Της Αλίνας Μωϋσή
Οι τόποι είναι σαν τους ανθρώπους. Έχουν τις δικές τους ιστορίες, άλλες φανερές κι άλλες καλά κρυμμένες. Κάποιες φορές οι ιστορίες των τόπων και των ανθρώπων μπλέκονται τόσο σφιχτά μεταξύ τους, που στο τέλος δεν ξέρεις αν ο τόπος είναι πιο σημαντικός ή οι άνθρωποι που πάτησαν πάνω του.
Η περίφημη επιγραφή Ὦ ξεῖν᾿, ἀγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ὅτι τῇδε κείμεθα τοῖς κείνων ῥήμασι πειθόμενοι, δεν είναι παρά η απόδειξη της αρχέγονης ανάγκης των ανθρώπων να απομένει ένα ίχνος τους στους τόπους που σημαδεύτηκαν από το πέρασμά τους.
Τοπόσημα έχουμε και στην πόλη μας, αν και όχι τόσα όσα αξίζουν στην ιστορία και τον πολιτισμό της. Αύριο, θα αποκτήσουμε ένα ακόμη, φέρνοντας στο φως την ιστορία που κρύβει το Στρατόπεδο Μπουγά και συνδέεται με μια άγνωστη ως τώρα πτυχή της εξόντωσης των Εβραίων της Λάρισας από τους Ναζί:
Λάρισα 1944. Κατοχή, πείνα, φόβος και πιο πολύ για τους Εβραίους της πόλης, καθώς τα νέα για την τύχη των ομοθρήσκων τους στη Βόρεια Ελλάδα και στη Θεσσαλονίκη δεν αφήνουν περιθώρια για αισιοδοξία. Οι περισσότεροι έχουν ήδη εγκαταλείψει τα σπίτια και τα μαγαζιά τους και, με τη βοήθεια της Εθνικής Αντίστασης, έχουν βρει καταφύγιο στα γύρω χωριά. Κάποιοι όμως παραμένουν στην πόλη, μη μπορώντας να βάλουν με το νου τους το κακό που τους περιμένει… Ποιος θα τους αδικούσε; Ανάμεσα σ’ αυτούς και οι προπαππούδες μου, που προσπαθούσαν να πείσουν τον γιο τους (τον παππού μου) ότι άδικα ανησυχεί «τι θα μας κάνουν μωρέ οι Γερμανοί;» και ξεσηκώνεται να φύγει, τραβολογώντας και τα δυο μικρά κοριτσάκια του πάνω στα βουνά. Ο παππούς μου όμως φοβόταν περισσότερο από όσο σεβόταν τη γνώμη των γονιών του. Ευτυχώς…
Ήταν ξημερώματα της 24ης Μαρτίου και η Λάρισα κοιμόταν, τυλιγμένη στο κρύο και την υγρασία της, όταν οι Ναζί κατακτητές περικύκλωσαν την Εβραϊκή συνοικία της πόλης. Με άγριες κραυγές και προτεταμένα όπλα, όρμηξαν σε κάθε εβραϊκό σπίτι, που τους υπέδειξαν οι προδότες συνεργοί τους και τους έσυραν όλους έξω, με ότι πρόλαβαν να μαζέψουν μέσα στον πανικό τους.
Τους φόρτωσαν σε καμιόνια και τους μετέφεραν στον Όρχο Αυτοκινήτων στην άκρη της πόλης, που είχαν μετατρέψει σε προσωρινό χώρο κράτησης (πρόκειται για τον χώρο που καταλαμβάνει σήμερα το Στρατόπεδο Μπουγά και το απέναντι σούπερ μάρκετ). Τους διέταξαν να παραδώσουν ότι πολύτιμο είχαν μαζί τους και τους στοίβαξαν εκεί σαν σκουπίδια, με ελάχιστο φαγητό, με καμία πληροφορία, καμία επαφή με τον έξω κόσμο, κάτω από τη συνεχή απειλή των όπλων.
Δεν θα μάθουμε ποτέ τι σκέφτονταν αυτοί οι άνθρωποι, ξεριζωμένοι βίαια από τα σπίτια τους στην επί αιώνες εβραϊκή γειτονιά της πόλης, κλειδωμένοι μέρες και νύχτες μέσα στο κρύο, τον τρόμο και τον εξευτελισμό, χωρίς να μπορούν καν να φανταστούν τι τους περίμενε…Πόσο αγωνιούσαν, καθώς έφταναν τα καμιόνια φορτωμένα και με άλλους Εβραίους, Γιαννιώτες, Βολιώτες, Τρικαλινούς, Καρδιτσιώτες…Με τι κουράγιο παρηγορούσαν ο ένας τον άλλον, πώς ξεγελούσαν τα παιδιά που έκλαιγαν, πώς φρόντιζαν τους γέροντες και τους αρρώστους που βογκούσαν…
Ξέρουμε μόνο πως, δέκα μέρες μετά,2.650 ψυχές οδηγήθηκαν στον σιδηροδρομικό σταθμό και φορτώθηκαν στον συρμό, που είχε ξεκινήσει από την Αθήνα στις 2 Απριλίου. Ήταν μια θηριώδης αμαξοστοιχία, που σύρθηκε σαν αιμοβόρος δράκος, καταπίνοντας τους Εβραίους της Πάτρας, της Αθήνας, της Χαλκίδας, της Άρτας, της Πρέβεζας, τώρα τους Θεσσαλούς και τους Γιαννιώτες κι έπειτα τους Καστοριανούς και μέρος των Θεσσαλονικιών. Ήταν το μακρύτερο τραίνο θανάτου στην Ελλάδα: ογδόντα φορτηγά βαγόνια, κατασκευασμένα για μεταφορά ζώων, κατάφορτα με 5.000 Εβραίους. Με ελάχιστες στάσεις κι αυτές μόνο για να πεταχτούν έξω τα πτώματα όσων δεν άντεξαν στο ταξίδι, θα έφταναν στο Άουσβιτς στις 10 Απριλίου του ‘44. Οι περισσότεροι άφησαν εκεί την τελευταία τους πνοή.
Όταν το Άουσβιτς απελευθερώθηκε, στις 27 Ιανουαρίου του 1945, από τους 245 Εβραίους της Λάρισας, μόνο 5 ήταν ακόμη ζωντανοί. Όλοι οι υπόλοιποι, από μωρά παιδιά μέχρι σεβάσμιους γέροντες, κάπου ψηλά θα αντάμωσαν με τον λοχαγό του Αλβανικού μετώπου, Παναγιώτη Μπουγά, που σκοτώθηκε ηρωικά μαχόμενος στην Κλεισούρα, τον Ιανουάριο του ‘41. Όλοι τους θύματα μια στείρας ιδεολογίας που αιματοκύλισε την ανθρωπότητα…
Η Εβραϊκή Κοινότητα της Λάρισας, με τη συμβολή του Υπουργείου Εθνικής Άμυνας, του Δήμου και του Στρατού, θα τοποθετήσει αύριο μια αναθηματική πλάκα, στον εξωτερικό τοίχο του Στρατοπέδου Μπουγά, για να θυμίζει ότι από εκεί άρχισε η διαδρομή προς τον θάνατο εκατοντάδων αθώων θυμάτων του Ναζισμού.
Είναι η εκπλήρωση ενός ιερού χρέους απέναντι στους χαμένους προγόνους. Είναι η απόδοση σε έναν τόπο της μνήμης με την οποία είναι φορτισμένος.