Με αφορμή την αύξηση του ρυθμού με την οποία προσέρχονται τα παιδιά στο κατώφλι της συμβουλευτικής σκεφτόμουν τι είναι αυτό που κάνει άραγε τα παιδιά στην εποχή μας τόσο ευάλωτα. Για να απαντήσουμε χρειάζεται καταρχάς να δούμε το μεγάλο κάδρο των κοινωνικών θεωρήσεων και αναθεωρήσεων της έννοιας της «παιδικότητας» και συνακόλουθα των μετασχηματισμών στην δομή και τις μορφές της σύγχρονης οικογένειας.
Σε ιστορικο-κοινωνικό επίπεδο -τουλάχιστον από την δεκαετία του 1980- παρατηρούμε τον μετασχηματισμό της ελληνικής οικογένειας από ευρεία σε πυρηνική. Η αλλαγή αυτή τροφοδότησε με νέα νοήματα τις οικογενειακές σχέσεις με κυρίαρχο την πρωτοκαθεδρία των παιδιών στην διαμόρφωση του σκοπού της ύπαρξης του οικογενειακού στερεώματος. Στο πλαίσιο αυτών των αλλαγών η παιδική ηλικία μετατράπηκε σε ένα διαρκές αίνιγμα και παράλληλα αντικατέστησε στον οικογενειακό «θρόνο» τον έκπτωτο πατέρα.
Επίσης, παράλληλα με τους μετασχηματισμούς στη μορφή και τη δομή της οικογένειας στο διάβα του χρόνου, μετακινείται και το όριο της παιδικής ηλικίας συμπαρασύροντας αντίστοιχα και τα νοήματα που της αποδίδονται. Στον ύστερο 20ο αιώνα κι ως σήμερα παρατηρούμε μια επιμήκυνση της παιδικής ηλικίας και συνάμα μια βίαιη ενηλικίωση, η οποία συνεπάγεται την αδυναμία των νέων να αυτονομηθούν και να αναλάβουν την ευθύνη του εαυτού τους.
Οι κοινωνικο-οικονομικές αλλαγές δεν άφησαν βεβαίως ανέγγιχτη ούτε την περίοδο της εφηβείας. Η ύστερη παιδική ηλικία, δηλαδή η εφηβεία, συντονίστηκε στα οράματα των κοινωνικών αλλαγών της δεκαετίας του 60 (στην Αμερική) και του 80 (στην Ελλάδα) και συμπύκνωσε όλες τις προσδοκίες και επιθυμίες των νέων για κοινωνικές ανατροπές. Σημειωτέων ότι αυτή τη δυναμική εκτόξευσαν ταχύτατα τα φοιτητικά κινήματα, καθώς και άλλες ακτιβιστικές ομάδες. Η εφηβεία ταυτίστηκε με μια ορμή αλλαγής και επενδύθηκε με συγκρουσιακά στοιχεία τόσο που σχεδόν νοηματοδοτήθηκε ως κρίσιμη ή και θυελλώδης περίοδος, με (ενίοτε) ψυχοπαθολογικά χαρακτηριστικά. Η εφηβεία έγινε ο συμβολικός τρόμος και φόβος των γονιών.
Αντιλαμβανόμαστε επομένως πως η παιδική ηλικία έχει μια ρευστότητα, κινείται γρήγορα και αλλάζει μορφή διαρκώς τόσο στον οριζόντιο άξονα της ζωής του κάθε ανθρώπου, όσο και στον κάθετο άξονα των ιστορικών και κοινωνικο-πολιτισμικών αλλαγών. Η δυναμική της παιδικής ηλικίας ορίζεται και επηρεάζεται συνεπώς τόσο από τις ιστορικο-κοινωνικές όσο και αυτές τις ενδοψυχικές συνιστώσες.
Σήμερα οι άνθρωποι απολαμβάνουν μια μεγάλη σε διάρκεια και προνόμια παιδική ηλικία. Τα παιδιά έχουν γίνει ο σκοπός και το νόημα ζωής των γονιών, οι οποίοι επενδύουν σε αυτά ένα μεγάλο κομμάτι της ύπαρξής τους. Παρά όμως τις μεγάλες «κατακτήσεις» υπέρ της ποιότητας ζωής των παιδιών, η δυστυχία στους κόλπους αυτής της ηλικιακής ομάδας φαίνεται πως αυξάνει με γεωμετρική πρόοδο. Κακοποιήσεις παιδιών, νεανική βία, παιδική κατάθλιψη, ΔΕΠΥ, παιδική παχυσαρκία, κ.α.
Τι μπορεί να φταίει;
Σίγουρα ότι, ενώ τροφοδοτούμε τα σημερινά παιδιά με ένα σωρό πληροφορίες και γνώσεις, δεν τους μαθαίνουμε πώς να χτίζουν μια υγιή και δυνατή προσωπικότητα και κυρίως πώς να μάθουν να ζουν ανεξάρτητοι. Αυτό που χρειάζεται να κατανοήσουμε είναι ότι οι μη γνωστικές ικανότητες είναι εξίσου, αν όχι περισσότερο, σημαντικές για τη συγκρότηση της προσωπικότητας των νέων ανθρώπων.
Ένα σημείο που καταδεικνύει τα παραπάνω είναι το πώς εκπαιδεύονται τα παιδιά στην αποτυχία. Τα σημερινά παιδιά μοιάζει να στερούνται εμπειριών που μπορεί να τους διδάξουν και να τους «εξοπλίσουν» με χρήσιμα εφόδια για την ενήλικη ζωή τους. Από τη μια η υπερπροστασία και από την άλλη ο εγκλεισμός στο διαδίκτυο δημιουργούν ένα ασφυκτικό πλαίσιο που αποτρέπει την ομαλή ψυχοκοινωνική εξέλιξη των παιδιών.
Το ουσιαστικό ερώτημα είναι πως προετοιμάζουμε τα παιδιά μας (στην οικογένεια, στο σχολείο κι αλλού) στο πεδίο των αξιών, των ιδεών, των πεποιθήσεων και των ιδεολογιών. Δεν εννοώ βεβαίως ότι τα σημερινά παιδιά στερούνται ηθικής, αξιών και ιδεών. Τουναντίον ίσως επειδή δεν τα έχουν από το «σύστημα» επιδιώκουν με τον δικό τους τρόπο να τα αποκτήσουν. Ωστόσο το μόνο σίγουρο είναι ότι εάν η κοινωνία μας δεν στραφεί προς αυτή την πλευρά της διαπαιδαγώγησης (αυτή που διδάσκει την αυτογνωσία, τον σεβασμό, την δικαιοσύνη, κ.α.) τότε τα παιδιά θα είναι έρμαια μιας μηχανιστικής αντίληψης για τον εαυτό τους και τον κόσμο.
Άφησα για το τέλος το μεγάλο ζήτημα των ψυχ-ιατρικών διαγνώσεων που αφορούν τα παιδιά και τους εφήβους. Ζούμε στην εποχή των διαγνώσεων και των ταξινομήσεων των συμπτωμάτων σε κατηγορίες. Κυρίαρχες έννοιες καθίστανται η ΔΕΠΥ, η παιδική και εφηβική κατάθλιψη, οι αναπτυξιακές διαταραχές, οι μαθησιακές δυσκολίες, κ.ο.κ.. Ωστόσο η υπέρ-πληθώρα των διαγνώσεων μαρτυρά την έμμεση παρεμβολή της επιστήμης στην οργάνωση της προσωπικότητας των παιδιών, στην ψυχολογικοποίηση και ψυχιατρικοποίηση της συμπεριφοράς και στον αποκλεισμό των πολιτισμικών παραγόντων από το φάσμα των γενεσιουργών αιτιών. Παράλληλα δε με τον κυρίαρχο λόγο περί της σωστής αγωγής των παιδιών και πρόληψης της επικίνδυνης συμπεριφοράς, ο οποίος επιχειρεί την κανονικοποίηση και χειραγώγηση τους, δημιουργείται ένα φάσμα κοινωνικού ελέγχου και μανιπουλαρίσματος της συμπεριφοράς.