Η Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΚΚΕ καταθέτει στη Βουλή την πρόταση νόμου για τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας που υπογράφεται από 627 συνδικαλιστικές οργανώσεις του Δημοσίου και Ιδιωτικού τομέα, στην οποία αναφέρονται τα εξής:
«627 Εργατικά Σωματεία, Ομοσπονδίες και Εργατικά Κέντρα δίνουμε το δικό μας πόρισμα για τα εργασιακά και τους μισθούς, καταθέτοντας στα κόμματα πρόταση νόμου για τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας (ΣΣΕ), που εκφράζει τις πραγματικές μας ανάγκες και δικαιώματα σε αντίθεση με το νομοσχέδιο για τον κατώτατο μισθό που έφερε στη Βουλή η κυβέρνηση της ΝΔ στις 23-11-2024.
Στην πρόταση νόμου που έχουμε επεξεργαστεί καταργούνται όλες οι αντεργατικές διατάξεις που περιέχονται στους νόμους που ψηφίστηκαν από τις προηγούμενες και τη σημερινή κυβέρνηση τα τελευταία χρόνια με τα τρία μνημόνια και τους αντεργατικούς νόμους 4670/2020 (νόμος Βρούτση), 4808/2021 (νόμος Χατζηδάκη) και 5053/2023 (νόμος Γεωργιάδη). Διασφαλίζονται πλήρως οι ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και οι Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας, επανέρχεται η υποχρεωτικότητα των Συλλογικών Συμβάσεων Εργασίας (ΣΣΕ), η αρχή της ευνοϊκότερης μεταχείρισης για τους εργαζόμενους. Αποκαθίστανται ο 13ος και 14ος μισθός σε όλους τους εργαζόμενους και συνταξιούχους. Κατοχυρώνεται η αναδρομική προσαύξηση του μισθού και ημερομισθίου λόγω προϋπηρεσίας. Καταργούνται οι ελαστικές μορφές απασχόλησης κ.ά. Ο κόπος μας, ο ιδρώτας μας δεν είναι για μας περασμένα ξεχασμένα.
Κάνουμε ξεκάθαρο σε κάθε κατεύθυνση ότι δεν πρόκειται να συμβιβαστούμε με τους μισθούς ψίχουλα και τις εκάστοτε μηδαμινές αυξήσεις τους που δεν καλύπτουν ούτε στο ελάχιστο το ολοένα και αυξανόμενο κόστος ζωής. Δεν αποδεχόμαστε τη μισοδουλειά, την ανεργία, τη φτώχεια, τη ζωή-λάστιχο.
Η κατάσταση της ζωής των εργαζομένων είναι μπροστά σε μεγάλα προβλήματα και αδιέξοδα. Δίπλα στις μεγάλες απώλειες, την αφαίρεση κατακτήσεων, τη χειροτέρευση των όρων δουλειάς και ζωής, που προωθήθηκαν δήθεν ως προσωρινά μέτρα στα χρόνια της καπιταλιστικής κρίσης, των μνημονίων, έρχεται να προστεθεί η σημερινή κατάσταση των εργαζομένων που επιβεβαιώνει ότι η αντεργατική πολιτική, τα αντεργατικά μέτρα, είναι ένα μόνιμο εργαλείο, ένας κόφτης, για να κρατιούνται στα χαμηλότερα επίπεδα οι μισθοί, τα μεροκάματα, οι εργασιακές σχέσεις, για να ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις του ΣΕΒ, της μεγαλοεργοδοσίας, για πάμφθηνη εργατική δύναμη.
Το ασφυκτικό πλαίσιο περιορισμού της δυνατότητας των εργαζομένων να πετύχουν με τον αγώνα τους βελτίωση των όρων δουλειάς και αμοιβής, οι αντεργατικοί νόμοι για τον περιορισμό της απεργίας, τον έλεγχο της συνδικαλιστικής δράσης και των συνδικάτων είναι η προσπάθεια του κεφαλαίου και των δυνάμεών του να υπάρξει “σιγή νεκροταφείου”.
Η προπαγάνδα της κυβέρνησης, του Υπουργείου Εργασίας, για τη διαμόρφωση του κατώτατου μισθού τα επόμενα χρόνια όχι μόνο δεν αναιρεί την αθλιότητα του αντεργατικού οπλοστασίου, που κρατά τους μισθούς καθηλωμένους μακριά από τις ανάγκες των εργαζομένων, αλλά εδραιώνει και ενισχύει τη βασική γραμμή και απαίτηση του κεφαλαίου να πληρώνει τα ελάχιστα και να συμπιέζει όλους τους μισθούς προς τα κάτω.
Όταν οι μισθοί και τα μεροκάματα βρίσκονται ανάμεσα στις συμπληγάδες της κερδοφορίας και της ανταγωνιστικότητας θα συνθλίβονται, οι εργαζόμενοι θα μετρούν απώλειες και το κεφάλαιο θα γεμίζει τα ταμεία του.
Μόνο τα δύο τελευταία χρόνια οι εισηγμένες εταιρείες στο Χρηματιστήριο Αθηνών συγκέντρωσαν πάνω από 22 δισ. ευρώ καθαρά κέρδη, ενώ οι εργαζόμενοι βρίσκονται αντιμέτωποι με τη μεγάλη ακρίβεια, το πανάκριβο ηλεκτρικό ρεύμα, την ακριβοπληρωμένη Υγεία και στέγη, τις ληστρικές τιμές σε βασικά αγαθά, την υπέρογκη φορολογία, που εξαϋλώνουν το ήδη πενιχρό εισόδημα. Αυτή την περίοδο γιγαντώθηκε κι άλλο η φοροληστεία, αφού ο λαός πλήρωσε τη συντριπτική πλειοψηφία των 116,8 δισ. ευρώ φόρων του κρατικού προϋπολογισμού.
Την ίδια στιγμή οι μισθοί είναι μειωμένοι κατά 14% σε σχέση με το 2011. Την τριετία 2021-2023 υπογράφτηκαν μόλις 74 εθνικές κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές συμβάσεις, από τις οποίες η κυβέρνηση αρνήθηκε να κάνει υποχρεωτικές τις 49, ενώ την ίδια περίοδο υπεγράφησαν μόλις 133 επιχειρησιακές συμβάσεις με αυξήσεις στους μισθούς σε έναν όγκο 5.277 επιχειρήσεων (άνω των 50 εργαζομένων) που απασχολούν πάνω από 1.100.000 εργαζόμενους. Το 2024 αποτελεί χρονιά αρνητικού ρεκόρ αφού μέχρι τα τέλη Σεπτέμβρη είχαν υπογραφεί μόλις 8 εθνικές κλαδικές και ομοιοεπαγγελματικές συμβάσεις εκ των οποίων υποχρεωτικές έχουν γίνει μόλις 2! Όλα αυτά σε συνδυασμό με την επέκταση των ελαστικών σχέσεων απασχόλησης έχουν πετάξει έξω από τις συλλογικές συμβάσεις πάνω από 1.500.000 εργαζομένων τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια.
Ο μέσος μισθωτός, πριν την φορολογία εισοδήματος του, έχει χάσει πάνω από το 35% της αγοραστικής του δύναμης. Μάλιστα, την περίοδο 2020-2024 οι αυξήσεις των μισθών ήταν 14,25% ενώ οι αυξήσεις των φόρων 49%. Οι απώλειες στην αγοραστική δύναμη των μισθωτών γίνονται ακόμα μεγαλύτερες, λοιπόν, αν ληφθεί υπόψη η μεγάλη φορολογική αφαίμαξη των τελευταίων χρόνων. Συνυπολογίζοντας όλους αυτούς τους παράγοντες, φαίνεται πως οι συνολικές απώλειες στο βιοτικό επίπεδο των εργαζομένων φθάνουν ή και ξεπερνούν το 50% την περίοδο της κρίσης.
Είναι ψέμα οι ανακοινώσεις της Κυβέρνησης ότι με τον νέο τρόπο υπολογισμού δεν θα μπορούν να μειωθούν μισθοί. Οι βέλτιστες πρακτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τους μισθούς, την ασφάλιση, τις συντάξεις και τα εργασιακά έχουν γίνει νόμοι από τα χρόνια της κρίσης και παραμένουν σε ισχύ. Αυτοί οι νόμοι, που τσάκισαν μισθούς, συντάξεις, τη ζωή μας ολάκερη, δεν γίνεται να λειτουργήσουν διαφορετικά σήμερα. Δεν γίνεται τα μέτρα που προωθούνται, για να ικανοποιήσουν τις απαιτήσεις του ΣΕΒ και αντλούνται από το ίδιο αντεργατικό πεδίο, να παράξουν διαφορετικό αποτέλεσμα.
Η πρόταση νόμου που καταθέτουμε, προβλέπει την κατάργηση όλων των αντεργατικών νόμων που υπονομεύουν τις Συλλογικές Συμβάσεις Εργασίας και τον σταθερό ημερήσιο χρόνο εργασίας.