Στη Λάρισα συμπληρώνεται ένας σχεδόν μήνας συνεχόμενου καύσωνα.
Τα τσιμέντα καίνε, τα σπίτια έχουν μετατραπεί σε φούρνους, η ζωή στην πόλη μοιάζει αβίωτη.
“Οι σύγχρονες πόλεις είναι αυτοκρατορίες ασφάλτου, μπετόν και χάλυβα, υλικών που απορροφούν θερμότητα και την ενισχύουν στη διάρκεια της μέρας, κι έπειτα εκπέμπουν τη νύχτα. Τα κλιματιστικά βγάζουν θερμό αέρα επιδεινώνοντας το πρόβλημα της συσσώρευσης της θερμότητας στις πόλεις”, εξηγεί ο Jeff Goodell στο ανατριχιαστικό βιβλίο του “Καύσωνας – Η ζωή σ’ έναν πλανήτη που φλέγεται” (Εκδόσεις Ψυχογιός) που κυκλοφόρησε πρόσφατα.
Ο φαύλος κύκλος έχει ξεκινήσει.
Πλέον θεωρείται δεδομένο πως κάθε χρόνο, κάθε καλοκαίρι, τα πράγματα θα γίνονται δυσκολότερα. Φέτος το κατάλαβαν και όσοι αρνούνται να δουν το πρόβλημα και συνεχίζουν να μιλάνε για το περιβάλλον, έτσι γενικά και αόριστα, και όχι για το ανθρώπινο χέρι. Για τις αποφάσεις και τα σχέδια των ανθρώπων.
Κι όμως κανένας από αυτούς που υποτίθεται πως θα έπρεπε να ασχολούνται σοβαρά με το νούμερο ένα πρόβλημα των πόλεων, δεν το συζητά σοβαρά. Κανένας δεν σχεδιάζει το πώς θα καταφέρουμε να προστατεύσουμε τις πόλεις μας, δηλαδή τις ζωές μας. Πώς θα συνεχίσουμε να ζούμε ανθρώπινα.
Η Λάρισα έχει αλλάξει. Δεν μπορεί να επιστρέψει στο παρελθόν. Έχει μεγαλώσει, έχει αναπτυχθεί, έχει “εγκλωβίσει” στον κοινωνικό της ιστό δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους που ζουν με έναν συγκεκριμένο τρόπο ζωής.
Η Λάρισα εγκληματεί. Χάνει από την ταυτότητά της τις τελευταίες παραδοσιακές αυλές που μένουν να θυμίζουν το παρελθόν. Πνίγει στο τσιμέντο και τα τελευταία απομεινάρια μιας άλλης εποχής. Οι νησίδες της αντίστασης μειώνονται. Το μπετόν στραγγαλίζει το πράσινο και δυσκολεύει την αναπνοή μας.
Το ερώτημα που τίθεται είναι επιτακτικό, σαφές και ξεκάθαρο: Σε ποια Λάρισα θέλουμε να ζήσουμε τα επόμενα χρόνια;
Ή για να το θέσω αλλιώς: Σε ποια Λάρισα θα μπορούμε να ζήσουμε τα επόμενα χρόνια;
Υπάρχει -ακόμα- και αυτή η Λάρισα, όπως την αιχμαλώτισε ο φακός του Δημήτρη Καστανάρα.
Υπάρχει και η άλλη…
Η επιλογή δεν μπορεί παρά να είναι δική μας…