«Δεν μου αρέσει το Πάσχα, είναι πολύ μελαγχολικό» ακούω να λένε όλο και περισσότεροι άνθρωποι, «προτιμώ την χαρά των Χριστουγέννων». Τι αλήθεια έχουμε πάθει οι άνθρωποι και έχουμε αποσυνδεθεί από την ολότητα της ζωής, έχοντας πιστέψει ή ελπίζοντας στο «παραμύθι» πως ο βίος δεν έχει απώλειες, πόνο και θρήνους…
Θυμάμαι στα παιδικά μου χρόνια τις ανθρώπινες κοινωνίες των μικρών κοινοτήτων να συμβαδίζουν με το θείο δράμα και να συμμετέχουν πιο βιωματικά στον θρήνο της Μ. εβδομάδας. Η τηλεόραση, αυτές τις λίγες ώρες που έπαιζε από το απόγευμα κι έπειτα, δεν είχε το συνηθισμένο πρόγραμμα, παρά ατελείωτες ώρες κλασσικής μουσικής. Έτσι όπως συνέβαινε και με τον θάνατο κάποιου γνωστού πολιτικού ηγέτη. Ήταν κάπως συνδεδεμένη αυτή η μουσική με την σοβαρότητα του πένθους. Αδιάφορη για εμάς τα παιδιά της παραδοσιακής ελληνικής υπαίθρου που τα ακούσματά μας ήταν πολύ διαφορετικά. Για παράδειγμα το πένθος διαμοιραζόταν τόσο όμορφα και συγκινητικά μέσω των μοιρολογιών της δημοτικής μας μουσικής παράδοσης, τα οποία σε σύγκριση ακόμη και με την καλύτερη κλασσική μελωδία είχαν το προνόμιο και την μοναδική ικανότητα να διεγείρουν το θυμικό μας.
Αλλά κι όλα τα υπόλοιπα δρώμενα κυλούσαν σε μια καθημερινότητα που επιχειρούσε να είναι διαφοροποιημένη. Οι άνθρωποι στεκόταν με δέος μπροστά στα πανανθρώπινα μηνύματα της Σταύρωσης και της Ανάστασης και η περίοδος αυτή λειτουργούσε -ασυνείδητα- ως εσωτερικός διαλογισμός και συνάμα ως συνδετικός κρίκος με τους άλλους.
Πολλά εθιμικά δρώμενα αποτύπωναν αυτή την μυστηριακή σύνδεση των ανθρώπων με τα ιδανικά της πίστης, όπως για παράδειγμα το ταφικό έθιμο του ιστορικού Πόντου που μεταφέραν οι Έλληνες και στον ελλαδικό χώρο, να τρώνε στο νεκροταφείο παρέα με τους νεκρούς τους. Δείγμα μιας εποχής που οι άνθρωποι βίωναν έμπρακτα την θρησκευτική αντίληψη για την μετά θάνατο ζωή, μα κυρίως την ζωή τους εξοικειωμένη με την έννοια του θανάτου.
Σήμερα που τον πόνο και το θανατικό τα συναντούμε σε ζωντανή μετάδοση, καταδεικνύουμε πως καταντήσαμε να είμαστε μια κοινωνία τηλε-θεατών και της ζωής και του θανάτου. Μοιάζει οι άνθρωποι να έχουν απωλέσει την πνευματική διάσταση να φοβούνται να βιώσουν τα συναισθήματά τους και να στέκονται ακρωτηριασμένοι μπροστά στο δέος της ζωής, στις χαρές και τις λύπες της.
Γιατί;
Σίγουρα αυτό που συμβαίνει είναι πως οι άνθρωποι έχουν χάσει την πίστη τους. Και δεν εννοώ κατ’ ανάγκη την θρησκευτική.
Πίστη, είναι τα πιστεύω μας, δηλαδή η τιμή και η προάσπιση των αξιών και των αρχών μας. Η πίστη έρχεται εκεί όπου η λογική μας δεν μπορεί να δώσει απαντήσεις, γιατί τα αδιέξοδα της λογικής χρειάζονται την πίστη. Όχι ως παθητική στάση, αλλά ως σκέψη, θέση και δράση. Ως ικανότητα να διεκδικείς να είσαι ο εαυτός σου και να παίρνεις την
ευθύνη για αυτό. Να γίνεσαι διαρκώς καλύτερος, να βρίσκεις την θέση σου στον κόσμο και να έχεις γαλήνη και ηρεμία. Να αναρωτιέσαι ποιες είναι οι προσωπικές σου ρωγμές και πως θα τις αξιοποιείς προς το σκοπό της αυτοπραγμάτωσης.
Γιατί ο άνθρωπος είναι ένα έργο σε εξέλιξη. Σε όποια συνθήκη κι αν βρεθεί. Ακόμη και σήμερα σε μια πολεμική εποχή, με πολέμους πραγματικούς και συμβολικούς, όπου ο άνθρωπος συνεχώς συρρικνώνεται, πνευματικά, ηθικά και συναισθηματικά.
Σε αυτόν τον δυστοπικό κόσμο ο καθένας μας χρειάζεται να αναρωτηθεί εάν μπορεί να φτιάξει το δικό του Πάσχα. Να βρει μέσα του εκείνους τους συμβολικούς διαδρόμους ώστε να καταφέρει να βιώνει την ζωή ολόψυχα, είτε πονά, είτε χαίρεται. Δύο συναισθήματα που διατρέχουν τα νοήματα της Μ. εβδομάδας, νοήματα με βαθιά ανθρώπινο ή ακόμη και κοινωνικό και πολιτικό περιεχόμενο. Και σίγουρα νοήματα που συντελούν στον εξανθρωπισμό του ανθρώπου. Στην βάση αυτών των νοημάτων είναι η πίστη στον νόμο του Θεού (στον νόμο των ανθρώπων, κατ’ άλλους), η πίστη στον άνθρωπο (και στον εαυτό μας) και η ηθική ενός καλύτερου κόσμου. Για έναν καλύτερο κόσμο αξίζει να θυσιάσουμε ένα μεγάλο μέρος της εγωκεντρικότητας μας, αυτό το κομμάτι του εαυτού που αρέσκεται να μην πονά και να μην αποδέχεται την νομοτέλεια της ζωής, τον θάνατο κι όλες τις επιμέρους απώλειες.
Η Μ. εβδομάδα μας δίνει συμβολικά αυτή την δυνατότητα ως μια διαρκής υπενθύμιση της αξίας του θρήνου και της μετασχηματιστικής του ικανότητας. Της καθαρτικής λειτουργίας του βιωμένου πόνου και της μετατροπής της απώλειας σε απουσία και εν συνεχεία σε νέες νοηματικές οντότητες, συνεπώς σε έναν καλύτερο εαυτό και ίσως σε έναν καλύτερο κόσμο.
Αφεθείτε στον θρήνο των ημερών, κλάψτε για τα πεθαμένα σας (κομμάτια, ψυχές, ανθρώπους, κ.α.) και χαρείτε για το δώρο της ζωής…