Της Ειρήνης Παπουτσή
Την Εθνική Στρατηγική Προστασίας των Ανηλίκων από τον Εθισμό στο Διαδίκτυο, παρουσίασε πριν λίγες μέρες η κυβέρνηση, εστιάζοντας στην ενημέρωση μα και την ενίσχυση του γονικού ελέγχου, με τη LarissaPress να συνομιλεί σχετικά με τον Γιώργο Γιαννούση, Ψυχοθεραπευτή – Οικογενειακό θεραπευτή, επιχειρώντας να «φωτίσει» τον ψηφιακό κόσμο των παιδιών, τους κινδύνους εθισμού αλλά και τον κομβικό ρόλο των γονέων στη χρήση του διαδικτύου.
Η εικόνα που καταγράφεται στη Λάρισα, η εξοικείωση των παιδιών με τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, το πόσο επηρέασε η πανδημία ώστε να διαμορφωθεί μια τέτοια συνθήκη κυρίως κατά την περίοδο του εγκλεισμού, αλλά και η ελλειμματική επικοινωνία με την οικογένεια και τον κοινωνικό περίγυρο τέθηκαν στην κουβέντα μας, με τον κ. Γιαννούση να ξεκαθαρίζει εξ αρχής πως στη Λάρισα δε συμβαίνει κάτι διαφορετικό από αυτό που συμβαίνει όχι μόνο σε ολόκληρη τη χώρα μα και παγκοσμίως.
Μήπως τελικά «δαιμονοποιούμε» τα εργαλεία που μας δίνονται χρησιμοποιώντας τα σαν «άλλοθι» για ελλειμματικές καταστάσεις που βιώνουμε ως κράτος και τελικά ως κοινωνία, θέσαμε το ερώτημα, με τον έμπειρο ψυχοθεραπευτή να μας μιλά για ένα φαινόμενο που έχει πάρει ανησυχητικές διαστάσεις, σημειώνοντας ταυτόχρονα πως «οι εξαρτήσεις αποτελούν σύμπτωμα ευρύτερων αιτιών».
«Για σκεφτείτε, κάθε εποχή δημιουργεί τις δικές της εξαρτήσεις. Έτσι από τα ναρκωτικά και τον εκφοβισμό (bullying) περάσαμε και στο διαδίκτυο. Και όλα αυτά σε μια περίοδο που η κοινωνία ούτως ή άλλως απομονώνεται, ενώ ταυτόχρονα δεκαετίες τώρα η ελληνική κοινωνία και η Πολιτεία “στήνει” κέντρα πρόληψης δίχως στην ουσία να κάνει τη δουλειά της. Με άλλα λόγια παίρνονται μέτρα με όλα τα παραπάνω να χρησιμοποιούνται ως φόβητρο για τη χειραγώγηση συμπεριφορών. Έτσι καταλήγουμε να μην εστιάζουμε στο μείζον και το συλλογικό αλλά στο έλασσον και την ατομική ευθύνη».
Και η παιδική ηλικία; Πόσο «θωρακισμένη» τη βρίσκουν τέτοια φαινόμενα, όταν μάλιστα η εύκολη πρόσβαση και ο εθισμός στη γρήγορη – και πολλές φορές αδιασταύρωτη – πληροφορία αποτελούν καθημερινότητα, τον ρωτώ, με την απάντηση να έρχεται τελείως «έξω από το κουτί».
«Κάποτε ανατρέχαμε στις εγκυκλοπαίδειες για την όποια πληροφορία. Κάθε εποχή έχει τα δικά της. Εκείνο που θα πρέπει να δούμε είναι το γιατί μιλάμε για την παιδική ηλικία λες και πρόκειται για… ασθένεια. Αν το εξετάσουμε θα διαπιστώσουμε πως δημιουργούμε συνθήκες προστασίας όχι επειδή τα παιδιά εμφανίζονται “παραβατικά” ή “ευάλωτα”, αλλά επειδή δε διαμορφώνουμε μέσα από το σχολείο ή την οικογένεια προσωπικότητες. Μοιραία λοιπόν ο λαμπερός κόσμος του διαδικτύου έρχεται να καλύψει τα κενά. Κοντολογίς ένα παιδί χάνει τον εαυτό του επειδή νωρίτερα η οικογένεια και το σχολείο “φρόντισαν” να τον χάσει».
«… Όπως αντιλαμβάνεστε έχουμε πολλή δουλειά να κάνουμε ως κοινωνία, ώστε να αποκτήσουμε πιο συλλογικά χαρακτηριστικά και να άρουμε την απομόνωση. Ο φόβος, έτσι όπως καλλιεργείται (και) για το συγκεκριμένο θέμα, δεν είναι καλός σύμβουλος, εξάλλου υπάρχουν παιδιά (πολλά κατά την άποψή μου) που έχουν αναπτύξει “ασφαλείς” προσωπικότητες και δεν κινδυνεύουν. Από κει και πέρα, χρήσιμα τα μέτρα και τα εργαλεία που ανακοινώνονται κατά καιρούς, αλλά ας μην παραβλέπουμε το γεγονός πως τα εργαλεία θέλουν και καλό μάστορα, αφού από μόνα τους δεν μπορούν να προσφέρουν το παραμικρό», προσθέτει με νόημα.
Δηλώνοντας αισιόδοξος για την επόμενη μέρα, ο Γιώργος Γιαννούσης ολοκληρώνει με… “μαστοριά” την σκέψη του και μαζί και την κουβέντα μας: «Καλούμαστε λοιπόν να γίνουμε καλοί μαστόροι και με τα εργαλεία που μας παρέχονται να προστατεύσουμε τα παιδιά από τον εθισμό του διαδικτύου. Μόνο με την καταστολή και τον έλεγχο δε θα τα καταφέρουμε. Οι άνθρωποι θέλουν εκπαίδευση στην κουλτούρα και τον πολιτισμό για να πάψουν να βιώνουν συνθήκες “matrix”, να δουν το συλλογικό και να πάψουν να απομονώνονται».