Ελεύθεροι, στην πλειονότητά τους με περιοριστικούς όρους, αφέθηκαν, μετά την απολογία τους στην ανακρίτρια Σερρών, οι 8 από τους 9 συλληφθέντες για την υπόθεση της αρχαιοκαπηλίας, που εξιχνίασαν αστυνομικοί της δίωξης οργανωμένου εγκλήματος Βορείου Ελλάδος της ΕΛ.ΑΣ.
Ο τελευταίος θα απολογηθεί αύριο, ενώ την ίδια ώρα οι άλλοι 14 συλληφθέντες για την ίδια υπόθεση παραπέμφθηκαν να απολογηθούν στην γ’ ειδική ανακρίτρια Θεσσαλονίκης, ενώπιον της οποίας έδωσαν σήμερα εξηγήσεις οι πρώτοι τέσσερις και έτυχαν της ίδιας ποινικής μεταχείρισης (αφέθηκαν ελεύθεροι με περιοριστικό όρο). Η διαδικασία στη Θεσσαλονίκη θα συνεχιστεί αύριο και θα ολοκληρωθεί την Τετάρτη, όταν το κατώφλι του γραφείου της ανακρίτριας θα περάσει ένας 63χρονος, εκ των «πρωταγωνιστών» της υπόθεσης και σεσημασμένος για παρόμοια αδικήματα.
Οι 23 συνολικά κατηγορούμενοι, που διώκονται για βαριά αδικήματα και μεταξύ αυτών για εγκληματική οργάνωση, υπεξαίρεση μνημείων, παράνομη εξαγωγή πολιτιστικών αγαθών, παράνομη ανασκαφή και αρχαιολογική έρευνα, αποδοχή και διάθεση μνημείων, φαίνεται να συμμετείχαν σε τρία κυκλώματα, δύο με έδρα τις Σέρρες κι ένα με έδρα τη Θεσσαλονίκη. Σύμφωνα με τη δικογραφία, προέβαιναν σε παράνομες ανασκαφές σε διάφορους αρχαιολογικούς χώρους, ανάμεσα στους οποίους στον Τύμβο Καστά και στην ευρύτερη περιοχή της Αμφίπολης.
Μεταξύ των 8 κατηγορούμενων που κλήθηκαν να δώσουν εξηγήσεις στην ανακρίτρια Σερρών είναι υπάλληλος της Εφορείας Αρχαιοτήτων Σερρών, που φέρεται να καθοδηγούσε την εγκληματική ομάδα της οποίας κατηγορείται ότι υπήρξε “πρωταγωνιστικό” μέλος, σε στοχευμένες έρευνες και ανασκαφές. Ο συγκεκριμένος κατηγορούμενος (αφέθηκε ελεύθερος με απαγόρευση εξόδου και εμφάνιση σε αστυνομικό τμήμα) στην απολογία του φέρεται να αποδέχθηκε ότι συμμετείχε (ιδιωτικά) σε έρευνες για να εντοπίσουν λίρες και χαμένους θησαυρούς (“χρυσοθήρες”), θέση που φαίνεται να διατύπωσαν οι περισσότεροι συγκατηγορούμενοί του, αρνούμενοι τις βαρύτατες κατηγορίες που συνδέονται με την αρχαιοκαπηλία.
Την γραμμή της πλήρους άρνησης των κατηγοριών ακολούθησαν – την ίδια ώρα – οι τέσσερις πρώτοι που απολογήθηκαν στη Θεσσαλονίκη. Οι ίδιοι κατά το κατηγορητήριο, φαίνεται να είχαν περιφερειακή συμμετοχή στην φερόμενη δράση του κυκλώματος και αφέθηκαν ελεύθεροι υπό τον όρο της απαγόρευσης εξόδου από τη χώρα. Επικεφαλής της συγκεκριμένης ομάδας φαίνεται να ήταν ο 63χρονος που, κατά το κατηγορητήριο, εκμεταλλευόταν τις διασυνδέσεις του με αρχαιοκάπηλους από διάφορες περιοχές της ελληνικής επικράτειας, με σκοπό την περαιτέρω προώθηση των αρχαίων αντικειμένων, τόσο στο εσωτερικό της χώρας όσο και στο εξωτερικό.
Τα μέλη της συγκεκριμένης ομάδας για να αποφύγουν τυχόν εντοπισμό τους εφήρμοζαν τεχνικές αντιπαρακολούθησης, ενώ για τις μεταξύ τους επικοινωνίες χρησιμοποιούσαν συνθηματική και κωδικοποιημένη ορολογία, όπως ενδεικτικά «μπιχλιμπίδια» για τα αρχαία νομίσματα, «μπερεκέτια» για τα ευρήματα από ανασκαφές, «μαύρα» για χάλκινα αρχαία νομίσματα τα οποία παρουσίαζαν σημάδια διάβρωσης ή «κάτι ψιλά» αν τα αρχαία είχαν μικρή εμπορική αξία.
Συνολικά κατά τις αστυνομικές έρευνες κατασχέθηκαν – μεταξύ άλλων – μία πήλινη κεφαλή, μικρό ασημένιο άγαλμα, ένας σταυρός, 18 δαχτυλίδια, τρία βραχιόλια, 17 κοσμήματα, τρία αγαλματίδια, επιτύμβια στήλη οθωμανικής περιόδου και 27 αγγεία, χιλιάδες νομίσματα, θρησκευτικές εικόνες, δύο μονόλιμπρα εκρηκτικής ύλης ΤΝΤ (μικτού συνολικού βάρους 879 γραμμαρίων- για πρόκληση εκρήξεων ενόψει ανασκαφών), δεκάδες συσκευές εντοπισμού και ανίχνευσης μετάλλων, ένα περίστροφο κι ένα πιστόλι κρότου. Τα κατασχεθέντα αρχαία μνημεία και οι εικόνες απεστάλησαν στην αρμόδια Εφορεία Αρχαιοτήτων για φύλαξη και τελική εκτίμηση και αξιολόγηση.