Της Ειρήνης Παπουτσή
ΦΩΤΟ: Δ. Καστανάρας // LarissaPress
Στην πόλη του… καφέ στέκουν αγέρωχα γράφοντας δεκαετίες τώρα τη δική τους ιστορία, πλημμυρίζοντας με μνήμες και εικόνες άλλων εποχών τη Λάρισα του σήμερα. Άνθρωποι μερακλήδες, με παράδοση στην τέχνη του καφεκόπτη, συνεχίζουν να ζουν και να αναπνέουν τα αρώματα του καφέ, με τη LarissaPress να γυρνά τον χρόνο πίσω, ξετυλίγοντας το κουβάρι της ιστορίας δύο εκ των παλαιοτέρων καφεκοπτείων της πόλης.
Από το 1947 λειτουργεί επί της Κύπρου 39 το καφεκοπτείο Τσακπίνογλου, ενώ λίγο πιο πάνω και επί της οδού Αμαλίας 4 λειτούργησε το 1962 και το καφεκοπτείο Τρυφωνίδη, που το 1970 μετακόμισε επί της Κύπρου 14. Τί άλλαξε, τί έμεινε σταθερό και αναλλοίωτο και ποια τα μυστικά για ένα καλό «κόψιμο» και ένα καλό χαρμάνι ήταν μερικά από τα ερωτήματα που θέσαμε, με τον Συμεών Τσακπίνογλου και την Ευαγγελία Τρυφωνίδη να μας υποδέχονται στον χώρο τους, για μια συζήτηση γεμάτη… αρώματα και μνήμες.
Προσφυγικές οι ρίζες και των δύο, με την οικογένεια Τσακπίνογλου να κρατά από τα Άδανα της Μ. Ασίας και την οικογένεια Τρυφωνίδη από την Καππαδοκία αντίστοιχα, με τους καφεκόπτες – συνομιλητές μας να συνεχίζουν μια παράδοση ετών, αλλά και να μοιράζονται γνώσεις και πείρα καθιστώντας το καφεκοπτείο όχι απλώς ένα ακόμη σημείο πώλησης μα και έναν τόπο συνάντησης και ανάπτυξης προσωπικής σχέσης με τον καταναλωτή, που τελικά εμπιστεύεται όχι μόνο τη γνώση και την ποιότητα των προϊόντων μα και την καθοδήγησή τους.
Στο καφεκοπτείο Τσακπίνογλου
Από το χαμηλοτάβανο πατάρι του καφεκοπτείου Τσακπίνογλου ξεκινήσαμε να ξετυλίγουμε το κουβάρι τον αναμνήσεων, με τον Συμεών Τσακπίνογλου να μας δείχνει με καμάρι την πρώτη ταμπέλα με το σήμα κατατεθέν του καταστήματος, μια καμήλα με δύο σακιά καφέ, φτιαγμένη εξ ολοκλήρου από κόκκους καφέ, βάρους 30 κιλών, ενώ λίγο πιο κει μια ζυγαριά της δεκαετίας του ’60, στέκει έτοιμη να διηγηθεί τη δική της ιστορία.
Σε εποχές μεταπολεμικές, με τις αγορές να γίνονται με το δελτίο, ο Ιωάννης Τσακπίνογλου αποφασίζει και υλοποιεί το αδιανόητο ανοίγοντας το δικό του καφεκοπτείο, με τον συνεχιστή της επιχείρησης, Συμεών Τσακπίνογλου, να εξιστορεί:
«Βρισκόμαστε στα 1947 και λίγα χρόνια μετά την επιστροφή του από το αλβανικό μέτωπο ο 30χρονος τότε πατέρας μου, Ιωάννης Τσακπίνογλου, υλοποιεί την ιδέα του ανοίγοντας επί της οδού των Εξ 39 και μετέπειτα οδό Κύπρου το πρώτο καφεκοπτείο, έχοντας προμηθευτεί νωρίτερα από την Αθήνα τον απαραίτητο εξοπλισμό. Η πρώτη μηχανή ψησίματος λειτουργεί με κάρβουνο (κοκ) και τη συνοδεύει με τον απαραίτητο μύλο κοπής αλλά και με ένα κόσκινο για το «ψιλοκόψιμο» του καφέ. Τεχνικές χρονοβόρες και δύσκολες, καθώς για να ψηθεί ο καφές η μηχανή γέμιζε με κοκ και έφτανε σε θερμοκρασίες 300 βαθμών, ενώ ακολούθως και για την κοπή του καφέ χρειαζόταν ένα 3ωρο, ώστε να απλωθεί σε σακιά και να κρυώσει», περιγράφει.
Με την πάροδο των χρόνων και γύρω στα 1962 η μηχανή ψησίματος μετατρέπεται και το κάρβουνο δίνει τη θέση του στο υγραέριο, ενώ χρονιά ορόσημο για την αγορά της Λάρισας και φυσικά για το καφεκοπτείο θεωρείται το 1971, όταν κυκλοφορούν αυτόματοι μύλοι αλέσματος του καφέ, με το παραδοσιακό κόσκινο να παίρνει επίσης τη θέση του στο ράφι της… ιστορίας και τη διαδικασία να απλουστεύεται κατά πολύ.
«Στα 16 μου χρόνια και παράλληλα με τις σπουδές μου στο Οικονομικό Γυμνάσιο επιλέγω να μάθω τη δουλειά στο πλευρό του πατέρα μου και δυο χρόνια αργότερα (1974) μια ανακαίνιση φέρνει μαζί και αλλαγές στο κατάστημα, αφού στη διάθεση των καταναλωτών βρίσκονται πλέον όχι μόνο καφέδες, μα και ξηροί καρποί, νες καφέ και ζαχαρώδη, ενώ τη δεκαετία του ’80 νέα μηχανήματα προηγμένης τεχνολογίας μπαίνουν στο καφεκοπτείο, όπου πλέον πωλούνται καφές φίλτρου και εσπρέσο», θυμάται ο κ. Τσακπίνογλου, σημειώνοντας την εμπιστοσύνη με την οποία περιβάλλουν την επιχείρηση οι Λαρισαίοι.
«Μυστικά δεν υπάρχουν ή αν θέλετε το μυστικό μας είναι ένα: ειλικρίνεια, ποιότητα στην πρώτη ύλη και αγάπη γι’ αυτό που κάνουμε», ολοκληρώνει την κουβέντα μας. Αδύνατον να του πάρεις λέξη για τις… συνταγές του.
«Οι πρώτες ύλες μας έρχονται από τη Βραζιλία, την Κολομβία και την Ινδία. Περί τις 12 διαφορετικές ποικιλίες καφέ χρησιμοποιούνται για τον παραδοσιακό ελληνικό καφέ και τα χαρμάνια μας είναι από τα καλύτερα που κυκλοφορούν στη Λαρισινή αγορά», κατάφερα να… εκμαιεύσω.
Στο καφεκοπτείο Τρυφωνίδη
Η περιπλάνηση συνεχίζεται και λίγο πιο πάνω, επί της Κύπρου 14, μας υποδέχεται το καφεκοπτείο Τρυφωνίδη, με την κόρη του Νίκου Τρυφωνίδη, Ευαγγελία, να ακολουθεί επίσης τα χνάρια του πατέρα της διατηρώντας μια επιχείρηση που λειτουργεί ανελλιπώς στη Λάρισα από το 1962.
«Προσφυγικές οι ρίζες μας, από την Καππαδοκία, με την επιχείρηση να στήνεται από τον πατέρα μου αρχικά στη Νέα Αγορά, επί της οδού Αμαλίας (1962) και λίγα χρόνια αργότερα να μετακομίζουμε επί της Κύπρου (1970), όπου και λειτουργούμε ως σήμερα», θυμάται η Ευαγγελία Τρυφωνίδη, εστιάζοντας στα δύσκολα χρόνια που προηγήθηκαν, τη μετέπειτα ανάπτυξη των καφεκοπτείων (λειτουργούσαν πλέον των 20 στη Λάρισα), την κρίση που ακολούθησε μα και τις σχέσεις εμπιστοσύνης που αναπτύχθηκαν με την πόλη και το καταναλωτικό κοινό στα 63 χρόνια λειτουργίας του καταστήματος.
«Η σχέση εμπιστοσύνης είναι βασικό ζητούμενο. Άλλωστε, τον πελάτη δεν μπορείς να τον γελάσεις. Καλής ποιότητας ποικιλίες, σωστό χαρμάνι, καλό ψήσιμο και γερές δόσεις αγάπης, αυτό είναι το μυστικό… Όσο για τον κόσμο, διακρίνει όλα τα παραπάνω και μας εμπιστεύεται χρόνια τώρα, ενώ δε διστάζει να μας ρωτήσει τρόπους για να απολαμβάνει καλύτερα τον καφέ του αλλά και για να τον διατηρεί σωστά. Ο καφές είναι “μαγείρεμα”, θέλει λοιπόν τον χρόνο του και φυσικά σωστή διατήρηση: “πάτημα” καλό σε γυάλινο ή μεταλλικό σκεύος», θα προσθέσει.
Με αρώματα και μνήμες δυνατές ολοκληρώθηκε το ρεπορτάζ: “Ένα θα σας πω, ο πατέρας μου λίγο πριν τη συνταξιοδότησή του πέρασε και φίλησε ένα προς ένα όλα τα μηχανήματα του καφεκοπτείου”, μοιράστηκε μαζί μας συγκινημένη την ανάμνηση η κ. Τρυφωνίδη και θαρρείς η εικόνα του Νίκου Τρυφωνίδη να «ξαναζωντάνεψε» πίσω από τον πάγκο και τις μηχανές του καφέ…