Γράφουν οι Κώστας Γκούμας – Τάσος Μπαρμπούτης
Όσο περνάει ο καιρός τόσο περισσότερο αποκαλύπτεται το μέγεθος των επιπτώσεων από τις καταστροφικές πλημμύρες του περασμένου έτους στην Θεσσαλία.
Κάποιες μάλιστα από αυτές εμφανίζονται για πρώτη φορά και δικαιολογημένα προκαλούν έκπληξη σε πολλούς συμπολίτες μας αλλά και στα μέσα ενημέρωσης.
Εκείνο όμως το στοιχείο που δεν αξιολογείται αναλόγως είναι πως όλες οι επιμέρους λεκάνες απορροής των υδάτων της Θεσσαλίας συνδέονται αναπόσπαστα, είτε με φυσικό τρόπο, είτε με τεχνικά έργα που κατασκευάστηκαν τις δεκαετίες 1950-60.
Έτσι ο Πηνειός εδώ και εκατομμύρια χρόνια «ενώνει» την δυτική Θεσσαλία με τις ανατολικές περιοχές της και ταυτόχρονα τροφοδοτεί με φυσικό τρόπο (πλημμύρες) την υπολεκάνη της Κάρλας και το ομώνυμο οικοσύστημα.
Επίσης με την δημιουργία του υδροηλεκτρικού ταμιευτήρα Ν. Πλαστήρα και του κλειστού αγωγού μεταφοράς του νερού συνδέθηκαν οριστικά οι λεκάνες Αχελώου και Πηνειού.
Το ίδιο συνέβη και με την σήραγγα της Κάρλας που δίνει την δυνατότητα (μόνο σε ειδικές περιπτώσεις) σύνδεσης με την λεκάνη ρεμάτων της Μαγνησίας.
Η διασύνδεση λοιπόν των λεκανών, σε συνδυασμό με την ένταση των κλιματικών φαινομένων, διαφοροποιεί την μορφή και το μέγεθος των επιπτώσεων.
Σε φυσιολογικές συνθήκες οι επιπτώσεις αυτές είναι θετικές και παραγωγικές (οικολογική ισορροπία, υδρεύσεις, αρδεύσεις, παραγωγή ενέργειας κλπ.).
Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο ταμιευτήρας Ν. Πλαστήρα, που χωρίς τα νερά της λεκάνης Αχελώου που μεταφέρονται από αυτόν, πολύ δύσκολα η κεντρική και ανατολική Θεσσαλία θα μπορούσε να ξεπεράσει τα φαινόμενα παρατεταμένης λειψυδρίας που βιώνουμε εδώ και δεκαετίες.
Ομοίως η ασφαλής τροφοδοσία της νέας τεχνητής λίμνης Κάρλας δεν θα ήταν δυνατή χωρίς τα νερά της λ. Πηνειού, αλλά και τις «ενισχύσεις» της από τον Ταυρωπό.
Μερικές φορές όμως, ιδιαίτερα από την αδιαφορία των πολιτικών προϊσταμένων και τις παραλείψεις της Διοίκησης, κάποιες επιπτώσεις είναι καταστροφικές και δυσάρεστες, όπως αυτές από τις ισχυρές πλημμύρες απ’ άκρου εις άκρον της Θεσσαλίας, που τις ζήσαμε τόσο έντονα που οι περιγραφές περιττεύουν.
Στις περιπτώσεις αυτές δεν είναι λογικό να παραδινόμαστε στο λαϊκισμό (όπως δυστυχώς συμβαίνει ακόμη και με «υπεύθυνους» αυτοδιοικητικούς παράγοντες) και να ενοχοποιούμε τα τεχνικά έργα που με πολλές θυσίες και κόπο μας κληροδότησαν οι πρόγονοί μας.
Ούτε φυσικά είναι αποδεκτό να βρίσκονται στο στόχαστρο ανιστόρητων λαϊκιστών παλαιότερες επιλογές εμπνευσμένων πολιτικών άλλων εποχών καθώς και τεχνικών επιστημόνων που συνέβαλαν στην ασφάλεια και την αναβάθμιση των προϋποθέσεων διαβίωσης στην μεταπολεμική Θεσσαλία.
Και ερχόμαστε στο μείζον θέμα της προστασίας από τις πλημμύρες της παρακάρλιας περιοχής (γύρω από την τεχνητή λίμνη), που λόγω και των πρόσφατων προβλημάτων στον Παγασητικό, δημιούργησαν εκτεταμένη παραπληροφόρηση και προκάλεσαν τεράστια σύγχυση, με την συνδρομή κάποιων ανταποκρίσεων από κανάλια και ΜΜΕ.
Κατά την άποψή μας, για την αποτροπή παρόμοιων φαινομένων επιβάλλεται η οριστικοποίηση των συμπερασμάτων σχετικά με την αστοχία (μετά από εβδομήντα χρόνια !) στην αντιπλημμυρική προστασία των παρακαρλίων.
Επιτέλους ας δοθεί στην δημοσιότητα (εάν φυσικά υπάρχει…) ένα πόρισμα για το τι ακριβώς συνέβη και «έσπασαν» τα αναχώματα προστασίας στο ύψος της Γυρτώνης ή/και σε άλλα σημεία, με αποτέλεσμα μέσα σε λίγες ώρες να κατακλυστούν από εκατοντάδες εκατ. κ. μ. νερού περίπου 180.000 στρέμματα !
Το βήμα αυτό είναι ιδιαίτερα κρίσιμο. Όχι μόνο για την απόδοση (τυχόν) ευθυνών σχετικά με την ελλιπή συντήρηση και παρακολούθηση της αντοχής των αναχωμάτων πριν τις καταστροφές, κάτι που καθόλου δεν υποτιμούμε.
Έχει κυρίως σημασία να γίνει σαφές εάν η ζώνη πλημμυρών του Πηνειού, με τα υφιστάμενα αντιπλημμυρικά έργα, επαρκεί για την διέλευση των πλημμυρικών ροών σε περιπτώσεις φαινομένων μεγέθους ανάλογου με τον Ντάνιελ.
Από αυτή την εκτίμηση θα κριθούν και τα επόμενα βήματα, εάν δηλαδή θα συνεχίσουμε με το ίδιο σύστημα αντιπλημμυρικής προστασίας (ενδεχομένως με κάποια ανύψωση και ενίσχυση των αναχωμάτων ή/και διαπλάτυνση της κοίτης), με την προϋπόθεση βεβαίως ότι τα αναχώματα θα συντηρούνται συστηματικά και τα πρανή θα προστατεύονται εσωτερικά (πχ. με λιθορριπή), ώστε να αντέχουν σε ισχυρές πιέσεις, και πως η κοίτη του ποταμού θα βρίσκεται σε διαρκή και υπεύθυνη παρακολούθηση, θα πραγματοποιούνται συστηματικά οι αναγκαίοι καθαρισμοί, θα προστατεύονται οι υφιστάμενες υποδομές από παράνομες παρεμβάσεις (δρόμοι, φράγματα, κτίσματα) κοκ.
Παρόλα αυτά, εάν τελικά κριθεί πως με τα αναχώματα και τις σημερινές διαστάσεις (διατομή) της πλημμυρικής ζώνης είναι αδύνατη η προστασία των παρακάρλιων περιοχών, ΤΟΤΕ ΜΟΝΟ θα πρέπει να στραφούμε σε άλλες, εκ βάθρων διαφορετικές, επιλογές όπως για παράδειγμα να μεταφέρουμε το σύστημα προστασίας από την Γυρτώνη στο….Αιγαίο, «τρυπώντας» το Μαυροβούνι με πανάκριβες σήραγγες και έργα, που είναι άγνωστο εάν και πότε θα ολοκληρωθούν και βεβαίως, κατά δήλωση της κυβέρνησης, βρίσκονται έξω από τα σχέδιά της.
Όσον αφορά στην επέκταση της τεχνητής λίμνης Κάρλας κατά περίπου 15-20.000 στρέμματα, αυτή θεωρούμε πως είναι καταρχήν ευπρόσδεκτη (για λειτουργικούς και περιβαλλοντικούς λόγους), πάντοτε όμως με την προϋπόθεση πως θα συνοδευτεί από την κατασκευή της διώρυγας τροφοδοσίας και πλήρωσης της τεχνητής λίμνης δια βαρύτητας από τον Πηνειό στο ύψος της Γυρτώνης, αφήνοντας στο θλιβερό παρελθόν την «αναπηρία» με την απαράδεκτη σημερινή (μεταβατική ελπίζουμε) διαδικασία των ενεργοβόρων και πανάκριβων «διπλών» αντλήσεων, πίσω από τις οποίες κρύβονται και μικροπολιτικά πελατειακά συμφέροντα («δωρεάν» αρδεύσεις, έλεγχος των αντλιοστασίων από συλλογικότητες που δεν σχετίζονται με την λειτουργία της τεχνητής λίμνης κλπ.).
Και εδώ θα σημειώσουμε πως σε όλες αυτές τις επιλογές και στην διεκδίκηση υλοποίησης έργων προστασίας και ασφάλειας των πολιτών, επιβάλλεται να συνδράμουν από κοινού όλοι οι παράγοντες της Θεσσαλίας και όχι μόνο οι «τοπικοί» κατά περίπτωση.
Πλέον, όπως προ είπαμε, δεν υπάρχουν στεγανά και «τείχη» σε περιπτώσεις φαινομένων σαν τον Ντάνιελ.
Ας ελπίσουμε πως το μάθημα αυτό το έλαβαν όλοι χωρίς εξαιρέσεις.
Επιπλέον, σε κάθε περίπτωση θα πρέπει να καθοριστούν με σαφήνεια οι αρμοδιότητες των εμπλεκόμενων υπηρεσιών ώστε η αντιπλημμυρική προστασία (και όχι μόνο) να είναι υπεύθυνη και αποτελεσματική.
Στο θέμα αυτό είναι προφανής η ευθύνη της κυβέρνησης που, συνειδητά κατά την άποψή μας, «παίζει» με όλες αυτές τις επικαλύψεις αρμοδιοτήτων, ενώ ταυτόχρονα αποδυναμώνει την Διοίκηση από χρήσιμο επιστημονικό προσωπικό, της στερεί τα μέσα και τους οικονομικούς πόρους και διαρκώς «κρύβεται» από τις δικές της ευθύνες και την ανικανότητα των πολιτικών της στελεχών, καλλιεργώντας στους πολίτες την απογοήτευση για το «κακό», απρόσωπο και αναποτελεσματικό Δημόσιο.
Επιπλέον τόσα χρόνια, παρά τις τεκμηριωμένες προτάσεις που επί δεκαετίες υπέβαλαν οι θεσσαλικές οργανώσεις και έγκυροι επιστήμονες, οι κυβερνήσεις απέφευγαν να δημιουργήσουν έναν φορέα ουσιαστικής και αποτελεσματικής διαχείρισης των υδάτων στη Θεσσαλία.
Οι πολιτικές τους ευθύνες είναι μεγάλες !!
Και αφού τα τελευταία χρόνια συνέβησαν όλα αυτά, αφού χάθηκαν ανθρώπινες ζωές και περιουσίες, εκ των υστέρων μας «έταξαν» τον ΟΔΥΘ, θεσμοθετώντας όμως παράλληλα την κατάργηση των ΤΟΕΒ και την αμφιλεγόμενη συγκέντρωση των αρδεύσεων στην Ανώνυμη Εταιρία.
Κλείνοντας, θα ήταν παράλειψη να μην αναφερθούμε στην πρόσφατη αστοχία με τα ψάρια στον Παγασητικό κόλπο που έγινε αντικείμενο συζήτησης ακόμη και πέρα από τα όρια της χώρας μας !
Αυτή την εμφάνιση στις πλημμυρισμένες παρακάρλιες εκτάσεις και στη συνέχεια την «κατάληψη» του Παγασητικού από έναν τεράστιο πληθυσμό νεκρών ψαριών, ίσως δεν θα μπορούσε να την προβλέψει ούτε και ο πιο ευφάνταστος σκηνοθέτης ταινιών τρόμου !
Παρόλα αυτά, οι συνθήκες που δημιουργήθηκαν στις πλημμυρισμένες περιοχές και η αφθονία τροφής επέτρεψε τον υπερ-πολλαπλασιασμό των ψαριών, κάτι που για κάποιους ειδικούς επιστήμονες ήταν φαινόμενο φυσιολογικό.
Ομοίως και η αντίστοιχη έλλειψη οξυγόνου από την σταδιακή αποστράγγιση των υδάτων που οδήγησε τα ψάρια στο θάνατο από ασφυξία, ήταν (σύμφωνα με τους ειδικούς) και αυτή προβλέψιμη και δεν θα έπρεπε να εμφανιστούν τα πρώτα νεκρά ψάρια για να το αντιληφθούν οι όποιοι αρμόδιοι.
Κατά την άποψή μας η υπόθεση των νεκρών ψαριών, η ρύπανση και τα προβλήματα υγιεινής που προκάλεσαν, καθώς και οι οικονομικές επιπτώσεις στον τουρισμό και τους επαγγελματίες, επιβεβαιώνει όσα προηγουμένως αναφέραμε και ενδυναμώνει τη θέση για κοινή αντίληψη, κοινές διεκδικήσεις και κοινή δράση ΟΛΩΝ των θεσσαλών.
Συμπερασματικά, το θέμα της υπολεκάνης της Κάρλας και όσα συνδέονται με την διαχείριση των υδάτων στην περιοχή αποτελεί ένα ζήτημα με πολλές παραμέτρους και απαιτεί ψύχραιμη αξιολόγηση και αποφάσεις μετά από ουσιαστική διαβούλευση με φορείς και επιστήμονες.
Οι προχειρότητες και οι κραυγές λαϊκισμού και μάλιστα από άτομα σε θέσεις ευθύνης μόνο αρνητικές υπηρεσίες προσφέρουν, ενώ παράλληλα θέτουν σε κίνδυνο ένα βιώσιμο μέλλον για την Θεσσαλία.
*Γκούμας Κώστας, γεωπόνος, πρ. Δ/ντής Εγγείων Βελτιώσεων, πρ. πρόεδρος ΓΕΩΤΕΕ/Κεντρικής Ελλάδας, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ
*Μπαρμπούτης Τάσος, πολιτικός μηχανικός, μέλος ΔΣ ΕΘΕΜ, πρ. γραμματέας ΤΕΕ/ΚΔΘ, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ