Της Μαρίας Παπουτσή
Όταν σφίγγουν το χέρι ο ήλιος είναι βέβαιος για τον κόσμο,
όταν χαμογελάνε ένα μικρό χελιδόνι φεύγει μέσ’ απ’ τ’ άγρια γένια τους,
όταν σκοτώνονται η ζωή τραβάει την ανηφόρα με σημαίες και με ταμπούρλα.*
Εσείς το γνωρίζατε πως οι φυσιοθεραπείες πονάνε;
Εγώ, πάντως, όχι.
Το έμαθα πρόσφατα, με τον παραδοσιακό τρόπο: βόγκηξα και το έμαθα.
Συμφυτική θυλακίτιδα στον αριστερό ώμο (γνωστή και ως σύνδρομο «παγωμένου ώμου»), με ταλαιπωρεί εδώ και μερικούς μήνες, με κύρια κλινική εκδήλωση την έντονη δυσκαμψία της άρθρωσης, σε συνδυασμό με οξύ πόνο.
Μιλάμε για αυθεντική οδύνη, για δευτερόλεπτα ή κλάσματα του δευτερολέπτου διαπεραστικού πόνου, αρκετού για να τον θυμάται πνεύμα και σώμα.
Μεγάλο σχολείο η οδύνη! Σου αλλάζει τη ζωή, την οπτική, την άποψη για τον εαυτό σου.
Σε ξεγυμνώνει από την όποια ωραιοποιημένη εικόνα διαθέτεις για αυτόν και σε υποχρεώνει να τον δεις ξεκάθαρα, στην αδυναμία, στη μικρότητα, στη γυμνή οδυνηρή του αλήθεια.
Καθώς το σώμα μου παρέμενε εξουδετερωμένο από τον πόνο, ανέλαβε το μυαλό μου, που – κακά τα ψέματα – είναι το δυνατό μου, ας πούμε, σημείο.
Διατάσεις, εκτάσεις, ασκησιολόγιο, παυσίπονα και σκέψεις η ρουτίνα μου για την περίοδο του Απρίλη.
Το χιούμορ επιστρατεύτηκε σχεδόν αυτόματα, βοηθώντας αρκετά.
Αφού αποφάσισα πως θα αποκαλώ τον φυσιοθεραπευτή μου με το κομψό και διακριτικό προσωνύμιο «Νίκος ο Προκρούστης» – από τον μυθικό ληστή της Αθήνας, που βασάνιζε και δολοφονούσε τα θύματά του – ξεκίνησα να πλάθω στο μυαλό μου φανταστικά σενάρια… ανταπόδοσης της φυσιοθεραπευτικής «περιποίησης», για να το κρατώ απασχολημένο.
Τι κι αν η κατάρτιση, η εμπειρία και η φροντίδα του έφεραν σύντομα εντυπωσιακά αποτελέσματα, μειώνοντας, μάλιστα, κατά το ήμισυ το προσδόκιμο της διάρκειας της θεραπείας μου, το «Προκρούστης» αμετακίνητο! Σχεδόν τον λυπήθηκα σε κάποια φάση, αλλά το παρατσούκλι εκεί!
Σύντομα άρχισε να μου γίνεται ξεκάθαρο, πως οι άμυνές μου – σωματικές και ψυχικές – απέναντι στον πόνο, δεν ήταν και τόσο αξιοθαύμαστες. Για την ακρίβεια, στις περισσότερες των περιπτώσεων ήταν μηδαμινές!
Με θλίψη ομολογώ, πως υπήρξαν στιγμές, που αισθανόμουν διατεθειμένη να κάνω τα πάντα, αρκεί να σταματήσει ο πόνος!
Δεν ξέρω πως σας ακούγεται εσάς αυτό το «τα πάντα». Για μένα η υποψία και μόνο της σκέψης υπήρξε πραγματική ψυχρολουσία!
Πάντα θαύμαζα τους λιγομίλητους, τους δωρικούς, τους ανθρώπους των έργων και της δράσης, τους ακλόνητους από στις πεποιθήσεις τους. Τους ταγμένους!
Οι άνθρωποι αυτοί πρωταγωνιστούν σε ιστορίες, που αλλάζουν ζωές, πολύ πιο συχνά από τους ανθρώπους της δικής μου… συνομοταξίας, αυτούς δηλαδή που εξετάζουν οπτικές, τους έχοντες περισσότερο να πουν, να αναπτύξουν και να αναλύσουν – καλή ώρα – παρά να πράξουν.
Συνειδητοποίησα, τότε, πως αυτό το «τα πάντα» που ήμουν – έστω και για δευτερόλεπτα – διατεθειμένη να υιοθετήσω, για να αποφύγω τον πόνο, με τοποθετούσε αυτόματα απέναντι σε ένα βαρύτατα υπαρξιακό ερώτημα, η απάντησή μου στο οποίο, διόλου δε με κολακεύει, ως προσωπικότητα:
Τι είναι ικανός να κάνει ένας άνθρωπος, για να αποφύγει την οδύνη; Τα πάντα!
Συγχαρητήρια κυρία μου! Να σας χαίρονται και να σας καμαρώνουν!
Σκούρα τα πράγματα!
Κάπου ανάμεσα σε… απολαυστικές συνεδρίες με τον «Προκρούστη», άυπνες νύχτες στο κρεβάτι του πόνου και την αυτοεκτίμησή μου σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα, ξεκίνησε η προετοιμασία του άρθρου μου με θέμα την Εργατική Πρωτομαγιά.
Εκεί όλα έγιναν θεοσκότεινα, μέχρι που, ευτυχώς, ξημέρωσε ο ήλιος στην Ιθάκη…
Δε γίνεται να αναλογιστώ την Πρωτομαγιά, δίχως να ακουμπήσει ο λογισμός μου στον Γιάννη Ρίτσο. Ο αγαπημένος μου ποιητής, έχει ιδιαίτερη σχέση με τη συγκεκριμένη ημέρα, όχι μόνο ξεκάθαρα ιδεολογική, ως ιστορικό στέλεχος του ΚΚΕ και άνθρωπος που έζησε αγώνες, διώξεις και εξορία, αλλά δημιουργική και υπαρξιακή – με τον κυριολεκτικό όρο της λέξης.
Πρώτη του Μάη του 1909 γεννήθηκε στη Μονεμβασιά ο δημιουργός της «Ρωμιοσύνης», της «Σονάτας του Σεληνόφωτος» και τόσων ακόμη αριστουργημάτων.
Τα βιώματά του και το ταραχώδες πολιτικό σκηνικό της Ελλάδας αποτυπώθηκαν μεγαλειωδώς στο έργο του, με κορυφαίο παράδειγμα τη συγγραφή του «Επιταφίου»*. Από το αίμα του διαδηλωτή της Θεσσαλονίκης, τον Μάη του 1936 και τον θρήνο της μάνας, πάνω από το άψυχο σώμα του, γεννήθηκε το μεγαλειώδης αυτό έργο – σταθμός στην πορεία του. «Μέρα Μαγιού μου μίσεψες, μέρα Μαγιού σε χάνω…».
Άντε τώρα να σταθείς απέναντι στους στίχους του, όταν έχεις σκεφτεί το «τα πάντα», όχι γιατί απείλησαν τη ζωή σου ή εκείνη των ανθρώπων που αγαπάς, όχι γιατί έχασες τη δουλειά και το ψωμί σου, ούτε γιατί εξορίστηκες για τα πιστεύω σου σε ένα ξερονήσι στη μέση του πουθενά, ή γιατί σε κατακρεούργησαν και διέλυσαν το σώμα σου με ανείπωτα βασανιστήρια, αλλά, γιατί ένας άρτια καταρτισμένος επιστήμονας εφάρμοσε, με επιτυχία, μια διάταση στο χέρι σου, προκαλώντας σου τον ελάχιστο ευεργετικό πόνο!
Πως να μην αναρωτηθείς πως μπόρεσαν και άντεξαν τόση κακουχία, τόσα βασανιστήρια, τόση οδύνη οι αγωνιστές και οι αγωνίστριες, οι αόρατοι αλλά αιώνια παρόντες πρωταγωνιστές της Εργατικής Πρωτομαγιάς; Πως δε λύγισαν; Πως δεν υποχώρησαν;
Πώς να μην αναρωτηθείς, εσύ τι θα έκανες στη θέση τους;
Πάντα στον νου σου να ‘χεις την Ιθάκη.
Το φθάσιμον εκεί είν’ ο προορισμός σου.
Αλλά μη βιάζεις το ταξίδι διόλου.
Καλύτερα χρόνια πολλά να διαρκέσει·
και γέρος πια ν’ αράξεις στο νησί,
πλούσιος με όσα κέρδισες στον δρόμο,
μη προσδοκώντας πλούτη να σε δώσει η Ιθάκη.
Η Ιθάκη σ’ έδωσε τ’ ωραίο ταξίδι.
Χωρίς αυτήν δεν θα ‘βγαινες στον δρόμο.
Άλλα δεν έχει να σε δώσει πια.
Κι αν πτωχική την βρεις, η Ιθάκη δεν σε γέλασε.
Έτσι σοφός που έγινες, με τόση πείρα,
ήδη θα το κατάλαβες οι Ιθάκες τι σημαίνουν*.
Σαν σήμερα, 29 Απριλίου, ημέρα δημοσίευσης του κειμένου που διαβάζετε γεννήθηκε το 1863 και πέθανε το 1933 ο ποιητής της «Ιθάκης», Κωνσταντίνος Καβάφης. Δεν το γνώριζα. Το έμαθα στη διάρκεια της έρευνας μου για την Πρωτομαγιά. Ζωή και θάνατος την ίδια μέρα. Τέλειος κύκλος.
Ήρθαν οι στίχοι του βάλσαμο. Υψώθηκε το ηθικό μου, έτοιμο ξανά να πορευτεί: «Πάντα στον νου σου να ‘χεις την Ιθάκη. Το φθάσιμον εκεί είν’ ο προορισμός σου».
Θα το κάνω το ταξίδι.
Δεν ξέρω αν θα τα καταφέρω να ξαναδιαβάσω, δίχως ντροπή, τον “Επιτάφιο” ή αν θα αναλογιστώ με την ίδια παρρησία τη “Ρωμιοσύνη”.
Το ταξίδι πάντως είμαι αποφασισμένη να το κάνω, με ό,τι έχω και με ό,τι είμαι.
«Γραφιάς», αναγράφεται στο εισιτήριο για την Ιθάκη μου!
Ας είναι.
Κάποιος πρέπει να καταγράψει, να διαφυλάξει, να προστατέψει τη μνήμη όσων έδωσαν σάρκα και οστά, το αίμα και την ίδια τους τη ζωή, για να ξημερώσουν μέρες καλύτερες για τους επόμενους.
Κάποιος πρέπει να πει, αφού δεν είναι άξιος να κάνει.
Τώρα που μετρήθηκα, αναμετρήθηκα και με βρήκα λίγη, νιώθω, ειλικρινά, πιο ήσυχη. Θαυμάζω πια τις κορυφές, δίχως ψευδαισθήσεις. Δεν είμαι άξια να υψωθώ στο δικό τους ανάστημα, αλλά μπορώ να το διακρίνω, να το νιώσω, να το αναγνωρίσω και να το ονομάσω σωστά.
Αυτό από μόνο του είναι κάτι.
Να μπορώ, δηλαδή, να πω με απόλυτη βεβαιότητα, πως η Εργατική Πρωτομαγιά – αντίθετα με τη μαύρη επέτειο της 21ης Απριλίου – γιορτάζεται όντως και μαζί της η μνήμη των αγωνιστών του παρελθόντος, η αναγνώριση αυτών του παρόντος και η προετοιμασία εκείνων του μέλλοντος!
Εμένα αυτό, τουλάχιστον, ο Ρίτσος και η Ιστορία μου το διδάξανε σωστά, κι ας το ξεστόμισα μέσα μου το ρημάδι το «τα πάντα», κι ας μη βρέθηκα παιδί στην εξορία, όπως (διατείνονται) κάποιοι άλλοι!
Χαλάλι και το «μαρτύριο του Προκρούστη» που μου έδειξε μέσα από τον πόνο, πως πάγωσε ο ώμος μου, όχι η ανθρωπιά μου!
* Γιάννης Ρίτσος, «Ρωμιοσύνη», εκδόσεις Κέδρος.
* Στη διάρκεια των εργατικών διαδηλώσεων τον Μάη του 1936 στη Θεσσαλονίκη, ο τότε Πρωθυπουργός Ιωάννης Μεταξάς απαίτησε τη δραστική καταστολή των κινητοποιήσεων. Η αστυνομία έστησε πολυβόλα απέναντι στους διαδηλωτές. Απολογισμός 12 νεκροί, ανάμεσά τους και ο αυτοκινητιστής Τάσος Τούσης που έπεσε νεκρός, στη διασταύρωση των οδών Εγνατίας και Βενιζέλου. Ο θρήνος της μάνας του πάνω από το άψυχο κορμί του γιού της καταγράφηκε φωτογραφικά και δημοσιεύτηκε την επόμενη μέρα στην εφημερίδα Ριζοσπάστης. Ο Γιάννης Ρίτσος συγκλονισμένος από την εικόνα της μάνας κλείστηκε για δυο μερόνυχτα στην κάμαρά του και όταν βγήκε είχε στα χέρια του δεκατέσσερα ποιήματα- θρήνους. Έτσι γράφτηκε το αριστούργημά του «Επιτάφιος».
* Κ.Π. Καβάφης, Δώδεκα μονόφυλλα, Ιθάκη, εκδόσεις Νεφέλη 2013.