Σε ανακοίνωση της ΟΛΜΕ αναφορικά με τις εξετάσεις PISA που ξεκινούν σήμερα σε σχολεία της χώρας, αναφέρονται:
“Το ΥΠΑΙΘΑ, παρά τις αντιδράσεις σύσσωμης της εκπαιδευτικής κοινότητας, προχωρά φέτος σε εξετάσεις διαγνωστικού χαρακτήρα για μαθητές/τριες, μέσω του προγράμματος PISA του ΟΟΣΑ.Οι εξετάσεις θα διεξαχθούν από τις 17 Μαρτίου έως τις 11 Απριλίου και για το διάστημα αυτό η ΟΛΜΕ κηρύσσει πανελλαδική κυλιόμενη 3ωρη στάση εργασίας.
Οι εξετάσεις αφορούν τις Φυσικές Επιστήμες, την κατανόηση κειμένου, τα μαθηματικά και το επιπλέον πεδίο «Μαθαίνοντας για έναν Ψηφιακό Κόσμο». Επίσης, η Ελλάδα θα συμμετάσχει και στη νέα έρευνα του PISA 2025 «Αξιολόγηση στην ξένη Γλώσσα». Στις εξετάσεις θα συμμετάσχουν 245 δημόσια και ιδιωτικά Γυμνάσια, Γενικά Λύκεια και Επαγγελματικά Λύκεια από όλη την Ελλάδα.
Το Υπουργείο Παιδείας δείχνει να αγνοεί ότι το πρόγραμμα αυτό έχει δεχτεί σοβαρή κριτική παγκοσμίως, με βασικά επιχειρήματα, μεταξύ άλλων, ότι η χρησιμοποίησή του ως ερευνητικού εργαλείου οδηγεί σε έναν ακραίο και αφόρητο ανταγωνισμό ανάμεσα στην εκπαιδευτική κοινότητα, αντιστρατεύεται βασικές παιδαγωγικές αρχές ενός ανθρωπιστικού σχολείου, οδηγεί σε κατηγοριοποίηση/κατάταξη (υποβάθμιση και “φτωχοποίηση”) σχολείων, μαθητών/μαθητριών αλλά και των εκπαιδευτικών, ενώ προσανατολίζει τη διδασκαλία σε προσχεδιασμένα μαθήματα και ενισχύει τον φορμαλισμό σε βάρος της κριτικής και δημιουργικής μάθησης.
Τα αποτελέσματα του διεθνούς διαγωνισμού είναι αποκαλυπτικά και μεταξύ άλλων αποδεικνύουν την άμεση σύνδεση των μαθησιακών αποτελεσμάτων με την κοινωνικο-οικονομική προέλευση των μαθητών/τριών. Η απάντηση του ΟΟΣΑ, της ΕΕ αλλά και της ελληνικής κυβέρνησης απέναντι στις ανισότητες και στην αποτύπωσή τους στα αποτελέσματα των διαγνωστικών εξετάσεων, είναι ο διαχωρισμός των μαθητών/τριών και η διοχέτευση αυτών που προέρχονται από τα πιο χαμηλά κοινωνικά στρώματα σε σχολεία υποβαθμισμένα, σχεδιασμός που προωθείται και με την εκπαιδευτική πολιτική της κυβέρνησης συνολικά. Έχει αποδειχθεί σε όλες τις χώρες που εφαρμόστηκε, ότι αυτή η τακτική λειτουργεί ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία για τους/τις μαθητές/ριες: όχι μόνο δε βοηθά στη γνωστική ανάπτυξη τους και δεν αμβλύνει τις ταξικές ανισότητες, όπως οι ίδιοι ευαγγελίζονται, αλλά τις παγιώνει και τις αναπαράγει.
Το ΥΠΑΙΘΑ συνεχίζει να επιδεικνύει την επικίνδυνη άγνοια του για επιστημονικά και παιδαγωγικά ζητήματα που αφορούν στην εκπαίδευση.
Η κυβέρνηση δεν προχώρησε ούτε σε ένα μέτρο που μπορεί πραγματικά να αναβαθμίσει το εκπαιδευτικό σύστημα της χώρας. Αιτήματα που χρόνια τώρα ο κλάδος αναδεικνύει, όπως ο αριθμός των μαθητών/τριών ανά τάξη, η κάλυψη των αναγκών με μόνιμο προσωπικό ώστε να σταματήσει η αθλιότητα της αναπλήρωσης, η κάλυψη όλων των μαθητών/τριών που έχουν ανάγκη από παράλληλη στήριξη, ψυχολόγοι και κοινωνικοί λειτουργοί καθημερινά σε όλα τα σχολεία, η κατάσταση της σχολικής στέγης και των υποδομών, αλλά και ζητήματα που έχουν να κάνουν με το ίδιο το περιεχόμενο του σχολείου, τα αναλυτικά προγράμματα και τα σχολικά βιβλία. Αντιθέτως νομοθέτησε «ρυθμίσεις» όπως οι εξετάσεις τύπου PISA, το Διεθνές Απολυτήριο, η Τράπεζα Θεμάτων και η ΕΒΕ, που αυξάνουν τις ανισότητες, αλλάζουν τη λειτουργία του δημόσιου σχολείου και το μετατρέπουν σε ένα εξεταστικό κέντρο με τον παιδαγωγικό του ρόλο εξοβελισμένο, με στόχο τον αποκλεισμό των μαθητών/μαθητριών από τη δημόσια εκπαίδευση.
Είναι προφανές ότι η κυβέρνηση δε στοχεύει ούτε στην άμβλυνση των ανισοτήτων, ούτε στην αναβάθμιση της εκπαίδευσης. Άλλη είναι η πραγματική στόχευση. Όπως μας πληροφορεί το ΙΕΠ, «Η PISA είναι πνευματικό παιδί του ΟΟΣΑ…» και συνεχίζει «…η έλλειψη ίσων ευκαιριών ειδικά για τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα δεν οφείλεται στις κοινωνικές ανισότητες αλλά στο ότι οι χαμηλού επιπέδου μαθητές δεν έχουν πρόσβαση σε σχολεία με εκπαιδευτικούς υψηλών προσόντων». Για μία ακόμα φορά η πολιτική ηγεσία του ΥΠΑΙΘ, αγνοώντας όλα τα διεθνή επιστημονικά πορίσματα καταλήγει στο «συμπέρασμα» ότι για όλα τα δεινά της εκπαίδευσης την ευθύνη φέρουν οι εκπαιδευτικοί κι όχι η άκρως αντιδημοκρατική, αντιεκπαιδευτική και ταξική πολιτική της κυβέρνησης. Το ΥΠΑΙΘΑ χαρακτηρίζει αυτές τις εξετάσεις ως βασικό πυλώνα της αξιολόγησης, της κατηγοριοποίησης δηλαδή των σχολείων, που με μαθηματική ακρίβεια οδηγεί στην υποβάθμιση, αλλά και την ιδιωτικοποίηση/ εμπορευματοποίηση των μορφωτικών δικαιωμάτων της πλειοψηφίας των μαθητών/τριών, όπως έχει ήδη αποδειχτεί στις χώρες που εφαρμόστηκε.
Οι εκπαιδευτικοί της τάξης, όλοι/ες εμείς που κρατήσαμε και κρατάμε όρθια τα σχολεία τα τελευταία χρόνια κάτω από τις πιο δύσκολες συνθήκες, γνωρίζουμε ότι η διδασκαλία δεν είναι ένα μονόπρακτο έργο που κρίνεται μέσα σε ένα δίωρο εξετάσεων με γνωστικό τεστ και ερωτηματολόγιο, με ενιαίους ισοπεδωτικούς όρους, ανεξάρτητα από την κοινωνική προέλευση, τις συνθήκες διαβίωσης, την οικογενειακή κατάσταση των μαθητών/τριών. Αξιολογούμε τους/τις μαθητές/τριές μας όχι ισοπεδωτικά, αλλά ξεχωριστά, με κάθε τρόπο: με τη συζήτηση, με δραστηριότητες ομαδικές ή ατομικές, ακόμα και με ένα γραπτό διαγώνισμα. Αν το ΥΠΑΙΘ ήθελε πράγματι να εξάγει αντικειμενικά αποτελέσματα για την εκπαιδευτική πραγματικότητα, θα αξιοποιούσε αυτά τα δεδομένα. Όμως οι στόχοι του είναι άλλοι.
Οι εκπαιδευτικοί αποτιμούμε τα αποτελέσματα, βασανίζουμε τον εαυτό μας, συζητάμε με τους/τις συναδέλφους/ισσες μας για το πώς θα γίνουμε καλύτεροι/ες στη δουλειά μας, αλλά και το πώς θα βοηθήσουμε κάθε μαθητή/τρια χωριστά με βάση και την κοινωνική του/της ένταξη. Δε δεχόμαστε οι εξετάσεις να χρησιμοποιούνται για να διαχωρίζονται οι μαθητές/τριες σε παιδιά και αποπαίδια, δε θέλουμε ένα σχολείο υποβαθμισμένο για τα παιδιά των λαϊκών οικογενειών, ένα σχολείο που θα σηκώνει τεράστια εμπόδια απέναντι σε αυτά τα παιδιά που θέλουν να σπουδάσουν. Θέλουμε ένα δημόσιο ποιοτικό και συμπεριληπτικό σχολείο που να μορφώνει ολόπλευρα όλα τα παιδιά.
Απαιτούμε από το ΥΠΑΙΘ να σταματήσει κάθε διαδικασία που σχετίζεται με τις εξετάσεις PISA. Καλούμε τις ΕΛΜΕ να καταδικάσουν αυτούς τους σχεδιασμούς, να ενημερώσουν εκπαιδευτικούς, γονείς και μαθητές/τριες για τις πραγματικές τους στοχεύσεις.
Κηρύσσουμε πανελλαδική κυλιόμενη 3ωρη στάση εργασίας από τις 17 Μαρτίου έως τις 11 Απριλίου 2025, που να καλύπτει τις ώρες διεξαγωγής των εξετάσεων και καλούμε τα μέλη μας να μην συμμετάσχουν στις διαδικασίες διεξαγωγής του προγράμματος PISA”.