(Κώστας Γκούμας – Τάσος Μπαρμπούτης)*
Την ώρα που δίνεται μια φοβερή μάχη για την αποκατάσταση των συνεπειών της πλημμύρας στη Θεσσαλία, βρίσκονται σε εξέλιξη έντονες διεργασίες για τις κατευθύνσεις και τους όρους (χρηματοδότηση κα) με τους οποίους θα επιχειρηθεί η ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας.
Γι’ αυτό θα αναφερθούμε στην στρατηγική που, κατά την άποψη μας, οφείλουν η κυβέρνηση, τα κόμματα, η Αυτοδιοίκηση και όλοι οι εμπλεκόμενοι να ακολουθήσουν για την αντιμετώπιση των απειλών και την ανάπτυξη της πληγωμένης Θεσσαλίας σε σχέση με το πρόβλημα των υδάτων.
Η γενική εικόνα που επικρατούσε στην κοινή γνώμη, τουλάχιστον πριν το φαινόμενο Daniel, είναι πως για την Θεσσαλία το μεγάλο πρόβλημα είναι το αρδευτικό.
Στην προσπάθεια να τοποθετήσουμε το υδατικό πρόβλημα της Θεσσαλίας στην σωστή του βάση, πριν δυο χρόνια ακριβώς η Επιτροπή Διεκδίκησης επίλυσης Υδατικού προβλήματος Θεσσαλίας (Ε.Δ.Υ.ΘΕ) υπέβαλε στον Προέδρο της Βουλής, στους αρμοδίους Υπουργούς και στις κοινοβουλευτικές ομάδες των πολιτικών κομμάτων μια ΑΝΑΦΟΡΑ για το υδατικό πρόβλημα της Θεσσαλίας (δες εδώ {1} τον σχετικό σύνδεσμο), όπου στην πρώτη κιόλας παράγραφο του κειμένου αναφέρουμε πως «Τα νερά για τη Θεσσαλία αποτελούσαν ανέκαθεν το καθοριστικό στοιχείο για την ασφάλεια της ζωής και των περιουσιών των κατοίκων της» και πως «κυρίαρχο πρόβλημα είναι η ΑΣΦΑΛΕΙΑ των κατοίκων της», προσθέτοντας πως «Η κλιματική κρίση αναμφισβήτητα διαμορφώνει νέες, αποφασιστικής σημασίας, συνθήκες αβεβαιότητας και απειλών στη Θεσσαλία, που (συνίστανται σε) ακραία φαινόμενα, πολλές πλημμύρες, διαδοχικά έτη ξηρασίας…» κλπ., απαιτώντας ουσιαστικά το θέμα των υδάτων να αντιμετωπιστεί με μια διαφορετική οπτική, με κυρίαρχο θέμα την ΑΣΦΑΛΕΙΑ.
Το ίδιο έπραξαν και πολλοί επιστήμονες που εργάζονται σε Πανεπιστήμια, ερευνητικά ιδρύματα, μελετητικά γραφεία κοκ που προσπάθησαν να «αφυπνίσουν» τους έχοντες την ευθύνη για τις αποφάσεις.
Δυστυχώς όμως έως σήμερα ούτε αυτοί εισακούστηκαν. Ακόμη και σε περιπτώσεις που τα υπουργεία παρέλαβαν επίσημα και «θεσμοθέτησαν» με αποφάσεις τις μελέτες τους και τα «μέτρα» που πρότειναν οι ειδικοί (πχ. Ειδικά Σχέδια Διαχείρισης Κινδύνων Πλημμυρών – ΣΔΚΠ/2018, Σχέδια Διαχείρισης Λεκανών Απορροής Ποταμών – ΣΔΛΑΠ/2014 και 2017 κα), όλα αυτά στην πράξη παρέμειναν ως επί το πλείστον αναξιοποίητα η απλά αγνοήθηκαν.
Αντίθετα, η «ατζέντα» των συναρμόδιων Υπουργείων και της Περιφέρειας Θεσσαλίας στον τομέα των υδάτων, αντί της ασφάλειας, συνέχισε να επικεντρώνεται σε πιο «πιασάρικα» ζητήματα [«χιλιάδες έργα» γενικώς, εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ σε άλλης κατηγορίας έργα (οδοποϊία, αστικές αναπλάσεις κλπ.) σε βάρος των αναγκαίων αντιπλημμυρικών, ανοχή και χρηματοδότηση σε πρόχειρες κατασκευές και μικροφράγματα μέσα στα ποτάμια οικοσυστήματα για εξυπηρέτηση αρδευτών, «δωρεάν» αρδεύσεις από τους ταμιευτήρες κλπ.).Στην πραγματικότητα το κυρίαρχο θέμα της ΑΣΦΑΛΕΙΑΣ τέθηκε σε δεύτερη μοίρα.
Κατά την άποψη μας ο «υδατικός» σχεδιασμός ΕΠΙΒΑΛΛΕΤΑΙ να έχει ως γνώμονα τα έργα και τις δράσεις που συνδέονται με την αντιμετώπιση των δυο βασικών απειλών της Θεσσαλίας, δηλαδή τις ΠΛΗΜΜΥΡΕΣ και την παρατεταμένη ΞΗΡΑΣΙΑ. Με βάση αυτές τις απειλές πρέπει να εκπονηθούν στο εξής οι νέοι σχεδιασμοί και επάνω σε αυτές να «κτιστεί» το σύστημα υδατικών έργων και υποδομών.
Ειδικά για τις πλημμύρες (που είναι επίκαιρο) η «μάχη» αποτροπής καταστροφών αρχίζει πάντοτε στα βουνά, με την ανάσχεση των πλημμυρικών ροών εκεί δηλαδή που συγκεντρώνονται μεγάλοι όγκοι νερού. Με άλλα λόγια στα ορεινά θα έπρεπε να έχουν γίνει οι αντίστοιχες παρεμβάσεις – εδώ και πολλά χρόνια – ώστε να υπάρξει συγκράτηση σημαντικού μέρους αυτών των υδάτων, ΠΡΙΝ από την ενίσχυση του πλημμυρικού κύματος.
Αυτό ακριβώς είχαμε επισημάνει και στην ΑΝΑΦΟΡΑ της Ε.Δ.Υ.ΘΕ στη Βουλή, επισημαίνοντας πως «μέγιστης και κρίσιμης σημασίας αναμένεται να είναι η συμβολή ταμιευτήρων νερού περιμετρικά της Θεσσαλίας (Σκοπιά Φαρσάλων, περιοχή Ελάσσονας, Νεοχώρι, Πύλη Τρικάλων, Μουζάκι κλπ.) που θα συγκρατούν τα νερά κατά την διάρκεια των πλημμυρών και κατά την κρίσιμη στιγμή θα αποτρέπουν να προστίθενται μεγάλες ποσότητες νερού μεταφερόμενες από τα ημιορεινά, περιορίζοντας με τον τρόπο αυτό αποφασιστικά την καταστροφική τους δράση».
Ας σημειωθεί πως σύμφωνα με το εγκεκριμένο από το 2017 ΣΔΛΑΠ ο συνολικός όγκος υδάτων με αυτούς τους ταμιευτήρες, οι οποίοι σημειωτέον προτείνονται στο Σχέδιο αυτό, ανέρχεται σε περίπου 150 εκατ. κ. μ. νερού (!).
[Σημαντικά επίσης θα είναι τα έργα ορεινής υδρονομίας (με αντίστοιχες παρεμβάσεις στις δασικές περιοχές), καθώς και μικρά φράγματα σε επιλεγμένες θέσεις].
Ας σκεφθούν επίσης οι αρμόδιοι πως αυτοί οι αξιόλογου όγκου ταμιευτήρες που αναφέραμε δεν αποτελούν «παγωμένες» επενδύσεις και «χαμένα λεφτά» αλλά είναι έργα ΠΟΛΛΑΠΛΟΥ ΣΚΟΠΟΥ, δεδομένου πως, εκτός από τον καθοριστικό αντιπλημμυρικό τους χαρακτήρα, προσφέρουν την δυνατότητα ασφαλούς υδροδότησης πόλεων και οικισμών με υγιεινό νερό από επιφανειακές ταμιεύσεις (και όχι από επιβαρυντικές οικολογικά και δαπανηρές αντλήσεις υπόγειων υδάτων),την δυνατότητα παραγωγής υδροηλεκτρικής ενέργειας, την εξασφάλιση αρδεύσεων στις γύρω περιοχές, την δημιουργία αποθεμάτων νερού για οικολογική αποκατάσταση υδάτινων οικοσυστημάτων κοκ.
Και εδώ με θλίψη θα επισημάνουμε πως μετά τον πόλεμο ένα μόνο τέτοιο τυπικό έργο πολλαπλού σκοπού έχει υλοποιηθεί στην ΛΑΠ Πηνειού, αυτό του Σμοκόβου που παραδόθηκε σε χρήση το 2003 (προσφέροντας μεταξύ άλλων στους Σοφάδες προστασία από πλημμύρες). Πέραν αυτού ουδέν (!).
Ας ελπίσουμε ότι το δραματικό μάθημα από το καταστροφικό πέρασμα του «Daniel» από την περιοχή μας θα οδηγήσει σε μια νέα στρατηγική αντίληψη για τα νερά της Θεσσαλίας.
*Γκούμας Κώστας,
*Μπαρμπούτης Τάσος
Μέλη της Ε.Δ.Υ.ΘΕ
{1} Αναφορά μελών ΕΔΥΘΕ στη Βουλή για το υδατικό πρόβλημα της Θεσσαλίας :
https://www.ypethe.gr/sites/default/files/archivefiles/2021_10_01_anafora_melon_edythe_gia_to_ydatiko_provlima_tis_thessalias_.pdf