Φτάσαμε στην τελευταία εβδομάδα αυτού του παρατεταμένου εκλογικού κύκλου, που ολοκληρώνεται την άλλη Κυριακή. Τα αποτελέσματα του 1ου γύρου αυτής της διπλής αναμέτρησης έχουν εγκαταστήσει μια εικόνα και έχουν προδιαγράψει την επόμενη φάση. Η κόπωση, που εκφράζεται και ως αδιαφορία, είναι φανερή, όλοι θέλουν να επιταχυνθεί ο χρόνος.
Πέρα από το εύρος της αυτοδυναμίας, με επτακομματική ή και οκτακομματική Βουλή, το πιο σημαντικό συμπέρασμα αυτού του κύκλου είναι μια ενδιαφέρουσα πολιτική μεταβολή που έχει ήδη τεθεί σε κίνηση και που την αποκρυστάλλωσή της θα δούμε να διαμορφώνεται διαλεκτικά στο χρόνο, μέσα στην τετραετία, που ξεκινάει την Δευτέρα, 26η Ιουνίου.
Μια πολιτική ανασύνθεση έχει ξεκινήσει, οι προϋποθέσεις έχουν απροσδόκητα γρήγορα συγκεντρωθεί. Κανείς δεν θα μπορέσει να αποφύγει την ανάγκη προσαρμογής στη νέα συνθήκη. Ούτε η ίδια η παράταξη που πρώτευσε. Αν κάποιος ανέμενε ένα συμβατικό αποτέλεσμα την 21η Μαΐου, με επανάληψη των αποτελεσμάτων του 2019, η διάψευση είναι καταλυτική. Αυτό που υπήρξε και χάθηκε δεν μπορεί να ανακτηθεί. Ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως τον γνωρίσαμε, δεν μπορεί να ανακάμψει. Ή αυτοανασυγκροτείται ή βιώνει την προοδευτική, προς το τέλος, εξάντλησή του.
Αυτή η καμπή στην ιστορία ενός κόμματος, που επιθετικά κέρδισε το 2015, αξιοπρεπώς έχασε το 2019 και συναντήθηκε με την β΄πράξη της ήττας του την 21η Μαΐου, γίνεται καμπή για το σύνολο της αντιπολίτευσης. Αυτή η εκλογική κατάρρευση – καμπή θέτει σε κίνηση το σύνολο ενός εκλογικού σώματος, που θα δει αύριο τον εαυτό του εκτός εξουσίας. Μια αντιπολίτευση κατακερματισμένη, απροσανατόλιστη, χαμένη στη σύγχυση, σε αδυναμία κατανόησης της συνθήκης, άοπλη να επεξηγήσει αυτό που συνέβη στην κάλπη και αυτό που η κάλπη όρισε ως κατεύθυνση.
Πρόκειται για μια ιδεολογικοπολιτική ήττα διαρκείας. Θα γεννήσει νέες απαιτήσεις και αδήριτα θα οδηγήσει στην ανάγκη ανασύνθεσης. Των δύο κύριων εκφραστών της. Του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ. Το κενό θα ζητήσει κάλυψη. Τίποτα δεν θα αντέξει στον άνεμο της κοινωνικής πλέον συνθήκης, που θα επιβαρυνθεί από τη δημοσιονομική πειθαρχεία ως την πιθανή ιδιοτελή χρήση της εξουσίας από τους νικητές των εκλογών.
Παρατηρείται σε παρόμοιες περιστάσεις εμμονή στο ένδοξο χθες, προσκόλληση στο παρελθόν, αδυναμία ρήξης με δεσμούς και σύμβολα παλαιών εποχών. Αυτό που οι άνθρωποι αδυνατούν να αλλάξουν, οι πολιτικοί αντίπαλοί τους το κάνουν όπλο. Η πολιτική ανασύνθεση που έρχεται μετά τις εκλογές δεν θα αφήσει ανέγγιχτες ακόμη και τις οργανωτικές δομές που γνωρίσαμε και ως εμπειρίες και παραστάσεις του παρελθόντος αποτελούν ανάχωμα στο νέο. Η ανάγκη κινεί την ιστορία.
*Δημοσιεύτηκε στο Βήμα της Κυριακής