Και εξαίφνης, μέσα στην αμεριμνησία του Αυγούστου, βρισκόμαστε μπροστά στην έκρηξη όλων των «κοιμισμένων» μετώπων. Η πολιτική κυριαρχία της Κυβέρνησης, που διαμόρφωνε κατά την επιλογή της και ανεμπόδιστα την ατμόσφαιρα της δημόσιας σύγκρουσης, μοιάζει να υποχωρεί μπροστά σε ένα γεγονός που ανακινεί όλο σχεδόν το πρόσφατο πολιτικό παρελθόν.
Η παρακολούθηση του τηλεφώνου του κ. Ανδρουλάκη τραβάει μια γραμμή στη σημερινή διακυβέρνηση. Ένα πριν και ένα μετά το γεγονός αυτό έχει ήδη εγκατασταθεί. Τα πράγματα άλλαξαν. Μαζί και η ένταση της ματιάς των πολιτικών δυνάμεων στην Κυβέρνηση καθώς και των πολιτών στην Κυβέρνηση και στις πολιτικές δυνάμεις. Η αδυναμία λόγου των πολλών δεν σημαίνει και απουσία κρίσης τους.
Το πρώτο μέτωπο αφορά την Κυβέρνηση. Ήδη απέναντι στα κυβερνητικά επιχειρήματα, που κινούνται μέσα στον φορμαλισμό και την τυπικότητα, θεμελιώθηκε μια σοβαρή, συγκροτημένη και συνταγματικά στέρεη ανασκευή του επίσημου λόγου της εξουσίας. Η κυβερνητική δυσκολία να αιτιολογήσει επαρκώς τις σχετικές αποφάσεις , οι αντιφάσεις και τα κενά, οδήγησαν την υπόθεση στο ιδεολογικό άκρο της, με την κριτική να θυμίζει τόσο τη φύση της εξουσίας όσο και πρακτικές του παρελθόντος , που δίνουν αφορμή να τεθεί η ξεπερασμένη διάκριση Δεξιά – Αριστερά ως νέο θέμα συζήτησης. Σε μια εποχή που δεν αντέχει να δει τον σημερινό εαυτό της, καμία έκπληξη δεν γεννά η ανάκληση κάθε τι διαθέσιμου που έχει ήδη περιπέσει στην αδιαφορία.
Το δεύτερο μέτωπο την νομιμότητα. Πόσο ευάλωτοι είμαστε στην αυθαιρεσία της κρατικής εξουσίας; Πόσο ρευστά γίνονται τα κριτήρια της προστασίας των δικαιωμάτων και της ατομικής αξιοπρέπειας μπροστά στο βάρος της επίκλησης του εθνικού συμφέροντος; Ποια είναι η άμυνα; Υπάρχει άμυνα ή όλα είναι ένα θεωρητικό πλέγμα στη διάθεση της ερμηνείας του κατά συγκυρία ισχυρού; Αυτά τα ψυχρά ερωτήματα που παγώνουν τον αποδέκτη αποτελούν ένα αόρατο μέτωπο, που απασχολεί τον καθημερινό υποψιασμένο πολίτη, ο οποίος παρακολουθεί μια υπόθεση για την οποία γνωρίζει ότι πάντα θα του διαφεύγει.
Το τρίτο μέτωπο αναπτύσσεται στο διαδίκτυο. Εκεί, γύρω από την υπόθεση, ένας κόσμος σε σύγχυση, αδιαφορώντας πλήρως για τα γεγονότα, με οδηγό μια επιλογή οπαδική, είναι έτοιμος να δικαιολογήσει κάθε πράξη, όσο αντιδημοκρατική και αν είναι, προκειμένου να στηρίξει ένα κέντρο εξουσίας, με το οποίο συνδέεται ιδεολογικά και το οποίο επιλέγει τυφλά ως ανάχωμα στους πολιτικούς εχθρούς του, όπως ο καθένας τους αποτιμά.
Εν τω μεταξύ κάτω από την επιφάνεια των γεγονότων «στήνεται» το επόμενο εκλογικό μέτωπο. Μέσα του όλα τα μικρά και μεγάλα μέτωπα συμπυκνωμένα θα ανακεφαλαιωθούν. Εκεί θα αφομοιωθεί και το τελευταίο μέτωπο των ημερών, που, ενώ θα συνεχίσει να απασχολεί την επικαιρότητα, θα τελεί υπό την κρίση ενός υπέρτερου μετώπου, της αναγακαιότητας διακυβέρνησης.