησης, όλοι μαζί τώρα (ίσως με κάποιες μικρές εξαιρέσεις, που όμως δεν αρκούν για μια αλλαγή πορείας), «προστατεύουν» την ηγεσία της ΝΔ και τον κ. Κυριάκο Μητσοτάκη, που κυριολεκτικά έχει αφήσει την υπόθεση αυτή στην τύχη της (επιλέγουμε να μην κουράσουμε τον αναγνώστη με παράθεση ομιλιών, δηλώσεων, δημόσια εκφρασμένων υποσχέσεων κλπ. που είναι σε όλους γνωστά).
Ακόμη και η μεγάλης κλίμακας «πράσινη» προσαρμογή των ενεργειακών υποδομών στην οποία κινείται η χώρα, αγνοήθηκε στην περίπτωση των έργων Αχελώου, αφήνοντας ανεκμετάλλευτη την δυνατότητα παραγωγής ΥΗ ενέργειας, τόσο χρήσιμης για την Θεσσαλία και όχι μόνον.
Όσον αφορά στην πρωτοβουλία για ειδική σύσκεψη στην Αθήνα, που οργανώθηκε από τον επικεφαλής του επιτελικού τομέα της κυβέρνησης υπουργό κ. Γεραπετρίτη, πριν 15 μήνες, και αυτή δεν είχε καμία συνέχεια.
Να σκεφθεί κανείς ότι ο αρμόδιος υπουργός Υποδομών, δεν αξιοποίησε έως σήμερα ούτε καν το ελάχιστο ποσό των 2 εκατ. ευρώ (περίπου) που του είχε «εξασφαλίσει» ο επί ΣΥΡΙΖΑ προκάτοχός του, για την συντήρηση των έργων, τα οποία παραμένουν ημιτελή και σε εγκατάλειψη, με κίνδυνο καταστροφών σε περίπτωση έντονων πλημμυρικών φαινομένων. [Για να προλάβουμε κάποιους που θα επικαλεστούν τις δυσκολίες της πανδημίας, θα θυμίσουμε ότι στους 21 μήνες αυτής της διακυβέρνησης δεν παρατηρήθηκε μείωση του νομοθετικού της έργου, ούτε και αναβλητικότητα στην επίλυση, εμβληματικού χαρακτήρα εκκρεμοτήτων που παρέλαβε (πχ. Ελληνικό, οδικοί άξονες, Χρυσός, ΔΕΗ κλπ,)].
Είναι πλέον φανερό ότι το υδατικό πρόβλημα της Θεσσαλίας δεν εντάσσεται στις βασικές προτεραιότητες της Κυβέρνησης του Κυριάκου Μητσοτάκη.
Βάσιμα εικάζουμε ότι, εκτός των άλλων, δεν έχει γίνει αντιληπτό ότι η Θεσσαλία είναι εκτεθειμένη σε μεγάλους κινδύνους από κλιματικά φαινόμενα όπως η ξηρασία – λειψυδρία, ο κίνδυνος ερημοποίησης, αλλά και η έντονη διάβρωση των εδαφών (που ήδη εξελίσσεται με ταχύτερους ρυθμούς από το παρελθόν).
Επίσης, δεν έχουν συνειδητοποιήσει στην Κυβέρνηση την σημασία των έργων ταμίευσης νερού πέριξ του κάμπου, τα οποία, πέραν του πολλαπλού σκοπού τους (άρδευση, ύδρευση, οικολογική αποκατάσταση κλπ.), με την συγκράτηση υδάτων σε περίοδο πλημμυρών, θα αποφορτίζουν από σημαντικές ποσότητες νερού τις πληττόμενες περιοχές και θα περιορίζουν σημαντικά το μέγεθος των ζημιών. Άρα οι τεράστιες δαπάνες για αποζημιώσεις από τα αποθέματα του προϋπολογισμού, κάλλιστα θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για άλλους σκοπούς (και γιατί όχι, για την χρηματοδότηση αυτών των έργων ταμίευσης!).
Τέλος φαίνεται ότι στη ΝΔ δεν θέλουν να απεμπλακούν από τις χωρίς τεκμηρίωση τοπικιστικές πιέσεις των Αιτωλοακαρνάνων, ή/και από τις αγκυλώσεις περί δήθεν οικολογικών επιπτώσεων από τα έργα Αχελώου (άποψη ήδη ξεπερασμένη από την πραγματικότητα).
Ειδικά στο θέμα αυτό θα μπορούσαν να προβούν σε μια στοιχειώδη σύγκριση περιβαλλοντικού και οικονομικού κόστους / οφέλους, λαμβάνοντας επιπρόσθετα υπόψη την διαπιστωμένη (αλλά συνήθως αφανή) καταστροφή που προκαλείται στα υδάτινα οικοσυστήματα (και κυρίως στα υπόγεια εξ’ αυτών), καθώς και την αποθετική ζημία που κάθε χρόνο προστίθεται από την καθηλωμένη γεωργία μας και από το στάσιμο (συχνά και σε υποχώρηση) αγροτικό εισόδημα.
Και όπως φαίνεται, ανάμεσα σε όλες τις κυβερνήσεις, από το 1980 και έπειτα, που άρχισαν να κατασκευάζουν και προχώρησαν (παρά τα κάθε είδους εμπόδια – ΣτΕ κλπ.) τα έργα αυτά, η κυβέρνηση Κυρ. Μητσοτάκη θα καταγραφεί ως η μόνη που εισάγει το θέμα στη Βουλή για μια καθαρή πολιτική απόφαση ολοκλήρωσης των έργων αυτών. Ταυτόχρονα με τον τρόπο αυτό, θα υποχρεωθούν οι κάθε είδους «αρνητές» να ξεκαθαρίσουν επιτέλους ποια είναι η θέση τους (κατεδάφιση η αξιοποίηση; ) των έργων. Και εμείς, δεν μπορούμε να μην φέρνουμε στο νου μας μεγάλες μάχες που έδωσαν όλα τα κόμματα στη Βουλή την δεκαετία του 1980, 1990 και 2000 για το θέμα αυτό και όλους τους υπουργούς Δημοσίων Έργων (φυσικά και της ΝΔ), που συνέδεσαν άρρηκτα το όνομά τους με τα έργα Αχελώου.
Ανάλογα ισχύουν τόσο για την δευτεροβάθμια αυτοδιοίκηση, όπου παρατηρείται περιορισμένη μαχητικότητα και κυρίως έλλειψη ενδιαφέροντος στην δυναμική αξιοποίηση των φορέων και του λαού της Θεσσαλίας για τον σκοπό αυτό, αλλά και για την Ένωση Δήμων (ΠΕΔ) Θεσσαλίας, που «ξεχάσαν» τελείως σημαντικές πρωτοβουλίες που πήραν στο παρελθόν, πρωτοστατώντας με συνέδρια, συναντήσεις με βουλευτές Θεσσαλίας και σε συνεργασίες με ΕΘΕΜ, ΓΕΩΤΕΕ/ΚΕ, ΤΕΕ/ΚΔ-Θ κ.α.
Όσο για τους Δημάρχους των μεγάλων πόλεων που άλλοτε έμπαιναν μπροστά, έχει εκλείψει δυστυχώς η διάθεση προβολής και διεκδίκησης των μεγάλων εκείνων θεμάτων της Θεσσαλίας, που υπερβαίνουν τις συμβατικές τους αρμοδιότητες. Μάλλον εξέλιπαν και οι Δήμαρχοι με ανάλογη προσωπικότητα και όραμα…
Όπως και να έχει, θέματα σαν αυτά που προαναφέραμε, δεν μπορεί και δεν πρέπει να εγκαταλειφθούν στην απραξία και την αδιαφορία των πολιτικών και αυτοδιοικητικών παραγόντων, με μειωμένη την αίσθηση της σημασίας των μέχρι σήμερα αγώνων του θεσσαλικού λαού και του «βάρους» της σκυτάλης που τους έχει παραδοθεί (από προηγούμενους) στο μεγάλο ζήτημα του νερού στη Θεσσαλία.
Και επειδή η ζωή δεν σταματά, νέες δυνάμεις, νέοι άνθρωποι, ανεξάρτητα από ιδεολογικές επιλογές και κομματικές προτιμήσεις, οφείλουν να αναλάβουν πρωτοβουλίες που θα ενισχύσουν τις πολιτικές μας διεκδικήσεις.
Όλοι αυτοί μπορούν να κινητοποιήσουν τις «αδρανείς» δυνάμεις των αγροτών, των συνεταιριστών, των ευαίσθητων στο περιβάλλον πολιτών, των επιστημόνων, των μικρομεσαίων επαγγελματιών και όλων όσοι θα μπορέσουν στο μέλλον να ωφεληθούν από μια, επιστημονικά σχεδιασμένη και βασισμένη στην επίλυση του υδατικού προβλήματος, ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας και από μια δυναμική απογείωση των προοπτικών που διαθέτει, κυρίως στον πρωτογενή τομέα, αλλά και στην μεταποίηση, στις εξαγωγές, στην «πράσινη» ενεργειακή παραγωγή και άλλους κλάδους της οικονομίας.
* Ο Κώστας Γκούμας είναι γεωπόνος, πρ. Δ/ντής Εγγείων Βελτιώσεων, πρ. πρόεδρος ΓΕΩΤΕΕ/Κ.Ε