Εκατομμύρια είναι οι άνθρωποι που χρησιμοποιούν καθημερινά σκευάσματα για την ανακούφιση της γαστροοισοφαγικής παλινδρόμησης. Αυτό, όμως, που πιθανότατα αγνοούν είναι η πιθανότητα να είναι «εθισμένοι» σε αυτά, με αποτέλεσμα να το συνειδητοποιούν όταν έρχεται η ώρα να διακόψουν τη χρήση τους και αφού τα συμπτώματα έχουν επιδεινωθεί.
Ειδικότερα, οι αναστολείς αντλίας πρωτονίων (PPIs) είναι από τα πιο ευρέως χρησιμοποιούμενα αντιόξινα φάρμακα στον κόσμο. Αυτές οι αγωγές μειώνουν την ποσότητα του οξέος στο στομάχι, περιορίζοντας τα οδυνηρά συμπτώματα της καούρας -συμπεριλαμβανομένου του πόνου και της δυσκολίας κατάποσης. Όταν, όμως, οι ασθενείς σταματούν να παίρνουν τα δισκία, τα οποία περιλαμβάνουν ομεπραζόλη και λανσοπραζόλη, η παλινδρόμηση επιστρέφει «ακόμη χειρότερα», σημειώνει ο γενικός ιατρός, Δρ. Ahmed Abd Elbary, ενημερώνοντας με ένα βίντεο στο Instagram.
Όπως εξήγησε, αυτό συμβαίνει επειδή το στομάχι αντιδρά στη διακοπή της φαρμακευτικής αγωγής «παράγοντας περισσότερο οξύ». Πρόσθεσε μάλιστα ότι «έχω την εντύπωση ότι χορηγείται πολύ συχνά και οι άνθρωποι δεν γνωρίζουν ότι μπορεί να προκαλέσει αυτά τα συμπτώματα».
Αναλύοντας το συγκεκριμένο φαινόμενο, αναφέρει στο βίντεο ότι: «Ας υποθέσουμε ότι αρχίζετε να παίρνετε τα φάρμακα για την καούρα ή την παλινδρόμηση. Όταν ξεκινάτε να τα διακόπτετε, το στομάχι σας αντιδρά στην πραγματικότητα με την παραγωγή περισσότερου οξέος, γεγονός που κάνει την παλινδρόμηση και την καούρα χειρότερη. Αυτό σημαίνει ότι είναι πολύ δύσκολο για εσάς να σταματήσετε την αγωγή. Το πιο περίεργο είναι ότι η ανάκαμψη είναι συχνά χειρότερη από το αρχικό σας σύμπτωμα πριν τα φάρμακα».
Για τον λόγο αυτό, προτρέπει «να μην σταματήσετε ξαφνικά ή να μην αλλάξετε κανένα από τα φάρμακά σας εάν τα παίρνετε. Μπορεί να υπάρχει λόγος για τον οποίο τα χρειάζεστε μακροπρόθεσμα. Ωστόσο, αν ανησυχείτε για τυχόν παρενέργειες ή για συμπτώματα επαναλαμβανόμενης στέρησης, φροντίστε να το αναφέρετε στο γιατρό σας». Τέλος, θεωρεί σημαντική την ενημέρωση όλων, πριν ακόμα ξεκινήσουν τα σκευάσματα.
Όσον αφορά στις γενικές συστάσεις, οι ιατροί έχουν προειδοποιήσει εδώ και καιρό ότι ενώ χάπια όπως η ομεπραζόλη και η λανσοπραζόλη μπορούν να καταπολεμήσουν γρήγορα τα συμπτώματα της παλινδρόμησης, ιδανικά θα πρέπει να χρησιμοποιούνται μόνο για ένα ή δύο μήνες.
Αν και οι μελέτες είναι λίγες, ορισμένες έχουν επίσης δείξει ότι η μακροχρόνια παραμονή στα φάρμακα μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο της οστεοπόρωσης κατά 20%. Αυτό οφείλεται στο γεγονός ότι τα φάρμακα εμποδίζουν την ικανότητα του στομάχου να απορροφήσει το ασβέστιο – ένα μέταλλο που είναι ζωτικής σημασίας για την υγεία των οστών.
Η λήψη τους για παρατεταμένες περιόδους μπορεί επίσης να οδηγήσει σε άλλες ελλείψεις θρεπτικών συστατικών, όπως η Β12, απαραίτητη για την υγεία των κυττάρων του αίματος και τη λειτουργία των νεύρων, και, σε σπανιότερες περιπτώσεις, ακόμη και σε καρκίνο του στομάχου.
Δεν είναι τα μόνα φάρμακα εθιστικά
Στο ίδιο βίντεο, ο ειδικός προειδοποιεί και για άλλα φάρμακα, που μπορεί να οδηγήσουν σε «σοβαρά συμπτώματα στέρησης». Η βενλαφαξίνη, η οποία ανήκει σε μια ομάδα αντικαταθλιπτικών που ονομάζονται αναστολείς επαναπρόσληψης σεροτονίνης και νοραδρεναλίνης (SNRIs), είναι ένα από αυτά και μάλιστα πρόκειται για «ένα από τα πιο δύσκολα για να τα κόψει κανείς», πρόσθεσε. «Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο, παρά το γεγονός ότι είναι πολύ αποτελεσματική ως θεραπεία, πολύ σπάνια χορηγείται πρώτη» συμπλήρωσε.
Επιπλέον, ο Δρ Elbary συμπλήρωσε τη λίστα με τα ηρεμιστικά φάρμακα βενζοδιαζεπίνες, γνωστές ως «βενζόλες», όπως η λοραζεπάμη ή η διαζεπάμη που «μπορεί να έχουν μερικά από τα πιο επικίνδυνα συμπτώματα στέρησης».