Της Ειρήνης Παπουτσή – ΦΩΤΟ: Δ. Καστανάρας // LarissaPress
Σπουδαίο ερευνητικό έργο μα και εξωστρέφεια έχει να επιδείξει το Εργαστήριο Βιοτεχνολογίας Φυτών και Περιβάλλοντος του Τμήματος Περιβαλλοντικής Μικροβιολογίας και Βιοτεχνολογίας στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, με τους ερευνητές του να μας καλούν σε μια ενδιαφέρουσα συζήτηση και τη LarissaPress να περνά την πόρτα των εργαστηρίων του, ιχνηλατώντας μια αξιόλογη προσπάθεια που δίνει λύσεις στην Ευρώπη για το περιβάλλον και την καταπολέμηση εχθρών και ασθενειών σημαντικών καλλιεργειών της Μεσογείου.
Η συνάντηση πραγματοποιήθηκε στον χώρο του πανεπιστημιακού συγκροτήματος “Βιόπολις”, με τον Δημήτρη Καρπούζα, καθηγητή Περιβαλλοντικής Μικροβιολογίας και Βιοτεχνολογίας και την Καλλιόπη Παπαδοπούλου, καθηγήτρια Βιοτεχνολογίας Φυτών να μιλούν με ενθουσιασμό για το έργο μιας εξαιρετικής ερευνητικής ομάδας, που αναλαμβάνει καινοτόμα πρότζεκτ, τα οποία αφορούν στον ευαίσθητο τομέα του περιβάλλοντος.
«Βρισκόμαστε στη Λάρισα από το 2006 για το στήσιμο μια ερευνητικής ομάδας, με το Τμήμα να “χτίζει” σταδιακά το δικό του brand name καταφέρνοντας να φιγουράρει 3ο στη λίστα προσέλκυσης ερευνητικών κονδυλίων, προσελκύοντας 11 εκ. ευρώ τα τελευταία 5 χρόνια», θα πει ο κ. Καρπούζας, μιλώντας μας αναλυτικά για τα προγράμματα “INTOMED” και “RATION”, που φιλοδοξούν να προσφέρουν καινοτόμα εργαλεία, λύνοντας την εξίσωση για τη χρήση μη χημικών φαρμάκων μα και αξιολογώντας την επικινδυνότητα των βιολογικών φυτοφαρμάκων και θέτοντας εξειδικευμένο πλαίσιο που αφορά στην Κοινοτική νομοθεσία.
Συνολικά 25 ερευνητές, 11 μεταδιδακτορικοί ερευνητές και 6 μεταπτυχιακοί φοιτητές από την Ελλάδα και το εξωτερικό (Κίνα, Ιρλανδία, Βραζιλία, Αρμενία κλπ.) εργάζονται στα εργαστήρια του Τμήματος με κύρια ασχολία τη χρήση των μικροοργανισμών για την προστασία των φυτών, με την Ευρωπαϊκή Κοινότητα να χρηματοδοτεί το έργο τους για την περίοδο 2017 – 2023 με 6 εκ. ευρώ, την ώρα που μέλη της ερευνητικής ομάδας είναι συντονιστές σε 8 προγράμματά της.
«Η πράσινη μετάβαση απασχολεί ολόκληρη την Ευρώπη και φυσικά την έρευνά μας για καινοτόμα εργαλεία που θα χρησιμοποιηθούν στην αντιμετώπιση εχθρών και ασθενειών σε φυτά της Μεσογείου, με έμφαση στη ντομάτα, την ελιά και τα εσπεριδοειδή», παίρνει τον λόγο η κ. Παπαδοπούλου, περιγράφοντας το πρόγραμμα “INTOMED”, που – μέσα από μελέτες που έγιναν σε διαφορετικά περιβάλλοντα και ρεαλιστικές συνθήκες – έρχεται να προτείνει νέες λύσεις για τη βιώσιμη και περιβαλλοντικά ασφαλή αντιμετώπιση των ασθενειών.
«Ταυτόχρονα θέλουμε να πετύχουμε τη μείωση των κινδύνων για τη δημόσια υγεία αλλά και την ενδυνάμωση της ανταγωνιστικότητας και της ανάπτυξης στον αγρο-οικονομικό τομέα με παράλληλη υιοθέτηση και εφαρμογή εργαλείων με μειωμένο οικολογικό αποτύπωμα και ταυτόχρονη ανάπτυξη διαλόγου μεταξύ ερευνητών και φορέων», συνεχίζει, κάνοντας μάλιστα ειδική αναφορά στην ανάπτυξη νέων βιολογικών μέσων αντιμετώπισης των ασθενειών των φυτών, με επίκεντρο την αντιμετώπιση του δάκου της ελιάς.
«Πλέον εξετάζεται η αποδοχή στην αγορά όπως και το κανονιστικό πλαίσιο για την εισαγωγή νέων φυτο-προστατευτικών προϊόντων σ’ αυτή», περιγράφουν οι δύο ερευνητές, με τον Δημήτρη Καρπούζα να σημειώνει χαρακτηριστικά την έλλειψη πλαισίου, όπως και τις καθυστερήσεις που καταγράφονται στην Ευρώπη όσον αφορά στις εγκρίσεις, με το πρόγραμμα “RATION” να κάνει το βήμα παραπάνω ακριβώς προς αυτή την κατεύθυνση.
Το πρόγραμμα, προϋπολογισμού 7 εκ. ευρώ, γίνεται με τη συμμετοχή 22 φορέων και 9 βιομηχανιών από 13 χώρες του κόσμου, με συντονιστή το Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας και αφορά στην αξιολόγηση της επικινδυνότητας των βιολογικών φυτοφαρμάκων, ενώ στοχεύει να έχει αντίκτυπο στην κοινοτική νομοθεσία, με το ΠΘ να κινείται με εξωστρέφεια προς αυτή την κατεύθυνση διοργανώνοντας διεθνή συνάντηση, που θα πραγματοποιηθεί τον Σεπτέμβριο στη Λάρισα.
«Να ξεκαθαρίσουμε πως τα βιολογικά φυτοφάρμακα είναι προϊόντα που ο δραστικός τους παράγοντας δεν είναι συνθετικό χημικό, αλλά μικροοργανισμοί, μύκητες κλπ., ωστόσο θα πρέπει να σπεύσουμε για εξειδικευμένο πλαίσιο αξιολόγησής τους», επιμένει ο κ. Καρπούζας, υπογραμμίζοντας πως στην Ευρωπαϊκή Ένωση ένα βιολογικό φάρμακο εγκρίνεται σε διάστημα που μπορεί να αγγίξει ακόμη και τα 10 χρόνια, με ό,τι αυτό συνεπάγεται για τους εμπλεκόμενους και τελικούς χρήστες του.
Περήφανοι για το έργο της ερευνητικής ομάδας οι συνομιλητές μας, τονίζουν το αυξημένο ενδιαφέρον που καταγράφεται σε βιομηχανίες, ρυθμιστικές αρχές και ερευνητικούς φορείς για τα δύο προγράμματα, μην κρύβοντας τον προβληματισμό τους για το μειωμένο ενδιαφέρον των παραγωγών και των καταναλωτών.
«Σκοπός μας παραμένει το να επικοινωνήσουμε τα αποτελέσματα των ερευνών και φυσικά να εκτιμήσουμε την αποδοχή των προτεινόμενων μεθόδων για τη μείωση των κινδύνων για τη δημόσια υγεία, την προστασία των φυτών και του περιβάλλοντος. Είμαστε περήφανοι ούτως ή άλλως που με το ερευνητικό μας έργο γίναμε ορατοί στον κόσμο», καταλήγουν οι δύο ερευνητές, πριν ξανασκύψουν πάνω από τα μικροσκόπιά τους συνεχίζοντας το αξιόλογο ερευνητικό τους έργο.
Σ.Σ.: Θερμές ευχαριστίες στην υπεύθυνη επικοινωνίας, δημοσιογράφο, Βασιλική Μιχοπούλου και στην ερευνητική ομάδα για την αναλυτική ενημέρωση και την ευγενική φιλοξενία στους χώρους των εργαστηρίων.