Χρήστος Οικονόμου: Πες της
2023 μακέτα εξωφύλλου – συντονισμός έκδοσης Μαρία Τσουμαχίδου
εκδ. Πόλις και Χρήστος Οικονόμου σελ. 142
Της Νατάσας Παπουτσή
Είναι η ιστορία μιας κούριερ, διάβασα στο εξώφυλλο. “Μια ιστορία ειπωμένη με γλώσσα που πότε αντιλαλεί και πότε σωπαίνει, ευφραίνεται και συστέλλεται, κρύβεται και φανερώνεται, παλεύοντας ν’ ακολουθήσει τα ματωμένα χνάρια που αφήνουν οι άνθρωποι και τα πράγματα στο χιόνι. Μια ιστορία για το μυστήριο, τον πόνο, την τραγικότητα, την τρέλα, αλλά και την ανθρωπιά, την ελπίδα, την κρυμμένη ομορφιά και την ποίηση της σύγχρονης ζωής”.
Και ήταν ακριβώς αυτό το «Πες της» του Χρήστου Οικονόμου. Μια κοπέλα, ταχυμεταφορέας, που παίρνει και δίνει: δέματα, χρήματα, συναισθήματα.
Ταχυμεταφορέας, σαν αγώνας δρόμου η δουλειά της. Απ’ αυτούς της “μιας ανάσας” που λένε στον στίβο, εκατό μέτρα μετ’ εμποδίων.
Έτσι ήταν και η γραφή του Χρήστου Οικονόμου. Γρήγορη, λαχανιαστή!!
Δυνατό βιβλίο, δυνατές ανθρώπινες ιστορίες… Και να συναντώ μπροστά μου κάθε λίγο αυτήν τη φράση: “Πες της σ’ αγαπάω πολύ και δεν θα το ξανακάνω”.
Το μυστήριο λύνεται στο τέλος αλλά δεν θα το αποκαλύψω. Θέλω να το διαβάσετε. Είναι ζωντανό, είναι ρεαλιστικό, είναι στο σήμερα, ανασαίνει δίπλα μας.
Στην Αθήνα, στον Πειραιά, στην Κρήτη και στο Πήλιο της οικονομικής κρίσης, της μοναξιάς και της πανδημίας. Μια κοπέλα- κούριερ έρχεται σε επαφή με διάφορους χαρακτήρες, συναισθήματα ανθρώπινα, μυρωδιές και δρόμους. Περίεργα ονόματα, πονεμένες ιστορίες, χιούμορ και δάκρυ.
Μόνη τις περισσότερες φορές, τις Δευτέρες μαζί με τη φίλη της, τη Λένα… Κομμώτρια η Λένα, κοιτάζουν μαζί τ’ αστέρια απ’ τις ταράτσες…
“Και τώρα τι γίνεται; Πού θα το βάλουμε αυτό; Λέει και γυρίζει γύρω – γύρω το βλέμμα στο δωμάτιο. Που βάζουν οι μανάδες τις κόρες όταν πεθαίνουν; Πάνω απ’ το τζάκι; Στον πάγκο της κουζίνας; Ή στο ντουλάπι με τα ρύζια και τα μακαρόνια; Καλά το λένε ότι η ζωή είναι οργανωμένη άγνοια”.
«Στη Λαμπράκη πήγα για παραλαβή, ρούχα, ήταν ένας σωριασμένος στο πεζοδρόμιο με κυπελάκι και χαρτόνι βοήθεια πεινάω, την ώρα που πέρναγα έβγαλε το κινητό απ’ την τσέπη – έχω δουλειά, θα σε πάρω εγώ μετά».
«Στο Πέραμα μια φορά ένας μου είπε το μύδι τρώγεται ρουφηχτό σα να φιλάς γοργόνα…».
«Στην Ανωγείων εδώ και ένα τρίμηνο είναι κρεμασμένο από ένα μπαλκόνι ένα πανό που γράφει – Εμείς εναντίον εμείς».
«Στη Γρανικού πήγα φάκελο σε έναν πιτσιρικά με μισοξυρισμένο κεφάλι – απ’ τον κωλόγερο είναι; με ρώτησε, ύστερα τον άρπαξε και τον έκανε κομμάτια».
«Σ’ ένα φροντιστήριο, στον Σχιστό άκουσα από μια ανοιχτή πόρτα κάποιον να φωνάζει: Βρε Στεφανίδη, βρε λεβέντη μου, θα πηδήξω απ’ το παράθυρο βρε. Είναι δυνατό να μου λες ότι μηδέν συν μηδέν κάνει δύο μηδέν;».
Είναι πρώτη φορά που δεν έχω πολλά να πω. Αφήνω να μιλήσει το βιβλίο. Εξαιρετικό!