Της Μαρίας Παπουτσή
Αν φοράς ρούχα που δε σου ταιριάζουν είσαι θύμα της μόδας
Vivienne Westwood.
Ακραίες τάσεις στη μόδα, στις ενδυματολογικές και καλλωπιστικές συνήθειες των ανθρώπων, ανιχνεύονται σε κάθε εποχή, ήδη από την αρχαιότητα. Ειδικότερα, σε εποχές που η επιστημονική γνώση ήταν περιορισμένη τα φαινόμενα ήταν ιδιαίτερα έντονα. Ωστόσο, ακόμη και σήμερα, παρότι η εξέλιξη των επιστημών και της αισθητικής ιατρικής είναι τεράστια, δε λείπουν τα φαινόμενα εφαρμογής επικίνδυνων διαδικασιών, που πέρα από το όποιο αισθητικό αποτέλεσμα μπορούν να θέσουν σε κίνδυνο τη σωματική ακεραιότητα, ακόμη και την ίδια τη ζωή.
Θύματα της μόδας ή fashion victims, μέρος δεύτερο και όπως αποδεικνύεται δεν είναι τόσο θέμα εποχής, αλλά αντίληψης η τάση να προχωράμε σε ακρότητες, προκειμένου να ακολουθήσουμε τους άγραφους κανόνες της ομορφιάς.
Πριν βιαστούμε να γελάσουμε ή να ειρωνευτούμε τις γυναίκες που κατάπιναν παράσιτα ταινίας για να χάσουν βάρος ή εκείνες που χρησιμοποίησαν ραδιενεργά καλλυντικά για να «αναζωογονήσουν» την επιδερμίδα τους (δες εδώ το Α΄ μέρος του αφιερώματος) να θυμηθούμε πως το 2017 η παγκόσμια γυναικολογική κοινότητα χτύπησε καμπανάκι κινδύνου, όταν κυκλοφόρησε στην αγορά κάψουλα με glitter, η οποία τοποθετείται στο αιδοίο, με σκοπό – σύμφωνα με την κατασκευάστρια εταιρεία – «να προσθέσει λάμψη και γεύση στα φυσικά υγρά του κόλπου, για να κάνει την εμπειρία του έρωτα πολύ πιο διασκεδαστική». Μετά την κατακραυγή το προϊόν αποσύρθηκε και η εταιρεία έκλεισε, ωστόσο πρόλαβε να ξεπουλήσει, ενώ δημιουργήθηκε και λίστα αναμονής!
Χαρακτηριστικά παραδείγματα επικίνδυνών τάσεων από το παρελθόν μέρος δεύτερο λοιπόν, όχι προς μίμηση αλλά προς αποφυγή και… συμμόρφωση, όσων πιστεύουν πως η ομορφιά απαιτεί κυριολεκτικά θυσίες!
Μαύρα δόντια
Σε αντίθεση με τη σημερινή εποχή, που προτιμά τα ολόλευκα δόντια και το λαμπερό χαμόγελο, υπήρξαν κουλτούρες και περίοδοι που θεωρούσαν τα μαύρα δόντια σύμβολο εξουσίας, πολυτέλειας αλλά κυρίως, ομορφιάς!
Σε πολλές χώρες της Ασίας τα κατάμαυρα δόντια ήταν ζητούμενο και η απόκτησή τους αποτελούσε προϊόν συγκεκριμένης τελετουργίας. Ειδικότερα στην κουλτούρα της Ιαπωνίας συναντάμε ήδη από τον 3ο αιώνα μ.Χ. την πρακτική Οχάγκουρο (Ohagurο), ένα ειδικό μείγμα (kanemizu) που περιείχε κομμάτια σίδερο, μουλιασμένα σε ξύδι, τσάι και νερό. Η οξείδωση του σιδήρου μαύριζε το υγρό κι αυτό με τη σειρά του τα δόντια. Η διαδικασία ήταν επίπονη και χρονοβόρα, καθώς το υγρό μύριζε άσχημα και τα αποτελέσματά του διαρκούσαν μόλις δύο ημέρες, οπότε η διαδικασία έπρεπε να επαναλαμβάνεται καθημερινά.
Το ιδιόμορφο αυτό beauty ritual είχε ωστόσο και λογική και καλό αποτέλεσμα. Αφενός δημιουργούσε την απαραίτητα αντίθεση με την ολόλευκη επιδερμίδα ειδικά των γυναικών, που ήταν και το βασικό χαρακτηριστικό της ομορφιάς τους, αφετέρου, όπως αποδεικνύεται από επιστημονικές μελέτες σε σκελετούς με μαύρες από Ohagurο, πλήρεις οδοντοστοιχίες, η διαδικασία φαίνεται πως προστάτευε τα δόντια και τα ούλα!
Η πρακτική ήταν ιδιαίτερα δημοφιλής και υιοθετούνταν από γυναίκες και άντρες. Οι γυναίκες της αριστοκρατίας που διέθεταν τα μέσα και τον χρόνο για να εκτελούν τη διαδικασία καθημερινά, τόνιζαν με αυτή την ομορφιά τους και επικοινωνούσαν την ετοιμότητα τους να νυμφευθούν. Για τις ήδη παντρεμένες η διαδικασία σήμαινε απόλυτη υποταγή και αφοσίωση στον σύζυγό τους.
Οι πολεμιστές Σαμουράι έβαφαν τα δόντια τους, δηλώνοντας πλήρη αφοσίωση στους αφέντες τους, ενώ το Ohagurο ως δείγμα δύναμης και αριστοκρατικής καταγωγής πραγματοποιούσαν οι εύποροι άντρες και τα μέλη των βασιλικών οικογενειών.
Ως τα τέλη του 19ου αιώνα η τελετουργία είχε χάσει την αίγλη της και απαγορεύτηκε δια νόμου το 1870 στο πλαίσιο του εκσυγχρονισμού της Ιαπωνίας. Πλέον τη τελετουργία εφαρμόζουν μόνο οι Geisha υπό ειδικές συνθήκες.
Στην Αγγλία στα μέσα του 16ου αιώνα τα μαύρα δόντια έκαναν την επιστροφή τους ως μόδα. Η ζάχαρη που είχε φτάσει στο βασίλειο μέσω των αποικιών ξετρέλανε τη βασίλισσα Ελισάβετ που αγαπούσε τα γλυκά, αλλά απεχθανόταν τους οδοντίατρους. Η κατανάλωση μεγάλων ποσοτήτων ζάχαρης έφερε σύντομα τα αναμενόμενα αποτελέσματα και μολονότι η στοματική υγιεινή της βασίλισσας και των αυλικών της άρχισε να πάσχει εμφανώς, το γεγονός θεωρήθηκε δείγμα αίγλης και πλούτου, αφού τα σάπια από την τερηδόνα δόντια ήταν απόδειξη πρόσβασης στο νέο πολύτιμο αγαθό. Ήταν δε τόσο δημοφιλής η μαυρισμένη οδοντοστοιχία, που πολλοί έβαφαν μαύρα τα δόντια τους, για να φαίνεται πως ήταν αρκετά πλούσιοι, για να αγοράσουν ζάχαρη.
Κορσές
Η ιστορία του κορσέ, σύμφωνα με τους ιστορικούς του ενδύματος, χάνεται στα βάθη των προϊστορικών χρόνων. Το στενό ενισχυμένο εσώρουχο που έσφιγγε τα πλευρά, σμιλεύοντας τον κορμό και την κοιλιά και λεπταίνοντας τη μέση αποτέλεσε βασικό κομμάτι της ενδυμασίας από τις αρχές του 16ου, έως και τις αρχές του 20ου αιώνα.
Ιδιαίτερα δημοφιλής στις γυναίκες όλων των κοινωνικών στρωμάτων και ηλικιών ο κορσές δεν έλειπε από την ντουλάπα καμιάς, αν και δεν ήταν λίγοι εκείνοι – μεταξύ τους και επιστήμονες – που προειδοποιούσαν για τις βλαβερές συνέπειές του στην υγεία. Μερικές περιγραφές μάλιστα έφταναν σε ακρότητες, κάνοντας λόγο έως και για βλάβη των εσωτερικών οργάνων, η αλήθεια όμως είναι πως οι λεπτές μέσες των κυριών δεν ερχόταν χωρίς συνέπειες.
Δυσπεψία, δυσκοιλιότητα, δυσκολία στην αναπνοή, μειωμένη ζωτικότητα και τάσεις λιποθυμίας ήταν από τις πιο συνηθισμένες παρενέργειες σε σημείο που στα εύπορα σπίτι να διαμορφώνεται ειδικός χώρος λιποθυμίας για τις κυρίες που ασφυκτιούσαν μέσα στους περίτεχνους κορσέδες τους, ενώ εντύπωση προκαλεί το γεγονός πως πολλές επέμεναν να υποβάλλουν σε ανάλογα βασανιστήρια εκτός από τον εαυτό τους και τα αγέννητα παιδιά τους, στην περίοδο της εγκυμοσύνης!
Βέβαια δεν έλειψαν και τα τραγικά περιστατικά, όταν οι σιδερένιες μπανέλες των ρούχων τρύπαγαν το ύφασμα και διαπερνούσαν τη σάρκα των γυναικών που τα φορούσαν, τραυματίζοντας ή ακόμη και προκαλώντας τον θάνατο.
Τίποτα από τα παραπάνω δεν απέτρεπε όμως τις γυναίκες να εγκαταλείψουν το αγαπημένο τους αξεσουάρ. Χρειάστηκε να φτάσει ο 20ος αιώνας και η ανακάλυψη των ελαστικών υφασμάτων, για να απαλλαγούν από ένα ρούχο, που μπορεί να έφτιαχνε την εικόνα τους, αλλά δυσκόλευε σε μεγάλο βαθμό την καθημερινότητά τους.
Κρινολίνο
Το ογκώδες – μπορούσε να φτάσει τη διάμετρο της φούστας έως και στα 5,5 μέτρα – άκαμπτο σαν κλουβί, δομημένο εσώρουχο που τοποθετούσαν οι γυναίκες κάτω από φούστες και φορέματα, για να τους προσδίδουν όγκο, έκανε ένα σύντομο πέρασμα από τη μόδα της βικτωριανής περιόδου (μέσα 19ου αιώνα), άφησε όμως ισχυρό το στίγμα του, ως μια από τις πιο θανατηφόρες τάσεις στην Ιστορία της μόδας.
Tο κρινολίνο, που θαυμάσαμε στα εντυπωσιακά κοστούμια της Vivien Leigh ως Scarlett O’ Hara στο Όσα παίρνει ο άνεμος, υιοθετήθηκε μαζικά από τις γυναίκες σε Ευρώπη και Η.Π.Α. γιατί τις απάλλασσε από τις αποπνικτικές στρώσεις από μεσοφόρια.
Δέχτηκε από την πρώτη στιγμή ιδιαίτερα αρνητικές κριτικές, λόγω της δυσκολίας που προκαλούσε στην κίνηση, μετατρέποντας σε πρόβλημα για δυνατούς λύτες ακόμα και τις πιο απλές δραστηριότητες, όπως το κάθισμα, το περπάτημα, το ανέβασμα μιας σκάλας ή το πέρασμα από την πόρτα. Το γελοίο του πράγματος μάλιστα προσέφερε πεδίο δόξης λαμπρό στη σάτιρα της εποχής, που γέμισε από ογκώδεις γυναικείες φιγούρες.
Τίποτε δεν ήταν αστείο σχετικά με το κρινολίνο, που εκτός από δυσκίνητο, αποδείχθηκε θανάσιμα επικίνδυνο. Ο όγκος της φούστας συχνά παρέσυρε αντικείμενα, όπως κεριά ή ερχόταν σε επαφή με τις φλόγες από τα τζάκια. Ο κατασκευασμένος από εύφλεκτο ύφασμα με κενά ανάμεσα σκελετός του κρινολίνου τροφοδοτούσε τη φωτιά, προκαλώντας θανατηφόρα πυρκαγιά, από την οποία οι εγκλωβισμένες στο κρινολίνο γυναίκες δεν μπορούσαν να δραπετεύσουν.
Στο σύντομο πέρασμά του από τη μόδα υπολογίζεται πως το κρινολίνο άφησε πίσω του περίπου 3.000 θύματα, που βρήκαν τραγικό θάνατο μέσα στις φλόγες, συχνά μπροστά στους οικείους τους, που το μόνο που μπορούσαν να κάνουν ήταν να παρακολουθούν το αποτρόπαιο θέαμα.
Κολλάρα
Μόδα που ξεκίνησε από ανάγκη και κατέληξε σε θανατηφόρα υπερβολή ο αποσπώμενος γιακάς των αντρικών πουκάμισων, τα λεγόμενα σκληρά κολλάρα, (stiff collars ή «father killers», όπως ήταν γνωστά στην εποχή τους) υπήρξε μια από τις πιο δημοφιλείς τάσεις στην αντρική μόδα του 19ου αιώνα.
Προσέφεραν τεράστια ευκολία στους άντρες, καθώς ο γιακάς είναι το σημείο του αντρικού πουκάμισου που εμφανίζει τη μεγαλύτερη φθορά, είτε λόγο τριβής με το δέρμα, είτε γιατί λερώνεται, οπότε τους προσέφερε τη δυνατότητα να αφαιρούν τα κολλάρα, χωρίς να αλλάζουν καθημερινά πουκάμισο.
Ωστόσο, η μόδα της εποχής απαιτούσε γιακάδες σκληρούς, κολλαρισμένους και με φάρδος, γεγονός που αποδείχθηκε θανατηφόρο για τους μοντέρνους κυρίους, που επέμεναν να τα φορούν. Το άκαμπτο ψηλό κολλάρο λειτουργούσε ουσιαστικά ως κορσές, σφίγγοντας το λαιμό. Η κυκλοφορία του αίματος και η αναπνοή κοβόταν απότομα, προκαλώντας ασφυξία και αποπληξία.
Η περούκα
Αναπόσπαστο κομμάτι της ενδυμασίας ήδη από τις αρχές της Αναγέννησης, η πουδραρισμένη περούκα φτάνει στην απόλυτη επικράτηση – και υπερβολή – της, ως σύμβολο πλούτου και εξουσίας, κατά της βασιλεία του Λουδοβίκου 16ου, γνωστού για τις στιλιστικές του… ανησυχίες, ο οποίος βλέποντας σε πολύ νεαρή ηλικία να χάνει τα μαλλιά του, τις επέβαλλε στην Αυλή του ως απόλυτο αξεσουάρ για γυναίκες και άντρες. Σύντομα η νέα αυτή τρέλα κατέκλεισε ολόκληρη την Ευρώπη.
Η εξάπλωση της σύφιλης στο τέλος του 16ου αιώνα που προκαλούσε αντιαισθητικές πληγές, δυσάρεστα εξανθήματα και αποσπασματική απώλεια μαλλιών, μετέτρεψε την περούκα σε βασικό αξεσουάρ, καθώς έκρυβε τα σημάδια της νόσου, αλλά και την απωθητική μυρωδιά της (οι περούκες ραντίζονταν με λεβάντα ή άρωμα πορτοκαλιού).
Στην πορεία, ωστόσο, και ειδικά μετά τα μέσα του 17ου αιώνα, το μέχρι τότε «αναγκαίο κακό» μετατράπηκε σε απόλυτη τάση! Οι απλές περούκες που μέχρι τότε απλά έκρυβαν ατέλειες μετατράπηκαν σε πολυτελείς υπερπαραγωγές, σε ύψος, όγκο, βάρος αλλά και κόστος! Χαρακτηριστικό δείγμα της τάσης αποτελούν οι εντυπωσιακές κουάφ της Βασίλισσας Σάρλοτ, στην τηλεοπτική επιτυχία Bridgerton.
Περίτεχνα σχέδια, ιδιαίτερα στολίδια (ακόμη και φυσικά στοιχεία, όπως λουλούδια, φτερά ή βαλσαμωμένα πουλιά!) και εντυπωσιακά μεγέθη έκαναν της εμφάνισή τους, με τους εύπορους να συναγωνίζονται ποιος θα φορέσει την πιο εντυπωσιακή περούκα! Το κόστος κατασκευής τους ήταν ιλιγγιώδες, αν αναλογιστεί κανείς π.χ. πως μια περούκα απλή για καθημερινή χρήση κόστιζε όσο το βδομαδιάτικο ενός μέσου εργαζόμενου, ενώ η πολυτελής εκδοχή της κόστιζε 300 φορές περισσότερο!
Οι βαριά στολισμένες, πουδραρισμένες και αρωματισμένες περούκες των ευγενών ωστόσο, εκτός από τα βλέμματα, προσέλκυαν και άλλους… θαυμαστές, ειδικά τις νύχτες, που οι αρουραίοι έβγαιναν προς άγραν τροφής στα σπίτια. Οι επιθέσεις των τρωκτικών, δεν ήταν οι μόνες που μετέτρεπαν τα εντυπωσιακά αξεσουάρ σε πραγματικές εστίες μόλυνσης! Οι ψείρες ήταν μόνιμοι κάτοικοί τους, ενώ συχνά – λόγω της προσθήκης ζωντανών στοιχείων – έκαναν την εμφάνισή τους σκουλήκια και άλλα ζωύφια.
Η μόδα εγκαταλείφθηκε στη Γαλλία με την Επανάσταση, ενώ η Αγγλία ακολούθησε λίγα χρόνια αργότερα, όταν επιβλήθηκε φόρος πολυτελείας στην σκόνη με την οποία πούδραραν τις περούκες.