Ο Τζίμι Κάρτερ, ο 39ος πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών, διαμεσολαβητής για την ειρήνη στη Μέση Ανατολή και υποστηρικτής των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, πέθανε σε ηλικία 100 ετών, όπως ανακοινώθηκε την Κυριακή.
Δημοκρατικός από την πολιτεία της Τζόρτζια, ο Κάρτερ υπήρξε ο μακροβιότερος πρόεδρος στην ιστορία των ΗΠΑ. Στη μοναδική του θητεία στον Λευκό Οίκο, αντιμετώπισε σειρά κρίσεων οικονομικής φύσης και εξωτερικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένης της υπόθεσης των ομήρων στο Ιράν και της σοβιετικής εισβολής στο Αφγανιστάν.
Ο Κάρτερ πέρασε τις δεκαετίες που ακολούθησαν εστιάζοντας την προσοχή του στις διεθνείς σχέσεις και τα ανθρώπινα δικαιώματα, προσπάθειες που του χάρισαν το Νόμπελ Ειρήνης το 2002.
Ο Κάρτερ είχε νοσηλευτεί επανειλημμένα στο παρελθόν και στις 18 Φεβρουαρίου του περασμένου έτους, η οικογένειά του είχε ανακοινώσει ότι επέλεξε να «περάσει τον χρόνο που του απομένει στο σπίτι», με τους αγαπημένους του.
Ως Πρόεδρος, ο Κάρτερ ίδρυσε δύο νέα υπουργεία, το Υπουργείο Ενέργειας και το Υπουργείο Εκπαίδευσης. Εγκαθίδρυσε μια εθνική ενεργειακή πολιτική που περιελάμβανε τη διατήρηση, τον έλεγχο των τιμών, και τις νέες τεχνολογίες.
Στα εξωτερικά ζητήματα, ο Κάρτερ επεδίωξε τις Συμφωνίες του Καμπ Ντέιβιντ, τις Συνθήκες του Καναλιού του Παναμά, τον δεύτερο γύρο των Συνομιλιών Περιορισμού Στρατηγικών Όπλων (SALT II), και επέστρεψε τη Ζώνη του Καναλιού στον Παναμά.
Ο Κάρτερ έδινε σταθερά έμφαση στα ανθρώπινα δικαιώματα. Ανέλαβε το αξίωμα του σε περίοδο διεθνούς στασιμοπληθωρισμού, ο οποίος παρέμεινε σε όλη τη θητεία του. Το τέλος της προεδρικής του θητείας σημαδεύτηκε από την Ιρανική κρίση ομηρίας του 1979-1981, την ενεργειακή κρίση του 1979, το πυρηνικό ατύχημα του Νησιού των Τριών Μιλίων, τη Σοβιετική εισβολή στο Αφγανιστάν (στο τέλος του 1979), το μποϊκοτάζ των Θερινών Ολυμπιακών Αγώνων της Μόσχας του 1980 από την πλευρά των Ηνωμένων Πολιτειών και την έκρηξη του όρους Αγία Ελένη του 1980.
Μέχρι το 1980, η δημοτικότητα του Κάρτερ είχε πέσει και έχασε με σημαντική διαφορά στις εκλογές από τον Ρεπουμπλικανό υποψήφιο Ρόναλντ Ρέιγκαν. Στις 20 Ιανουαρίου 1981, λεπτά μετά τη λήξη της θητείας του Κάρτερ, οι 52 Αμερικανοί αιχμάλωτοι στην πρεσβεία των ΗΠΑ στην Τεχεράνη απελευθερώθηκαν, τερματίζοντας την 444-ήμερη κρίση ομηρίας στο Ιράν.
Αφότου άφησε το αξίωμα του, ο Κάρτερ και η σύζυγος του Ρόζαλιν ίδρυσαν το κέντρο Κάρτερ το 1982, μία μη κυβερνητική, μη κερδοσκοπική οργάνωση για την προαγωγή των ανθρώπινων δικαιωμάτων.
Τον Μάρτιο 2012, δύο μήνες πριν ο πρόεδρος Μπάρακ Ομπάμα ανακοινώσει ότι είναι υπέρ του γάμου των ομοφυλοφίλων, ο Κάρτερ δήλωσε πως είναι υπέρ του να επιτρέπεται να παντρεύονται τα ομοφυλόφιλα ζευγάρια.
Ηταν «παρών» σε ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις και υπήρξε παρατηρητής εκλογών, ενώ υπήρξε ένθερμος υποστηρικτής των πολιτικών πρόληψης των ασθενειών.
Ο Κάρτερ διατέλεσε μέλος πολλών επιτροπών παρακολούθησης τήρησης δημοκρατικών διαδικασιών σε εκλογές σε διάφορα κράτη του κόσμου. Το 1994 πραγματοποίησε ένα ταξίδι στη Βόρεια Κορέα, όπου συνάντησε τον ηγέτη της Κιμ Ιλ-σονγκ και διεξήγαγαν συνομιλίες. Το 2002 επισκέφθηκε την Κούβα, και η επίσκεψή του αποτέλεσε την πρώτη υψηλόβαθμου Αμερικανού πολιτικού στην περιοχή από το 1959.
Το 2002, ο Κάρτερ τιμήθηκε με το Βραβείο Νόμπελ Ειρήνης για το σύνολο του έργου του με το Κέντρο Κάρτερ. Είχε γιορτάσει τα 100στά γενέθλιά του στον κήπο του σπιτιού του στην Τζόρτζια, παρουσία συγγενών και φίλων, παρακολουθώντας την υπέρπτηση τεσσάρων μαχητικών αεροσκαφών F-18, προς τιμήν της θητείας του στο σώμα.