Της Ειρήνης Παπουτσή
Μόνο από τα… σύννεφα δε δείχνει να έπεσε η εκπαιδευτική κοινότητα (και) της Λάρισας μετά τις ανακοινώσεις της ετήσιας έκθεσης της Αρχής Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση (ΑΔΙΠΠΔΕ) για το 2024, σύμφωνα με την οποία ένα σημαντικό ποσοστό μαθητών, που ξεπερνά το 20%, κατά την ολοκλήρωση της υποχρεωτικής εκπαίδευσης, αντιμετωπίζει σοβαρές δυσκολίες στην κατανόηση του σχολικού γραπτού λόγου και σε ακόμη μεγαλύτερο βαθμό στην παραγωγή γραπτού λόγου.
Αντίστοιχες διαπιστώσεις καταγράφονται και για τα Μαθηματικά, με τις δυσκολίες να μην είναι αμιγώς μαθηματικές, αλλά και γλωσσικές. Με άλλα λόγια, ένα στα πέντε παιδιά κινδυνεύει να αποφοιτήσει από το Γυμνάσιο λειτουργικά αναλφάβητο, δίχως δηλαδή τη δυνατότητα επαρκούς κατανόησης του προφορικού και γραπτού λόγου, με αδυναμία στη διατύπωση και ανάπτυξη κριτικής σκέψης και την πραγματοποίηση αφαιρετικών συνειρμών και τελικά με αδυναμία στο να εκμεταλλεύεται ευκαιρίες για τη βελτίωση των γνωστικών του δεξιοτήτων.
Την ώρα που η ΑΔΙΠΠΔΕ κρούει τον κώδωνα, προτείνοντας μάλιστα να επανεξετασθεί το ηλικιακό όριο εγγραφής στην Α΄ Τάξη Δημοτικού στη χώρα, η LarissaPress επιχειρεί να «δει» τη συγκεκριμένη έκθεση μέσα από τα μάτια των ίδιων των εκπαιδευτικών, απευθυνόμενη τόσο στον πρόεδρο του Συλλόγου Εκπαιδευτικών Π.Ε. Λάρισας «Κων/νος Κούμας», Δημήτρη Παπαποστόλου, όσο και στον προεδρεύοντα της ΕΛΜΕ Ν. Λάρισας, Αθανάσιο Φούντα, με τους δύο εκπαιδευτικούς σε κοινή… συνισταμένη να τονίζουν πως «σχολεία της γραφειοκρατίας και των δήθεν μεταρρυθμίσεων οδήγησαν στον λειτουργικό αναλφαβητισμό», εκφράζοντας μάλιστα σοβαρές επιφυλάξεις για τον ρόλο της Αρχής Διασφάλισης της Ποιότητας στην Πρωτοβάθμια και Δευτεροβάθμια Εκπαίδευση.
«Προφανώς και δεν πέσαμε από τα σύννεφα. Οι διαπιστώσεις της Αρχής είναι πράγματα που βιώνουμε στο νέο σχολείο της γραφειοκρατίας, των ατέλειωτων προγραμμάτων και των ηλεκτρονικών υπολογιστών που τείνουν να αντικαταστήσουν τον δάσκαλο, ο οποίος όμως διαπιστωμένα παραμένει αναντικατάστατος», ήταν τα πρώτα λόγια του κ. Παπαποστόλου, που έσπευσε να συμπληρώσει πως ο πρόεδρος της ΑΔΙΠΠΔΕ, Καθηγητής Πανεπιστημίου, Ηλίας Ματσαγγούρας, που κάνει τις σχετικές διαπιστώσεις, είναι ο πρωτεργάτης του νέου σχολείου, που φέρει τη σφραγίδα του και θα πρέπει να αναλογιστεί τις ευθύνες του.
«Η επιλογή δυσνόητων κειμένων γλώσσας δε βοηθά στην κατανόησή τους από τους μαθητές, ενώ παράλληλα προβλήματα δημιουργεί και ο όγκος της ύλης, την ώρα που μαθητές μεγαλύτερων τάξεων δε γνωρίζουν καν τον πίνακα πολλαπλασιασμού και βασικές αρχές, όπως η ανάγνωση, η ορθογραφία και η γραμματική θεωρούνται αναχρονιστικές», συνεχίζει ο Δημήτρης Παπαποστόλου, κάνοντας λόγο για γλωσσική και γνωστική «φτώχεια» στα σχολειά μας.
«Εκείνο που πρέπει να δούμε είναι η αλλαγή των βιβλίων και των αναλυτικών προγραμμάτων, καθώς και ο περιορισμός των τεχνικών μέσων στις μικρές τάξεις. Οι νέες τεχνολογίες σαφώς και αποτελούν χρήσιμα εργαλεία ωστόσο δεν μπορούν να αντικαταστήσουν τον δάσκαλο, ενώ η τεχνητή νοημοσύνη μοιραία θα οδηγήσει σε μείωση της φυσικής νοημοσύνης», καταλήγει, υπογραμμίζοντας ταυτόχρονα πως η πρόταση για εγγραφή μαθητών στην Α΄ Δημοτικού μετά τη συμπλήρωση της ηλικίας των έξι ετών δε θα φέρει κανένα αποτέλεσμα.
«Τα περί δημοσιονομικού κόστους που επικαλείται η έκθεση δεν είναι λύση. Η λύση είναι μία: μείωση της αναλογίας μαθητών ανά εκπαιδευτικό, 1 προς 15 στα Νηπιαγωγεία και στην Α’ και Β’ τάξη του Δημοτικού Σχολείου και 1 προς 20 στις μεγάλες τάξεις, καθώς καταγράφεται μεγάλος αριθμός μαθητών με μαθησιακές δυσκολίες που χρειάζονται παράλληλη στήριξη», ολοκληρώνει την σκέψη του ο πρόεδρος του συλλόγου «Κων/νος Κούμας».
Η άποψη του Αθανάσιου Φούντα
Στο ίδιο πνεύμα δείχνει να κινείται και ο προεδρεύων της τοπικής ΕΛΜΕ, με τον Αθανάσιο Φούντα να αναφέρει χαρακτηριστικά ότι η εκπαίδευση εδώ και αρκετά χρόνια έχει ξεστρατίσει από τους πραγματικούς της στόχους.
«Η ψηφιακή επανάσταση και η υπερφόρτωση οδηγούν σε τέτοιες καταστάσεις. Το σχολείο έχασε τον ανθρωποκεντρικό του χαρακτήρα και όλοι καλούμαστε να αναλογιστούμε τις ευθύνες μας, ενώ τόσο τα σχολικά εγχειρίδια όσο και τα προγράμματα σπουδών κρίνονται ανεπαρκή. Την ίδια ώρα τα σχολεία “βομβαρδίζονται” από δήθεν μεταρρυθμίσεις που δεν προσφέρουν στην καλυτέρευση της μαθησιακής διαδικασίας», τονίζει ο κ. Φούντας, που εμφανίζεται επιφυλακτικός απέναντι στον ρόλο της ΑΔΙΠΠΔΕ «και διαφόρων τέτοιων Αρχών, που στην ουσία μας έχουν οδηγήσει σε αυτή την κατάσταση».
«Πολύ φοβάμαι πως σκοπός τους είναι να φορτώσουν τελικά στον εκπαιδευτικό την όποια παθογένεια. Η λύση θα έρθει μόνο μέσα από έναν ανοιχτό διάλογο της Πολιτείας και των Ομοσπονδιών, ωστόσο παραμένω επιφυλακτικός και προβληματισμένος, αφού διαπιστωμένα η εκπαίδευση συνεχίζει αντιμετωπίζεται με αλαζονικό τρόπο από πλευράς κυβέρνησης», καταλήγει ο κ. Φούντας.