Διογκωμένο δημοσιονομικό αλλά και εμπορικό έλλειμμα, συνεχής αύξηση των αποδόσεων των ομολόγων και πτώση της στερλίνας, συνθέτουν ένα εκρηκτικό κοκτέιλ που απειλεί άμεσα τη βρετανική οικονομία.
Οι υποσχέσεις της υπ. Οικονομικών, Ρέιτσελ Ριβς, για εντυπωσιακή ανάπτυξη, οικονομική σταθερότητα και ασφάλεια μοιάζουν, έξι μήνες μετά την ανάδειξη του Εργατικού Κόμματος στην εξουσία, σαν ένα μακρινό όνειρο.
Την ίδια ώρα ο Έλον Μασκ έχει ξεκινήσει σφοδρή επίθεση ενάντια στη βρετανική κυβέρνηση και τον πρωθυπουργό Κιρ Στράμερ, γεγονός που δεν ξεφεύγει από την προσοχή των επενδυτών, ιδιαίτερα μετά και την παραίτηση του Καναδού ομολόγου του Τζάστιν Τριντό. Βέβαια ο Τριντό ήξερε ότι δεν θα κερδίσει τις επικείμενες εκλογές στον Καναδά, ενώ ο Στράμερ είναι πολύ «φρέσκος» στην εξουσία της Βρετανίας, με τις έξωθεν παρεμβάσεις να μην γίνονται αποδεκτές από το εκλογικό σώμα.
Η όλη εικόνα φέρνει αναμνήσεις από το σύντομο πέρασμα της Λιζ Τρας στην εξουσία της Βρετανίας ή από την ακόμη πιο οδυνηρή δεκαετία του ’70, όταν η χώρα αναγκάστηκε να προσφύγει για δανεισμό στο ΔΝΤ και να εφαρμόσει σκληρή λιτότητα. Το κόστος δανεισμού για τη Βρετανία αγγίζει το δυσθεώρητο επίπεδο του 5% -βάσει της απόδοσης του 10ετούς ομολόγου της χώρας- ενώ η στερλίνα συνεχίζει να διολισθαίνει σε όλο και πιο πολυετή χαμηλά έναντι τόσο του δολαρίου όσο και του ευρώ.
Οι μεγάλοι κίνδυνοι
Οι αναλυτές εκτιμούν ότι ο μεγαλύτερος κίνδυνος δεν είναι άλλος από μία εκτροπή του βρετανικού οικονομικού επιτελείου, με εφαρμογή λιτότητας και αυξήσεις φόρων. Ταυτόχρονα η υπ. Οικονομικών φαίνεται να πληρώνει την υπερβολική της αυτοπεποίθηση στην κατάρτιση του προϋπολογισμού για το 2025, με το απόθεμα ύψους μόλις 10 δις. στερλινών που υπήρχε σε αυτόν να έχει σχεδόν μηδενιστεί λόγω της πληρωμής πολύ πιο υψηλών από τους αρχικούς τόκων.
Από οικονομικής άποψης, ήταν μια καταστροφική αρχή για τους Εργατικούς. Η ανάπτυξη έχει σταματήσει από τη νίκη τους τον Ιούλιο, ο πληθωρισμός παραμένει ανησυχητικός και το επιχειρηματικό κλίμα έχει υποχωρήσει μετά την αύξηση των φόρων κατά περισσότερο από 40 δισεκατομμύρια λίρες τον Οκτώβριο.
Η επίθεση στα βρετανικά ομόλογα αποδίδεται στο γεγονός ότι οι αγορές δεν έχουν, πλέον, μεγάλη εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση των Εργατικών ότι μπορεί να επιτύχει τους οικονομικούς της στόχους.
Προς το παρόν, οι επενδυτές έχουν αποφασίσει ότι δεν έχουν εμπιστοσύνη στα σχέδια της κας Ριβς για την επίτευξη της ανάπτυξης που απαιτείται για την αντιμετώπιση του συσσωρευμένου χρέους, σε υψηλό 60 ετών κοντά στο 100% του ΑΕΠ, ή για την αντιμετώπιση του επίμονου πληθωρισμού. Το ξεπούλημα της αγοράς, το οποίο έπληξε ταυτόχρονα τις αποδόσεις των ομολόγων και το νόμισμα, υποδηλώνει ότι το Ηνωμένο Βασίλειο βιώνει φυγή κεφαλαίων, όπως συνέβη πριν από την κρίση της στερλίνας το 1976.
Μέρος του προβλήματος είναι η εξάρτηση της Βρετανίας από την ξένη χρηματοδότηση για να πληρώσει τα έξοδά της. Αυτή η εξάρτηση από τη λεγόμενη «καλοσύνη των ξένων» έχει γίνει ρήγμα και μόνο ένα αξιόπιστο σχέδιο μπορεί να σταθεροποιήσει τα πράγματα.
«Γενικά, η αγορά είναι απλώς πολύ επιφυλακτική για την ικανότητα της κυβέρνησης να χρηματοδοτήσει αυτό το μεγαλύτερο δημοσιονομικό έλλειμμα», εκτιμά η JPMorgan Chase, προσθέτοντας ότι «τους επόμενους δύο μήνες θα πρέπει σίγουρα να βγουν με κάποιες ανακοινώσεις, αν αυτή η πίεση συνεχίσει να αυξάνεται».
Η αναταραχή ήρθε σε μια ακατάλληλη στιγμή για τη Ριβς, καθώς ξεκινά μια επίσκεψη στην Κίνα, όπου επιδιώκει να εμβαθύνει τους δεσμούς με τη δεύτερη μεγαλύτερη οικονομία του κόσμου. Τα δύο μεγαλύτερα κόμματα της αντιπολίτευσης της Βρετανίας είπαν ότι θα έπρεπε να ακυρώσει την επίσκεψη για να αντιμετωπίσει τη δημοσιονομική κατάσταση, αλλά αυτή συνεχίζεται.
Η διολίσθηση της αγοράς ήρθε επίσης εν όψει μιας ομιλίας που αναμένεται να εκφωνήσει η Ριβς τις επόμενες εβδομάδες σχετικά με το βασικό οικονομικό της όραμα για το έτος. Αντ’ αυτού, ο έλεγχος επικεντρώνεται στο πώς θα ανασυγκροτήσει το δημοσιονομικό περιθώριο και η Ριβς πρέπει να βρει έως και 12 δισεκατομμύρια λίρες, σύμφωνα με το Bloomberg Economics. Μπορεί να αυξήσει τους φόρους, να μειώσει τις κρατικές δαπάνες, να περικόψει την κοινωνική πρόνοια, να περιορίσει τα επενδυτικά της σχέδια ή να αφήσει τον δανεισμό να αυξηθεί.
Αλλά οι Εργατικοί έχουν υποσχεθεί να τερματίσουν τη λιτότητα σε δημόσιες υπηρεσίες όπως η υγεία και η δικαιοσύνη, και η Ριβς -η πρώτη γυναίκα καγκελάριος στην 800χρονη ιστορία του ρόλου- απέκλεισε την άμεση αύξηση των φόρων μετά τις αντιδράσεις κατά του προϋπολογισμού του Οκτωβρίου. Τα υψηλότερα επιτόκια, αν παραμείνουν, θα μπορούσαν να μειώσουν σχεδόν 0,3 ποσοστιαίες μονάδες από την αύξηση του ΑΕΠ το 2025, σύμφωνα με το μοντέλο SHOK του Bloomberg Economics.