Ανάμεσα σε λυγμούς και σε παροξυσμούς κρατώ τη γλώσσα μου,
γιατί νομίζω πως θα ’ρθει η στιγμή που δεν θα αντέξω
και θα ξεσπάσω και δεν θα φοβηθώ και θα ελπίζω
και κάθε στιγμή το λαρύγγι μου θα γεμίζω με ένα φθόγγο ,
με έναν ψίθυρο, με ένα τραύλισμα, με μια κραυγή που θα μου λέει:
«Μίλα!»…
Ναζίμ Ασίν
Ξημερώνει κάποτε η μέρα που η ζωή σου θα αλλάξει για πάντα.
Δεν το γνωρίζεις, αλλά αυτό θα συμβεί.
Ας πούμε μια Παρασκευή του Φλεβάρη, λίγο πριν τις δέκα το βράδυ.
Στα 30 σου χρόνια.
Τότε, που λένε πως έχεις όλη σου τη ζωή μπροστά.
Αισθάνεσαι από καιρό μια κόπωση, μια έλλειψη ενέργειας, μια αδυναμία.
Λες στον εαυτό σου «δεν είναι τίποτα» και το πιστεύεις.
Γιατί τίποτε κακό δεν μπορεί να σου συμβεί στα 30 σου!
Είσαι νέος, γεμάτος ενέργεια, επιθυμίες κι όνειρα.
Με λίγα λόγια είσαι ανίκητος, ατρόμητος, σχεδόν άφθαρτος.
Όλα συμβαίνουν σε κλάσματα δευτερολέπτου.
Ανάμεσα στο τραπέζι της κουζίνας και στον μικρό μπουφέ, δίπλα στα δύο πιο αγαπημένα σου πρόσωπα, εκεί που όλα φωνάζουν ασφάλεια, συναντιέσαι για πρώτη φορά με τη μεγαλύτερη αλήθεια της ζωής κι ο κόσμος σου υποχρεώνονται σε βίαιη παύση.
Πεθαίνω;
Οξύς διαπεραστικός πόνος στο στήθος, αντανακλαστικός στην πλάτη, παράλυση όλης της αριστερής πλευράς, κανένας έλεγχος στο χέρι, το πόδι σου, στο σώμα σου ολόκληρο.
Σκοτάδι. Σύντομο. Σα σκηνική οδηγία.
Σκοτάδι και σε 3 δευτερόλεπτα fade in.
Βρίσκεσαι στο πάτωμα.
Γύρω σου φωνές και πανικός.
Μέσα σου μια παράξενη ηρεμία, μια γαλήνη στα όρια του ονειρικού.
Ψέματα.
Νεκρική σιωπή κι απόκοσμη παγωμάρα είναι.
Υψώνεις το βλέμμα σου. Αναγνωρίζεις τον τρόμο στα μάτια των δικών σου.
Τα δικά σου τα νιώθεις γυάλινα, κενά.
Βαθιά ανάσα.
Πονάς; Όχι.
Ζαλίζεσαι; Ναι, λίγο.
Πως αισθάνεσαι τα άκρα σου; Λίγο μουδιασμένα αλλά τα ελέγχω.
Σήκω.
Δε θες να πας στο νοσοκομείο.
Όταν μετά από καιρό το αναλογίζεσαι, αναγνωρίζεις το μόνο λάθος στις αντιδράσεις σου.
Έπρεπε να πας. Ήταν τεράστιο ρίσκο που δεν πήγες. Έπρεπε να πας.
Ζήτησες δύο μέρες δικές σου, πριν αλλάξουν όλα και σου επιτράπηκαν, δίχως κόστος, δίχως να τις πληρώσεις ακριβά.
Δύο μέρες για να προετοιμαστείς για αυτό που θα ακούσεις, για το άγνωστο, για το δύσκολο, για το διαφορετικό.
Γιατί στις δέκα παρά εκείνο το βράδυ μιας Παρασκευής ενός Φλεβάρη κατάλαβες, πως αυτή ήταν η μέρα που η ζωή σου θα αλλάξει για πάντα.
Και άλλαξε.
Πρώτα με ατελείωτες ώρες αναμονής, εξετάσεις, κόντρα εξετάσεις και μερικές ακόμη…
Σε νοσοκομεία μεγάλα και σε ιδιωτικά ιατρεία…
Στον οικογενειακό καρδιολόγο στην πόλη σου, σε έναν δεύτερο εξίσου αξιόλογο, στην Αθήνα, στο Ωνάσειο, στο νοσοκομείο Αλεξάνδρα, σε κορυφαίους καθηγητές και καρδιοχειρουργούς διεθνούς φήμης.
Τους είδες όλους.
Όταν λέμε όλους, εννοούμε όλους.
Γιατί μπορούσες.
Γιατί η ζωή και ο θάνατος έχουν ταξικό πρόσημο, όταν η δωρεάν δημόσια υγεία από κοινωνική παροχή, μετατρέπεται σε ακριβό εμπορικό προϊόν.
Γιατί εσύ – αντίθετα με εκατομμύρια συνανθρώπους σου – είσαι προνομιούχα.
Γιατί το δικό σου περιβάλλον κίνησε όλα τα νήματα, για να διαφυλάξει το νήμα της ζωής σου και τα κατάφερε.
Όσο διαρκούσε η τουρνέ στην ελίτ της καρδιολογικής κοινότητας της χώρας, νέες έννοιες άρχισαν να εισβάλουν στην καθημερινότητά σου:
Συγγενής πλήρης κολποκοιλιακός αποκλεισμός.
Σταθερή καρδιακή συχνότητα, 32-34 παλμοί το λεπτό.
Συντηρητική ζωή και παρακολούθηση.
Τοποθέτηση τεχνητού βηματοδότη.
Κίνδυνος αιφνίδιου θανάτου.
Κίνδυνος αιφνίδιου θανάτου.
Κίνδυνος αιφνίδιου θανάτου.
Ξεκόλλα!
Η διάγνωση σαφής και ομόφωνη!
Αυτά είναι τα καλά της καρδιάς.
Η καρδιά είναι μια μηχανή και οι βλάβες της είναι πάντα σαφείς. Δεν υπάρχει περιθώριο λάθους στη διάγνωση.
Έλαβες λοιπόν τη δική σου.
Έφτασε η ώρα να πάρεις αποφάσεις.
Συγκεκριμένα μία απόφαση.
Άνοιξες τα αφτιά σου και άκουσες καλά όλους τους λαμπρούς επιστήμονες, που μολονότι συμφωνούσαν στη διάγνωση, διαφωνούσαν στην αντιμετώπισή της.
Τους άκουσες και μετά τους αγνόησες.
Άκουσες το σώμα σου, γιατί το σώμα σου είχε πια αλλάξει, μαζί και το πνεύμα σου.
Το σώμα σου κουραζόταν εύκολα, με δυσκολία το σήκωνες από το κρεβάτι, με κόπο σε ακολουθούσε, σε όσα λίγα του ζητούσες.
Το πνεύμα σου – αντίθετα – υπερλειτουργούσε, έκλεινε κουτάκια, έκανε υπολογισμούς, έκρυβε αγωνίες και ξεκίνησε να απλώνεται σε σκέψεις μεγάλες.
Από παιδί ένιωθες το άγγιγμα του Θεού. Όταν σου απαρίθμησαν, σε πόσες περιπτώσεις – από τα παιδικά σου χρόνια έως τα πιο πρόσφατα – φλέρταρες στενά με το έμφραγμα ή την ανακοπή, κατάλαβες γιατί.
Έκλαψες και παρακάλεσες για χρόνο και παράταση ζωής, γιατί δεν άντεχες τον σπαραγμό στα πρόσωπα των ανθρώπων σου, την αγωνία και τον φόβο τους.
Χρόνια μετά έκλαψες και για σένα, για τον πόνο και τον φόβο τον δικό σου, όχι όμως τότε. Τότε είχες μάτια μόνο για τους άλλους.
Ήρθε η πρώτη επέμβαση.
Κρίση πανικού. Η μοναδική της ζωής σου.
Την ώρα που περίμενες την ιατρική ομάδα να μπει στο χειρουργείο, με τις πεταλούδες στις φλέβες, γυμνός κάτω από την πράσινη ποδιά, πάνω στο παγωμένο χειρουργικό τραπέζι.
Μόνος.
Απέναντι σου στον τοίχο ένα ρολόι, να μετρά αργά και βασανιστικά τα λεπτά και να σου φαίνονται τα δευτερόλεπτα αιώνες.
Όλα να γυρίζουν, ιδρώτας κρύος και μια τάση να φύγεις, να φύγεις, να φύγεις…
Ήθελες να τα πετάξεις όλα, να ξηλώσεις πεταλούδες και ποδιές και να το βάλεις στα πόδια.
Να τρέξεις μακριά, στην προηγούμενη ζωή σου.
Σήκωσες το χέρι να το κάνεις. Στη μέση της κίνησης σταμάτησες.
Σκέφτηκες.
Θεέ μου, αύριο όλα αυτά θα είναι παρελθόν.
Αύριο θα ξεκινήσω να τα βρω όλα από την αρχή.
Ανάσα. Κι άλλη ανάσα καλύτερη. Κι επόμενη…
Έμεινες.
Τέσσερις ώρες απόλυτης ακινησίας, με τοπική νάρκωση και σε πλήρη επαφή με το περιβάλλον.
Άντεξες. Αδιαμαρτύρητα.
Άντεξες τον πόνο, που ευτυχώς δεν ήταν και τόσο δυσβάσταχτος.
Άντεξες την αίσθηση του ξένου σώματος στο δικό σου.
Άντεξες να νιώθεις τα καλώδια του βηματοδότη να μπαίνουν και να βγαίνουν στις φλέβες σου, μέχρι να πάρουν τη σωστή θέση.
Άντεξες το δεμένο στο σώμα χέρι επί σαράντα μέρες.
Άντεξες το δέρμα κάτω στη μασχάλη να τρίβεται, να κοκκινίζει και να πονά από τον ιδρώτα και την απαραίτητη ακινησία.
Άντεξες την τεράστια ουλή στο στέρνο σου, που σε χαιρετούσε κάθε φορά που έστρεφες το βλέμμα στου στον κορμό σου.
Άντεξες και αντέχεις τους πόνους με κάθε αλλαγή του καιρού.
Άντεξες και αντέχεις να τα κάνεις όλα αυτά ρουτίνα, σε σημείο που να τα αντιμετωπίζεις σαν ραντεβού στο κομμωτήριο, να τα επαναλαμβάνεις ανά τέσσερα, ανά έξι, ανά οκτώ χρόνια, για να αλλάξεις την μπαταρία του βηματοδότη.
Άντεξες την κακή τοποθέτηση που σου έκανε ένας χειρουργός, όταν δεν του έδωσες φακελάκι.
Άντεξες και αντέχεις την ζημιά στο χέρι σου και το επιπλέον χειρουργείο που χρειάστηκε να κάνεις, για να επανατοποθετηθεί ο βηματοδότης σου κάτω από τον μυ, σε άλλη θέση, με νέες ουλές και ανανεωμένο πόνο.
Άντεξες, γιατί όλα πήγαν καλά και η επιλογή σου δικαιώθηκε, αφού η καρδιά σου λειτουργεί πλέον κατά 0,01 μόνη της και 99,9% χάρη στον τεχνητό βηματοδότη.
Άντεξες και ευχαριστείς κάθε μέρα τον Θεό, που σου έστειλε έναν φίλο της καρδιάς δίπλα σου, μαζί και κυριολεκτικά στο πλευρό σου, σε κάθε χειρουργείο. Ας τον πούμε Μήτσο.
Άντεξες και ευχαριστείς με κάθε χτύπο της καρδιάς σου τον καναδό John Alexander Hopps που αφιέρωσε τη ζωή του για να σχεδιάσει – μεταξύ άλλων – τον πρώτο τεχνητό καρδιακό βηματοδότη.
Άντεξες και ευγνωμονείς τους σπουδαίους επιστήμονες στο Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ιωαννίνων, που με τη γνώση και την ανθρωπιά τους σε κάνουν να νιώθεις ασφαλής και αισιόδοξος.
Άντεξες, γιατί γνωρίζεις πως είσαι από τους τυχερούς, από τους ευνοημένους, από τους προνομιακούς και δεν σου επιτρέπεται να παραπονιέσαι.
Άντεξες, γιατί μέσα στη δοκιμασία έπαιξαν για σένα τα πιο καλά σενάρια.
Άντεξες, γιατί γνωρίζεις πως όλα θα μπορούσαν να είναι διαφορετικά, κι εδώ μιλάμε για ζωή και θάνατο.
Άντεξες και στην πορεία έμαθες πολλά: για την καρδιά, για την συμπτωματολογία των παθήσεών της, για τη διαχείριση, για τις διαδικασίες, τις θεραπείες και τις επεμβάσεις της.
Άντεξες και κατάλαβες πόση σημασία μπορούν να έχουν τα ελάχιστα λεπτά, που χωρίζουν ένα καρδιολογικό περιστατικό από τη σωστή αντιμετώπιση και νοσηλεία του.
Αυτό είναι το κακό της καρδιάς.
Δεν την προλαβαίνεις πάντα. Είναι μια μηχανή που μπορεί να εκραγεί, να σβήσει και να μην επανέλθει ποτέ ξανά.
Κίνδυνος αιφνίδιου θανάτου.
Πες τώρα και τι δεν αντέχεις.
ΜΙΛΑ!
Δεν αντέχεις να σου λένε πως ο δικός σου άνθρωπος που έπαθε έμφραγμα την Δευτέρα το πρωί και νοσηλεύεται σε κρίσιμη κατάσταση στο Γενικό νοσοκομείο της πόλης, μπορεί να γίνει δεκτός στο Αιμοδυναμικό Τμήμα του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου μετά από τέσσερις (!) ημέρες, όταν το ιατρικό προσωπικό σου εξηγεί, πως υπάρχει περίπτωση να μην αντέξει η καρδιά του ούτε τέσσερις ώρες. Κι ας διαθέτει τα μέσα να πληρώσει ιδιωτικό θεραπευτήριο, κι ας χειρουργείται εκεί με επιτυχία τρεις ώρες αργότερα, κι ας πάνε όλα καλά! Δεν το αντέχεις!
Δεν αντέχεις να μαθαίνεις μήνες μετά, τον Ιούλιο του 2022, από ανακοίνωση της Ένωσης Νοσοκομειακών Γιατρών Λάρισας πως για μεγάλο χρονικό διάστημα το Αιμοδυναμικό Τμήμα του Πανεπιστημιακού Γενικού Νοσοκομείου Λάρισας – το μοναδικό της πόλης – υπολειτουργούσε, αφού ο στεφανιογράφος του «σκανδαλωδώς», όπως αναφέρει, λειτουργούσε μόνο σε κατάσταση εφημερίας, μόνο τις μισές ημέρες του μήνα, λόγω των ελλείψεων σε απαραίτητο μόνιμο προσωπικό.
Δεν αντέχεις να διαβάζεις στην ίδια ανακοίνωση πως «σύμφωνα με τις οδηγίες της Διοίκησης της 5ης Υγειονομικής Περιφέρειας Θεσσαλίας, συνιστάται η διακομιδή αυτών των ασθενών στα Τρίκαλα ή την Λαμία, χωρίς όμως να λαμβάνεται υπ’ όψιν η επιβάρυνση της καρδιακής λειτουργίας τους, λόγω της καθυστέρησης στην αντιμετώπιση του εμφράγματος».
Δεν αντέχεις να αντιλαμβάνεσαι πως χρειάστηκε να προκύψει σκάνδαλο, όταν πρώην Δήμαρχος της πόλης σου υπέστη οξύ έμφραγμα μου μυοκαρδίου, το οποίο αντιμετωπίστηκε επιτυχώς στο Αιμοδυναμικό Τμήμα του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου σε ημέρα μη εφημερίας (κοινώς πως η μονάδα λειτούργησε αποκλειστικά για αυτόν, εκτός εφημερίας), για να επαναλειτουργήσει το Αιμοδυναμικό σε καθημερινή βάση, από τις αρχές Σεπτεμβρίου του 2022.
Ξέρετε όμως τι δεν αντέχεις περισσότερο απ’ όλα;
Να διαβάζεις πως ένας νέος άντρας 28 ετών έχει υποστεί έμφραγμα και ανακοπή, τον έχουν επαναφέρει, μεταφέρεται από τη Λάρισα στα Τρίκαλα, για να υποβληθεί σε στεφανιογραφία, λόγω έλλειψης κρεβατιού στη ΜΕΘ του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Λάρισας, παθαίνει δεύτερη ανακοπή και πεθαίνει.
Αυτό δεν το αντέχεις.
Δεν το αντέχεις να κάνει ταξίδι σε τέτοια κατάσταση ένας συνάνθρωπος σου!
Δεν αντέχεις, ενώ δίνει μάχη ζωής και θανάτου, να του δυσχεραίνουν τις πιθανότητές να την κερδίσει ή και να του τις στερούν!
Δεν αντέχεις!
Ούτε και τις Ένορκες Διοικητικής Εξετάσεις, που ακολουθούν κατά παράδοση, αντέχεις.
Δεν φέρνουν ούτε παραπάνω κρεβάτια ΜΕΘ, ούτε περισσότερο ιατρικό προσωπικό, ούτε δεύτερο στεφανιογράφο στο Γενικό Νοσοκομείο της πόλης, ούτε παραιτήσεις, ούτε και τους νεκρούς όλων των ηλικιών πίσω.
Κυρίως αυτούς οι Ε.Δ.Ε. δεν τους φέρνουν πίσω!
Δεν αντέχεις, θέλεις να υψώσεις κραυγή!
Δεν αντέχεις, βγάζεις τα σωθικά σου και τα εκθέτεις δημόσια.
Γιατί έχεις χρέος.
Γιατί εσύ έζησες αλλά δε σου φτάνει!
Γιατί κάποτε πρέπει να φωνάξουμε όλοι για τους άλλους!
Γιατί μπορεί να φτάσει η μέρα που «οι άλλοι» να είμαστε εμείς!
Τι περιμένεις λοιπόν;
Μίλα!
*«Σώπα μη μιλάς» – Ναζίμ Ασίν – Απόδοση Γιάννης Ρίτσος