Κανείς εχέφρων δεν είναι κατά της ομαλοποίησης των σχέσεων της Ελλάδος με την Τουρκία. Ποιος δεν θα ήθελε να κυριαρχήσουν στις δυο πλευρές του Αιγαίου σχέσεις καλής γειτονίας, ακόμη και στενής συνεργασίας, σε ένα περιβάλλον απόλυτου σεβασμού της εδαφικής ακεραιότητας, κυριαρχίας και κυριαρχικών δικαιωμάτων του ενός προς τον άλλον. Δηλαδή, για την ακρίβεια, να πάψει η Άγκυρα να τα αμφισβητεί απειλώντας την Ελλάδα. Σε ένα τέτοιο ανέφελο περιβάλλον γειτνίασης, μεγάλο μέρος από τα δισεκατομμύρια που δίνονται για τα «κανόνια», θα πήγαιναν για «βούτυρο», για έργα ειρήνης.
Γιατί, λοιπόν, δεν προχωρούμε γοργά προς αυτήν την υπέροχη κατάσταση, που όλοι μας επιθυμούμε; Μα απλούστατα γιατί για το ταγκό χρειάζονται δύο. Και η Τουρκία δεν δείχνει στην πράξη καμία διάθεση να χαμηλώσει τους τόνους. Αντιθέτως, εξακολουθεί με επιμονή να ξεδιπλώνει την αναθεωρητική και επεκτατική της πολιτική, χωρίς καν να κρατά τα προσχήματα. Όλα τα ιδεολογήματα του νεοοθωμανισμού διατυπώνονται με τον πιο επίσημο τρόπο, και γίνονται αποδεκτά με ενθουσιασμό από το πολιτικό σύστημα της γείτονος, όπως και από την τουρκική κοινωνία. Γιατί είναι φανερό ότι ισλαμιστές και κεμαλικοί έχουν βρει κοινό βηματισμό στους εθνικιστικούς τους στόχους.
Θα ήταν, λοιπόν, επικίνδυνη αφέλεια να πιστέψουμε ότι ήταν απλώς για εσωτερική κατανάλωση τα λόγια του Ερντογάν στη Ναυτική Ακαδημίας του Πανεπιστημίου Εθνικής Άμυνας στην Κωνσταντινούπολη, που διαβεβαίωνε πως «ό,τι υπαγορεύουν τα συμφέροντα της Τουρκίας στο Αιγαίο, τη Μαύρη Θάλασσα και την Ανατολική Μεσόγειο, θα το εφαρμόσουμε με αποφασιστικότητα και πίστη, ανεξάρτητα από το ποιος λέει τι». Ούτε διεθνές δίκαιο, ούτε διεθνείς κανόνες. Εκφράσεις ξεκάθαρα ιμπεριαλιστικές, που θα έπρεπε η διεθνής κοινότητα να είχε καταδικάσει.
Ο πρόεδρος της Τουρκίας αυτό που λέει, το εννοεί. Το όραμά του δεν είναι τίποτε λιγότερο από την επέκταση της τουρκικής επιρροής και την ανάδειξη της χώρας του σε παγκόσμια (!) υπερδύναμη. Ας δούμε μόνον την τουρκική παρουσία στην Αφρική. Ήδη στην Λιβύη, στα νότια σύνορά μας, ο τουρκικός στρατός έχει κυρίαρχο ρόλο. Στον Καύκασο, το Αζερμπαϊτζάν αναφέρεται ως το δεύτερο κράτος του ιδίου έθνους. Στη Συρία ο τουρκικός στρατός παραμένει ως κατοχική δύναμη στο βόρειο τμήμα της σπαρασσόμενης από τον εμφύλιο χώρας. Την ίδια ώρα, στον πόλεμο της Ουκρανίας η Άγκυρα παίζει μονίμως σε «διπλό ταμπλό», αγνοώντας τις υποχρεώσεις που εκπορεύονται από την ιδιότητά της ως μέλος του ΝΑΤΟ, ενώ ταυτόχρονα, με αφορμή τον πόλεμο στην Γάζα, ο Ερντογάν επιδιώκει να εμφανίζεται ως ο ηγέτης των μουσουλμάνων απανταχού της γης.
Έναντι του ελληνισμού η τουρκική προκλητικότητα συνεχίζεται αμείωτη και όχι μόνον στα λόγια. Η παρουσία των τουρκικών πολεμικών πλοίων έξω από την Κάσο, δίπλα στο ερευνητικό πλοίο που κινείτο σε περιοχές κυριαρχίας ή κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας, δεν αφήνει περιθώρια παρερμηνείας των προθέσεων των Τούρκων, σε σχέση και με το παράνομο τουρκο-λιβυκο μνημόνιο.
Προκλητικός είναι ο Ερντογάν και για την Θράκη όπου την μουσουλμανική μειονότητα την χαρακτήρισε ως «τους γιους της Κομοτηνής», που η Τουρκία έχει χρέος να την προστατεύει.
Μετέτρεψαν τους Ναούς της Αγίας Σοφίας και της Χώρας στην Πόλη σε τζαμιά, και απαγόρευσαν τον εορτασμό του δεκαπενταύγουστου στην Παναγία Σουμελά.
Στο κυπριακό η τουρκική πλευρά εξακολουθεί να αρνείται επανέναρξη συνομιλιών, και επιμένει στη θέση της για «δύο κράτη», ενώ, όπως ξεκαθάρισε ο Τούρκος υπουργός Εξωτερικών Φιντάν, από το ζήτημα θέλει να εκτοπιστεί ο ευρωπαϊκός παράγων. Επιπλέον, επιχειρεί τη διεθνή αναγνώριση του ψευδοκράτους, όπως για παράδειγμα στον Οργανισμό Τουρκογενών Κρατών.
Όσο, λοιπόν, καλόπιστος και θετικά προδιατεθειμένος είναι κάποιος να προχωρήσει σε συνεννόηση με τους απέναντι, είναι υποχρεωμένος αφενός να κρατά πολύ «μικρό καλάθι», αφετέρου να γνωρίζει ότι οι «τολμηρές» υποχωρήσεις, στο όνομα της ειρήνης, το πιθανότερο είναι απλώς να ανοίξουν την όρεξη του επιτιθέμενου για ένα νέο κύμα «τολμηρών» υποχωρήσεων. Και μην λησμονούμε ότι οι Ανατολίτες γνωρίζουν καλά αυτό το παιχνίδι. Οι ισχυρές ένοπλες δυνάμεις και η ενεργητική διπλωματία είναι μονόδρομος!
*Ο Μάξιμος Χαρακόπουλος είναι βουλευτής Λαρίσης της Νέας Δημοκρατίας, πρώην υπουργός.