Λίνα Βαλετοπούλου
Κλουαζονέ
Εκδόσεις Βακχικόν
Μόλις έχω τελειώσει την ανάγνωση του μυθιστορήματος της Λίνας Βαλετοπούλου, με τίτλο «Κλουαζονέ». Ανοίγω την πρώτη, λευκή, σελίδα του βιβλίου και αυτή τη φορά δεν επιλέγω να σημειώσω μια φράση που έγραψε η συγγραφέας στο βιβλίο της, αλλά μια σκέψη δική μου που γεννήθηκε διαβάζοντάς το:
Γυρνάμε πάντα πίσω στην παιδική μας ηλικία;
Η αλήθεια είναι πως αυτό το συναίσθημα δημιουργήθηκε μέσα μου μόλις τελείωσα την ανάγνωση του βιβλίου της Λίνας Βαλετοπούλου. Διαβάζοντας τα κεφάλαιά του, ένα και μια ανάμνηση της παιδικής ηλικίας της Χάρις, της κεντρικής ηρωίδας του βιβλίου, υπήρξαν πολλές οι φορές που ένιωσα να πρωταγωνιστώ εγώ, αλλά και τα παιδιά της δικής μου γενιάς.
Οι ιστορίες διαδραματίζονται στον Βόλο, τη δεκαετία του 1980. Η Χάρις ζει με τον μικρότερο αδερφό της, τον Πάνο, στο σπίτι της οικογένειας της. Ο μπαμπάς στη δουλειά, η μαμά στο σπίτι. Η παιδική της και αργότερα η εφηβική της ηλικία είναι ο άξονας που διατρέχει το βιβλίο.
Το κορίτσι της επαρχίας που ετοιμάζεται να δώσει πανελλήνιες εξετάσεις. Οι εξωσχολικές της δραστηριότητες. Η αυστηρότητα των γονιών σε θέματα, εμφάνισης, ωραρίου, εξόδων. Οι σχέσεις με τους συμμαθητές, τα πρώτα φλερτ, οι χαρές και οι απογοητεύσεις, το όνειρο της «απόδρασης» στο πανεπιστήμιο. Οι… απλησίαστες καφετέριες και ο κίνδυνος των εξωσχολικών, οι ντισκοτέκ, τα μαθήματα πιάνου και γαλλικών, όλα τα εφόδια που πάσχιζαν με τη δουλειά τους οι γονείς της μεσαίας τάξης να δώσουν στα παιδιά τους.
Τα σπίτια με τα σαλόνια που άνοιγαν μόνο στις γιορτές. Οι προετοιμασίες της νοικοκυράς για το Πάσχα, τα κουτσομπολιά στις γειτονιές, και κάπου εκεί και το.. ΠΑΣΟΚ ή ο μακαριστός Χριστόδουλος, αν τον αναγνώρισα ορθώς. Ο αγώνας του επαγγελματία πατέρα να προκόψει, να αλλάξει διαμέρισμα, να πάρει ένα εξοχικό και μια βάρκα. Και οι συναναστροφές με το σόι. Άνθρωποι τόσο διαφορετικοί που όμως θα έπρεπε να τιμηθούν λόγω των δεσμών του αίματος.
Η συγγραφέας χρησιμοποιεί ένα χειρουργικό τραπέζι στο οποίο ξαπλώνει η Χάρις μετά από ένα ατύχημα και είναι η νάρκωση που την οδηγεί να γυρίσει πίσω, στα χρόνια τα παιδικά, στις εποχές της αθωότητας, για να καταγράψει, άλλοτε με χιούμορ και άλλοτε με έντονο συναίσθημα απλές ιστορίες που έχουμε ζει σχεδόν όλοι μας. Ιστορίες που ακόμα κι αν δεν ζήσαμε εμείς, ως αγόρια, ακούσαμε εκείνες τις εποχές να μας τις διηγούνται οι φίλες και συμμαθήτριές μας.
Η Χάρις και μέσω αυτής η ίδια η Βαλετοπούλου ανατέμνει με τρόπο βιωματικό μια ολόκληρη εποχή, τόσο διαφορετική από την εποχή που βιώνουμε σήμερα, μεγαλώνοντας τα δικά μας παιδιά.
Χρησιμοποιεί τα Κλουαζονέ, αυτά τα υπέροχα βάζα που συνήθως βλέπαμε στα σπίτια των γιαγιάδων ή των γονιών μας και τα οποία σήμερα έχουν σχεδόν εξαφανιστεί. Αλήθεια όμως, μόνο αυτά έχουν εξαφανιστεί; Τι θα σκεφτεί άραγε ο δικός μου γιος ή η κόρη μου, τα δικά σας παιδιά σήμερα, διαβάζοντας πως ένας νέος τότε για να επικοινωνήσει με κάποιον γνωστό ή φίλο θα έπρεπε να πάει στο ψιλικατζίδικο ή στην ΕΒΓΑ της γειτονιάς για να χρησιμοποιήσει το σταθερό τηλέφωνο;
Φραπέ γλυκό με γάλα, δίσκοι στο πικάπ, η γιορτή κρασιού, το μεσημεριανό τραπέζι της οικογένειας, η συλλογή πάτων της μαμάς που κοσμούσε τις ειδικές βιτρίνες του σπιτιού, ο νεκρός που τον ξενυχτούσαν στο σαλόνι του σπιτιού, στίγματα όλα μιας εποχής που έχει χαθεί οριστικά, μα αναβιώνει χάρη στην αφηγηματική ικανότητα της Βαλετοπούλου.
Το βιβλίο της μου πρόσφερε ένα συγκινητικό ταξίδι πίσω, στα καλύτερα χρόνια μου. Στα καλύτερα χρόνια όλων των παιδιών, αυτά που αναπολούν σαν μεγαλώσουν.
Κατά τη διάρκεια της πρόσφατης, μεγάλης οικονομικής κρίσης, στα χρόνια των μνημονίων, αποδείχθηκε πως αυτό το στενό οικογενειακό δέσιμο ανάμεσα βοήθησε σε σημαντικό βαθμό τα μέλη της οικογένειας να μπορέσουν να ξεπεράσουν το σοκ της βίαιης οικονομικής ανατροπής μιας πραγματικότητας που ήρθε για να διαλύσει σταθερές δεκαετιών.
Αυτό το στενό οικογενειακό δέσιμο έχει αναφορές και εξηγήσεις στην ιστορία της χώρας, ειδικά από την Μεταπολίτευση και μετά, όταν το βιοτικό επίπεδο των Ελλήνων ανέβηκε και τα φαντάσματα των σκοτεινών περασμένων δεκαετιών είχαν κλειστεί στις ντουλάπες της αστικής ανοικοδόμησης.
Γενιές που έπαιρνα το νήμα από τις προηγούμενες και είχαν ως στόχο τον ίδιο: να προσφέρουν στην επόμενη γενιά μια καλύτερη ζωή. Ένα νήμα που δυστυχώς κόπηκε στα χρόνια μας, αλλά αυτό είναι μια άλλη ιστορία, η οποία δεν έχει θέση στο βιβλίο της Λίνας Βαλετοπούλου.
Το Κλουαζονέ, παρουσιάζεται απόψε το απόγευμα στην Λογοτεχνική Γωνιά στη Λάρισα και εκεί θα έχουμε την ευκαιρία να πούμε πολύ περισσότερα πράγματα και να ακούσουμε και άλλες, ενδεχομένως προσεγγίσεις. Το σίγουρο όμως είναι πως θα ξαναζήσουμε λίγο από τα χρόνια εκείνα. Θα μυρίσουμε ξανά την άχνη των φρεσκοψημένων κουραμπιέδων και θα θυμηθούμε εκείνες τις ωραίες, μα πολύ επίπονες ημέρες, που το διάβασμα για τις πανελλήνιες σηματοδοτούσε και την αρχή μιας επανάστασης, που ίσως δεν πραγματοποιήθηκε ποτέ στην μορφή που της έδινε ο καθένας στο μυαλό του…