Περπατώντας στη Λάρισα, σε μια πόλη που συνεχώς μεταλλάσσεται, όπως η ζωή των ανθρώπων της, η δομή και η ταυτότητά της, ακολουθώντας τις εξελίξεις και αντικαθιστώντας ότι η φθορά του χρόνου αποσυνθέτει, με οδηγεί σε αναζήτηση εκείνων των στοιχείων του παρελθόντος που διασώθηκαν, που άντεξαν στη φθορά. Όπως είναι τα παλιά της κτίσματα, μονώροφα ή διώροφα, άλλοτε «ταπεινά» και άλλοτε με το συνοδευτικό τίτλο του «νεοκλασικού» ή του «αρχοντικού».
Διαβάστε ακόμη: «ΝΟΣΤΑΛΓΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΛΑΡΙΣΑ
Μέσα σε αυτές μου τις περιπατητικές αναζητήσεις, παρατηρώντας και φωτογραφίζοντας αυτού του είδους τα οικοδομήματα διαπίστωσα ότι ορισμένα εξ αυτών διέφεραν αρχιτεκτονικά από τα υπόλοιπα. Αναφέρομαι, κατά κύριο λόγο, σε κτίσματα της περιόδου από τα μέσα της δεκαετίας του ’30 έως τα τέλη του ’50. Αν εξαιρέσουμε τα τούβλινα ή τα σπίτια της λαϊκής αρχιτεκτονικής με τις διακοσμητικές κορνίζες περιμετρικά των παραθύρων και τα υπέρθυρα στις εξώπορτες, που τα συναντού(σα)με σε όλες σχεδόν τις γειτονιές της πόλης, αυτά που μου κέντρισαν περισσότερο το ενδιαφέρον ήταν κάποια ιδιαίτερα σπίτια με ημικυκλικά μπαλκόνια, περίτεχνες εξώθυρες με κυκλικούς φεγγίτες στο πλάι με διπλό κιγκλίδωμα σε σχήμα σταυρού, σκοτίες σε σημεία της όψης, χαρακτηριστικά της Art Deco και της αρχιτεκτονικής του μεσοπολέμου. Όλα αυτά τα στοιχεία έχουν έναν κοινό παρανομαστή. Τον αρχιτέκτονα Ελευθέριο Κολονέλο.
Ο Ελευθέριος Κολονέλος, ως όνομα είναι οικείο στην πόλη, αλλά χωρίς ιδιαίτερες πληροφορίες για τη ζωή και την επαγγελματική του δραστηριότητα. Χάρη στον αγαπητό φίλο Αστέριο Σακελλαρίου και των οικογενειακών σχέσεων που διατηρούσαν οι γονείς του με τον Ελ. Κολονέλο μπόρεσα να συγκεντρώσω ορισμένα βιογραφικά στοιχεία, όπως και φωτογραφία του.
Ο Κολονέλος ήταν Μικρασιάτης στην καταγωγή. Γεννήθηκε το 1903 περίπου στην Κωνσταντινούπολη και γι’ αυτό το λόγο, όταν εγκαταστάθηκε στη Λάρισα, έκανε παρέα κυρίως με Μικρασιάτες. Από μικρός ήταν φιλόμουσος και αυτή του η αγάπη τον οδήγησε στη Γερμανία για να σπουδάσει βιολί αλλά τελικά, άγνωστος ο λόγος, τελείωσε την Αρχιτεκτονική το 1924.
Στη Λάρισα εγκαταστάθηκε το 1934~5 περίπου, τότε εμφανίζεται και η εγγραφή του στο ΤΕΕ με αριθμό μητρώου 2287, για να μπορέσει να αποκτήσει άδεια εξασκήσεως επαγγέλματος [2]. Πρώτο του καταγεγραμμένο έργο είναι ο κινηματογράφος “ΠΑΛΛΑΣ”. Σύμφωνα με την μαρμάρινη πλάκα που διασώζεται το κτίριο ολοκληρώθηκε το 1936.
Μετά το 1936, λόγω της οικονομικής και οικιστικής άνθισης της πόλης, συνεταιρίζεται με τον μηχανικό Ξενοφών Ευαγγελόπουλο, θείο της μητέρας του Αστ. Σακελλαρίου και νοικιάζουν στο “ΠΑΛΛΑΣ” το ισόγειο κατάστημα που βρισκόταν επί της οδού Κούμα και στέγαζε παλιά τα Φωτογραφικά είδη, όπου ανοίγουν τεχνικό γραφείο.
Ο Ξεν. Ευαγγελόπουλος σκοτώθηκε κατά τη διάρκεια των Ιταλικών βομβαρδισμών του Δεκεμβρίου του 1940. Βρισκόταν στην κεντρική πλατεία της Λάρισας, αλλά δυστυχώς δεν πρόλαβε να κρυφτεί σε κάποιο από τα καταφύγια του κέντρου και μια βόμβα έσκασε δίπλα του.
Η σύζυγος του Κολονέλο λεγόταν Ευτέρπη και απέκτησαν δυο παιδιά. Τη Μαργαρίτα (Ρίτα) το 1938 και τον Νίκο το 1942. Τα πρώτα χρόνια του γάμου τους εγκαταστάθηκαν σε μια κατοικία στην περιοχή του Σιδηροδρομικού Σταθμού. Μετά τον πόλεμο μετακόμισαν στην οδό Κουμουνδούρου 46, σε ιδιόκτητη ισόγεια κατοικία που έκτισε ο Ελ. Κολονέλος, στην οποία προστέθηκε και δεύτερος όροφος τη δεκαετία του ’50.
Ο Νίκος σπούδασε στην Ιταλία και δεν επέστρεψε ποτέ στη Λάρισα. Όταν γύρισε στην Ελλάδα, μετά τις σπουδές του, εγκαταστάθηκε στη Αθήνα, δεν παντρεύτηκε, όπου και πέθανε σε ηλικία 50 χρονών περίπου.
Η Ρίτα (Μαργαρίτα) ασχολήθηκε με τη ζωγραφική [3], παντρεύτηκε τον Μηχανολόγο Μηχανικό Δημήτριο Μπούρα από τα Φάρσαλα το 1953, γιο γιατρού, εύπορης οικογένειας και εγκαταστάθηκαν στη Γλυφάδα όπου απέκτησαν 2 κόρες. Πέθανε το 2000 περίπου.
Ο αριθμός των κατοικιών που έχουν τη «σφραγίδα» του Ελ. Κολονέλου δεν μπορούν να υπολογιστούν γιατί δεν είναι καταγεγραμμένα. Αν κρίνουμε από τον αριθμό των κτιρίων που έχουν απομείνει πρέπει να ήταν αρκετά μεγάλος, ακόμη και για τα δεδομένα της εποχής μας.
Τη δεκαετία του 50 το γραφείο του μεταφέρεται, από το ισόγειο χώρο δίπλα από το κινηματοθέατρο «ΠΑΛΛΑΣ» και εντοπίζεται, από τη σφραγίδα του και τη συνδρομή του στο περιοδικό της «ΑΡΧΙΤΕΚΤΟΝΙΚΗΣ», στο τέρμα της οδού Κούμα στο νούμερο 44 ή στο 48. Το ίδιο διάστημα διατέλεσε μέλος του προεδρείου του τοπικού παραρτήματος του ΤΕΕ. Τον Σεπτέμβριο του 1960, σύμφωνα με δημοσίευμα της εφημερίδας ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, ο Κολονέλος αναλαμβάνει μετά από δημοπρασία τη συνέχιση των εργασιών αποπεράτωσης του Ιερού Ναού Αγίου Αχιλλίου Λαρίσης, κατόπιν εγκρίσεως του Υπουργείου Παιδείας.
Σήμερα στη Λάρισα διασώζονται 15~16 κτίρια που ξεχωρίζουν για τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά της αρχιτεκτονικής του. Αριθμός αρκετά σημαντικός αν αναλογιστεί κανείς τις μεταβολές που έχει υποστεί η πόλη από τους ισχυρούς σεισμούς του 1941 και της δεκαετίας του ’50 στην περιοχή των Σοφάδων και του Βελεστίνο, που κατέστρεψαν ένα πολύ μεγάλο αριθμό κατοικιών, ενώ από τη δεκαετία του ’60 και μετά η αντιπαροχή αφαίρεσε συστηματικά ένα πολύ μεγάλο αριθμό κατοικιών από αυτές που είχαν απομείνει στην πόλη. Σας προτρέπω, εκτός από τη φωτογραφική περιήγηση που ακολουθεί, να περιηγηθείτε στην πόλη, να ανακαλύψετε ιδίοις όμμασι τον αστικό αρχιτεκτονικό πλούτο που έχει απομείνει και οφείλουμε να διασώσουμε.
Από τη συνολική του δραστηριότητα το πιο γνωστό και το μοναδικό που έχει χαρακτηριστεί μέχρι σήμερα ως διατηρητέο είναι το κινηματοθέατρο «ΠΑΛΛΑΣ», στη συμβολή των οδών Παναγούλη με Κούμα. Από τα πρώτα κτίρια της Λάρισας που κατασκευάστηκε με μπετόν, αποτελεί χαρακτηριστικό δείγμα του εκλεπτυσμού του μεσοπολέμου, που εμφανίστηκε στη Λάρισα αρχικά στο κτίριο Αβραάμ Μουσών το 1929, σχεδιασμένο από τον Μακ Ρουμπέν και στη συνέχεια στα κτίρια του Κολονέλου της δεκαετίας του ’30 και τα χρόνια αμέσως μετά τον πόλεμο.
Άξιο αναφοράς της ποιότητας κατασκευής του κτιρίου είναι οι δημοσιεύσεις του 1954 μετά το σεισμό των Σοφάδων. Εκείνη την περίοδο ήταν έντονη η ανησυχία των Λαρισαίων για τη στατικότητα των κτιρίων της πόλης, γεγονός που προκάλεσε και την μειωμένη προσέλευση στον κινηματογράφο «ΠΑΛΛΑΣ», όπως διαπιστώνουμε από τις τακτικές ανακοινώσεις στην εφημερίδα «ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ» στην προσπάθεια των ιδιοκτητών του να καθησυχάσουν τους Λαρισαίους και να τους προσελκύσουν στην αίθουσα: «Δια τον κινηματογράφον ΠΑΛΛΑΣ επιθυμώ να κάμω γνωστόν ότι η οικοδομή αυτή ανηγέρθη το έτος 1935 εδοκιμάσθη από τον τρομερόν σεισμόν του 1941 και αντέστη χωρίς να υποστή ουδέ την παραμικροτέραν ζημίαν. Ομοίως και κατά τον τελευταίον ισχυρόν σεισμόν και ως εκ τούτου δύναται οι θεαταί να συχνάζουν άνευ ουδενός φόβου» Ο Αρχιτέκτων Ελευθέριος Κολονέλος.
Το «ΠΑΛΛΑΣ» χαρακτηρίστηκε ως διατηρητέο σχετικά πρόσφατα, στις 4/8/2014, μετά από ενέργειες του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων Λάρισας. Όπως διαβάζουμε στο σκεπτικό της απόφασης: «Πρόκειται για μεσοπολεμικό κτίριο με ιδιάζουσα αρχιτεκτονική διάρθρωση, ρυθμολογία και μορφολογία, αφού κτίστηκε για να χρησιμοποιηθεί ως κινηματοθέατρο. Είναι γενικά κτίσμα διώροφης διάρθρωσης, με έντονο ογκοπλαστικό χαρακτήρα και φέρει τοξωτή στέγαση κατά το μεγαλύτερο τμήμα του, από καμπύλη χαρακτηριστική οροφή, φερόμενη από τοξοειδείς δοκούς που ακολουθούν το καμπύλο σχήμα της.
Σε κεντρικό τμήμα της οροφής, υπάρχει φωτιστικό άνοιγμα (που αναφέρεται ως γυάλινο συρόμενο), υπό μορφή διαφώτιστης διπλής οροφής, ημιδιαφανούς υλικού, το οποίο διαχέει με πολύ ενδιαφέροντα τρόπο το φυσικό φως σε ολόκληρη την κεντρική αίθουσα.» [4]
Ενώ ένα ακόμη κτίριο, από αυτά που διασώζονται, βρίσκεται στο χώρο της παλιάς Παιδόπολης, του σημερινού «ΚΕΘΕΑ ΕΞΟΔΟΣ».
Ο Κολονέλος πέθανε περί τα τέλη Αυγούστου ή αρχές Σεπτεμβρίου του 1961, σύμφωνα με τα λεγόμενα του γείτονα και καλού του φίλου κ. Ρωμανόπουλου. Δυστυχώς δεν μπόρεσα να συγκεντρώσω περισσότερα στοιχεία ή μαρτυρίες για τον ίδιο και το έργο του.
Πρόσφατα πληροφορήθηκα ότι υπάρχει πρόταση του Συλλόγου Αρχιτεκτόνων Λάρισας προς την Αντιδημαρχία Πολιτισμού για τη δημιουργία τοιχογραφίας, σε κάποιο κεντρικό σημείο της πόλης, με θέμα τον Κολονέλο. Μια αποτύπωση φόρος τιμής σε ένα Λαρισαίο Αρχιτέκτονα, που με τα κτίρια που σχεδίασε και κατασκεύασε άλλαξε σημαντικά την αστική αρχιτεκτονική της πόλης μας.
Η καταγραφή της μνήμης είναι πάντα η αφορμή για να ξεκινήσει κάποιος να αναζητά πληροφορίες και η αναζήτηση είναι διαρκής. Θα ήθελα να ευχαριστήσω θερμά την οικογένεια Σακελλαρίου και τον κ. Κλεάνθη Μάρκου, για τις πληροφορίες και την παραχώρηση των φωτογραφιών και θα ήθελα να παρακαλέσω οποιονδήποτε αναγνώστη γνωρίζει περισσότερα στοιχεία ή έχει στην κατοχή του φωτογραφικό υλικό από κατοικίες που σχεδίασε ο Ελ. Κολονέλος και, δυστυχώς, έχουν κατεδαφιστεί να επικοινωνήσει μαζί μου.
Το οδοιπορικό μας στην παλιά Λάρισα συνεχίζεται…
Θωμάς Ζ. Κυριάκος
[1] «ΝΟΣΤΑΛΓΩΝΤΑΣ ΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΛΑΡΙΣΑ – Η οδός Κύπρου (Μέρος Γ)», του Θωμά Κυριάκου, δημοσιεύθηκε στη Larissa Press, στις 14 Μαΐου 2020.
[2] https://engineers.ims.forth.gr/engineer/view?id=11169)
[3] Το 1975, το διάστημα 7/4 με 20/5, συμμετείχε στην Πανελλήνια Καλλιτεχνική Έκθεση που έγινε στο Ζάππειο με ένα έργο της. Το 1977 στο περιοδικό Τέχνης ΖΥΓΟΣ το 29/11,12 επίσης υπάρχει αναφορά σε άρθρο της Άννυ Θ. Κολτσιδοπούλου, “ΤΑ ΤΡΑΙΝΑ ΤΗΣ ΡΙΤΑΣ ΚΟΛΟΝΕΛΟΥ-ΜΠΟΥΡΑ, χρωματικοί εναγκαλισμοί ενός «ψυχρού» θέματος”. (http://giorgosbalurdos.blogspot.com/2018/09/blog-post_15.html).
[4] ΑΑΠ-262 α/ 14.08.2014 Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε., «Χαρακτηρισμός ως διατηρητέων του κελύφους και στοιχείων του κτιρίου που βρίσκεται επί των οδών Κούμα και Αλ. Παναγούλη του εγκεκριμένου ρυμοτομικού σχεδίου Δήμου Λαρισαίων (ν. Λάρισας) και καθορισμός ειδικών όρων και περιορισμών δόμησης αυτών», Απόφαση 38008 4/8/2014, http://estia.minenv.gr/EXEC
[5] Ο Νικόλαος Ματούσης (περίπου 1898-1991) ήταν γνωστός και έγκριτος δικηγόρος της Λάρισας κατά την περίοδο του μεσοπολέμου, όπου ζούσε με την οικογένειά του. Με την κατάληψη της Ελλάδας από τους Γερμανούς τον Απρίλιο του 1941 και με την εν συνεχεία εγκατάσταση των Ιταλικών στρατευμάτων στον ελληνικό χώρο, ο Αλκιβιάδης Διαμάντης βλάχικης καταγωγής πράκτορα της Ρουμανίας και της Ιταλίας βρήκε την ευκαιρία, το Φθινόπωρο του ίδιου χρόνου, επικουρούμενος από τον Νικ. Ματούση, εν ενεργεία δικηγόρο στη Λάρισα και μερικούς άλλους, και με τη συμπαράσταση των Ιταλών κατακτητών και ίδρυσε οργάνωση με την ονομασία Ρωμαϊκή Λεγεώνα. Κύριος σκοπός της ήταν η δημιουργία Βλάχικου αυτόνομου κράτους στην ευρύτερη περιοχή της Θεσσαλίας, με την μορφή ενός Ιταλικού προτεκτοράτου. Εκτός των άλλων η Ρωμαϊκή Λεγεώνα βοηθούσε τις Ιταλικές δυνάμεις στην ανακάλυψη και τη συλλογή των όπλων που είχαν διασπαρθεί μετά την παράδοση του Ελληνικού Στρατού. Οι εμπνευστές της πίστευαν, λανθασμένα όπως αποδείχθηκε, ότι η προσπάθειά τους αυτή θα στηρίζονταν ενεργά από το Βλάχικο στοιχείο. Όμως η Ρωμαϊκή Λεγεώνα δεν είχε την απήχηση που περίμεναν και οι κινήσεις τους συνάντησαν αντίδραση και από την κατοχική κυβέρνηση Τσολάκογλου, αλλά και από τοπικούς παράγοντες στη Θεσσαλία. Η οργάνωση Φιλική Εταιρεία που είχε δημιουργήσει ο Ευάγγελος Αβέρωφ και ο Λαρισαίος γιατρός Νικόλαος Ράπτης, Βλάχικης καταγωγής και οι δύο, αντέκρουε σθεναρά τη δράση της Λεγεώνας και δημοσίευε τακτικά κείμενα στον Τύπο εναντίον της. «Ιχνηλατώντας την παλιά Λάρισα – Η οικογένεια Νικ. Ματούση», του κ. Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου, δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ, στις 4 Μαρτίου 2015.