Τα φώτα ανάβουν. Οι αθλητές μετατρέπονται σε εθνικούς πρεσβευτές. Πρωταγωνιστές για λίγες μόνο μέρες. Μέχρι τα φώτα να σβήσουν και οι ίδιοι να αποτραβηχτούν πάλι στους χώρους της προπόνησης, εκεί όπου συνήθως, πέραν του τεχνικού τους επιτελείου κανείς άλλος δεν ασχολείται μαζί τους. Ούτε καν η επίσημη πολιτεία. Γνωρίζουν καλά πως μέσα σε λίγες μέρες και με λίγες προσπάθειες θα πρέπει να καταφέρουν να κεφαλαιοποιήσουν τους κόπους της χρονιάς. Τους κόπους των προσπαθειών τους. Δίπλα τους δεν έχουν μόνο τους συγγενείς και τους στενούς τους φίλους. Συνήθως έχουν ολόκληρη τη χώρα που αγωνιά να χαρεί. Να χειροκροτήσει. Να αισθανθεί περηφάνια.
Τα έχει αυτά ο αθλητισμός. Ακόμα και αυτός ο αθλητισμός του εμπορίου, των χορηγών και των φαρμάκων έχει την ιδιότητα να ενώνει ακόμα και μια διαιρεμένη χώρα. Να συντονίζει στα ίδια μήκη κύματος ακόμα και μια ασυνάρτητη κοινωνία που στερείται κοινής πυξίδας. Στην προσπάθεια του αθλητή που δείχνει ικανός για την μεγάλη διάκριση, στοιχίζεται δίπλα του ο φτωχός και ο πλούσιος, αυτός που απολαμβάνει τον αγώνα σε ένα ειδυλλιακό παραθαλάσσιο μέρος αλλά και αυτός που δεν κατάφερε σχεδόν ποτέ να αφήσει για λίγες μέρες το μικρό του διαμέρισμα που έχει μετατραπεί σε φούρνο. Όλοι θα χαρούν το ίδιο όταν θα ακούσουν τον εθνικό ύμνο να ηχεί σε στάδια ξένα και ο αθλητής μας περήφανα θα κρεμάει στο στήθος του το μετάλλιο της διάκρισης.
Συνήθως οι αθλητές του στίβου είναι παιδιά της διπλανής μας πόρτας. Δεν έχουν απασχολήσει με ιστορίες life style, δεν έχουν προκαλέσει, δεν ενόχλησαν. Κλείνονται σε στάδια και χώρους προπόνησης, ρίχνουν τόνους ιδρώτα, καλούνται να αντιμετωπίσουν όλες τις παθογένειες της χώρας μας και χωρίς μια κάμερα πίσω τους, ετοιμάζονται για την επόμενη μεγάλη πρόκληση. Δεν ξενυχτάνε, δεν πίνουν, δεν τρώνε ότι θα ήθελαν, δεν κάνουν τη ζωή που κάνει ένας συνομήλικος τους. Είναι πρωταθλητές πριν γίνουν πρωταθλητές. Υπακούουν τυφλά στα σχέδια των προπονητών τους και έχουν ως στόχο ζωής να γίνονται κάθε μέρα και καλύτεροι. Γνωρίζουν πως οι χαρές θα είναι λιγότερες από τις λύπες. Γνωρίζουν πως δεν υπάρχει πιθανότητα να διακριθούν όλοι. Γνωρίζουν πως κάποια στιγμή θα χρειαστεί να βρουν μια άλλη δουλειά για να ζήσουν. Ωστόσο συνεχίζουν. Σκύβουν το κεφάλι, σφίγγουν τα δόντια, προσπαθούν να βρουν κάποιον χορηγό που θα πιστέψει σ’ αυτούς για να τους δώσει τη δυνατότητα να γίνουν περισσότερο επαγγελματίες απ’ ότι είναι.
Βάζουν στόχο την κορυφή και το όνειρο αυτό τους συντροφεύει κάθε μέρα και κάθε νύχτα. Είναι αυτός ο στόχος που τους δίνει κίνητρο να συνεχίσουν. Ο στόχος που θα φέρει το αποτέλεσμα.
Παρακολούθησα για μια ακόμη φορά τους Ολυμπιακούς Αγώνες και ειδικά τους αγώνες του στίβου. Του βασιλιά των αγώνων. Και σκεφτόμουν πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα στη χώρα, αν με τον ίδιο τρόπο που αγωνίζονται οι αθλητές μας, αγωνιζόταν και οι πολιτικοί μας. Χωρίς ανούσιες δηλώσεις. Χωρίς προβολή. Μόνο με σκληρή, καθημερινή δουλειά και στόχο την κορυφή. Πόσο διαφορετικά θα ήταν τα πράγματα αν οι πολιτικοί μας είχαν μάθει να δίνουν μάχες μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας και υπηρετούσαν ένα εθνικό σχέδιο με στόχο την συλλογική κορυφή. Που θα έβαζαν στόχο να μετατρέψουν το όνειρό τους σε όνειρο εθνικό. Που δεν θα σταματούσαν να προσπαθούν, ακόμα κι όταν οι συνθήκες θα ήταν πολύ δύσκολες.
Τα φώτα σβήνουν. Οι αθλητές μας θα επιστρέψουν στην πατρίδα και στον φυσικό τους χώρο. Εκεί που ματώνουν για να γίνουν καλύτεροι. Κι πολιτικοί μας θα συνεχίσουν να κάνουν αυτό που έμαθαν καλά: να στέκονται στην πρώτη σειρά της υποδοχής αυτών των σπουδαίων αθλητών για να πάρουν λίγο από την λάμψη τους. Ενώ θα έπρεπε να συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο…