Δεν έχω σταματήσει να γράφω πως τα Τέμπη δεν αποτελούν για την ελληνική κοινωνία ένα –ακόμα- τραγικό δυστύχημα. Δεν είναι κάτι που συνέβη εξαιτίας μιας «κακιάς στιγμής».
Η υπόθεση των Τεμπών αποτελεί πλέον ένα βαθύ, συλλογικό, τραύμα.
Κάθε Έλληνας έχει μπει, συνειδητά ή ασυνείδητα, στη θέση του χαροκαμένου γονιού και έχει συνειδητοποιήσει πως θα μπορούσε κάλλιστα στη θέση των 57 αθώων ψυχών να βρισκόταν το δικό του παιδί.
Γι αυτό και εξοργίζεται.
Γι αυτό και κατεβαίνει στους δρόμους και στις πλατείες.
Σήμερα στην πλατεία της Λάρισας, και σε όλες τις ελληνικές πλατείες, δεν κατέβηκαν οι επαγγελματίες του ΚΚΕ, οι αναρχοαυτόνομοι, οι ακροδεξιοί ή όσοι τέλος πάντων έχουν ταυτίσει την ύπαρξη τους και τις πολιτικές τους ονειρώξεις με τέτοιου είδους κινητοποιήσεις.
Σήμερα στην πλειοψηφία τους κατέβηκαν άνθρωποι που ζητούν δικαιοσύνη.
Που ζητούν να λάμψει η αλήθεια και να πληρώσουν οι ένοχοι.
Που πολλοί απ’ αυτούς ψήφισαν ξανά, μετά το τραγικό δυστύχημα, τον Κυριάκο Μητσοτάκη γιατί πίστεψαν πως από το υπάρχον πολιτικό δυναμικό είναι ο μόνος που θα μπορούσε να σπάσει το απόστημα και να επιφέρει την κάθαρση.
Γι’ αυτό και τώρα δυσφορούν και οργίζονται.
Οργίζονται με την κυβέρνηση και προσωπικά με τον Πρωθυπουργό, όταν ακούν και βλέπουν υπουργούς να κουνούν το δάχτυλό στους χαροκαμένους γονείς.
Οργίζονται με την κυβέρνηση και προσωπικά με τον Πρωθυπουργό όταν δεν παίρνουν πειστικές απαντήσεις σε αναρίθμητα ερωτήματα που έχουν προκύψει μετά το πολύνεκρο δυστύχημα στην κοιλάδα του θανάτου.
Η οργή τους δεν είναι ίδια με αυτή που τους προκαλούν στελέχη της αντιπολίτευσης όταν κάνουν λόγο για «λαϊκά μέτωπα» και «λαϊκά δικαστήρια». Όλες αυτές τις φαντασιώσεις τις δοκιμάσαμε πρόσφατα –μάλιστα χθες γιορτάσαμε και τα 10 χρόνια της αριστερής εξαπάτησης- και συνεχίσαμε μπροστά.
Είναι μεγαλύτερη γιατί θέλουν να ζήσουν οι ίδιοι και τα παιδιά τους σε μια χώρα αξιοκρατίας, ελευθερίας, δικαιοσύνης και ισότητας.
Σε μια χώρα δηλαδή σαν αυτή που τους υποσχέθηκε προσωπικά ο Κυριάκος Μητσοτάκης και του έδωσαν ισχυρή εντολή δυο φορές για να μετατρέψει την υπόσχεση σε πραγματικότητα.
Αυτή η μερίδα των πολιτών, όταν αποφασίζει να βγει στους δρόμους, αδιαφορεί για τους χαιρετισμούς των εκπροσώπων κομμάτων και συνδικάτων. Βγαίνει για να σταθεί ακούνητη και αμίλητη, μόνο και μόνο γιατί ξέρει πως ένα ηχηρό μήνυμα δεν χρειάζεται απαραιτήτως φωνή. Χρειάζεται παρουσία.
Όσοι προσπαθούν να ταυτίσουν την μερίδα αυτή των πολιτών με κομματικές σημαίες και να υποβαθμίσουν την παρουσία τους σε τέτοιου είδους συγκεντρώσεις, το μόνο που πετυχαίνουν είναι να τους εξοργίζουν ακόμα περισσότερο.
Και η οργή όταν συσσωρεύεται προκαλεί έκρηξη.
Αυτό καλό θα ήταν να το έχουν στο πίσω μέρος του μυαλού τους αυτοί που κυβερνούν.