Των Κώστα Γκούμα – Τάσου Μπαρμπούτη
Όσο βαδίζουμε προς την κρίσιμη καλοκαιρινή περίοδο πυκνώνουν οι πρωτοβουλίες (πιο πρόσφατες [1], [2]) που αναδεικνύουν τα ιδιαίτερα οξυμένα προβλήματα στον αγροτικό τομέα (και γενικότερα στην οικονομία της περιοχής) σχετικά με τα νερά και κυρίως τις σοβαρές απειλές από την λειψυδρία και τις έντονες πλημμύρες.
Στην σημερινή μας παρέμβαση θα σταθούμε στα θέματα αυτά, με αφορμή ημερίδα (με ιδιαίτερα μαζική συμμετοχή) που διοργανώθηκε από την ΕΠΘ του ΚΚΕ [3].
Στην εκδήλωση αυτή οι ομιλητές κινήθηκαν σε συγκεκριμένο πολιτικοϊδεολογικό πλαίσιο (πχ. «Νερό: εμπόρευμα ή κοινωνικό αγαθό») αναδεικνύοντας την αντίθεσή τους σε «πολιτικές της ΕΕ και των κυβερνήσεων στη χώρα μας» (ιδιωτικοποίηση νερού, λογική «κόστους-οφέλους» στην παραγωγή έργων κλπ.).Στη βάση αυτή παρουσιάστηκαν οι διαπιστώσεις τους για την σημερινή κατάσταση στην Θεσσαλία καθώς και οι θέσεις τους για το «δέον γενέσθαι» στις παρούσες συνθήκες.
Θα σταθούμε επιλεκτικά (και όσο ο χώρος επιτρέπει) σε κάποιες από τις θέσεις που κατατέθηκαν στην ημερίδα του ΚΚΕ.
1.Βασικός στόχος τέθηκε η διατήρηση της παραγωγικής δυνατότητας στον πρωτογενή τομέα και η παραμονή των αγροτών-κτηνοτρόφων στον τόπο τους, όπως αυτό συμπυκνώνεται στο μήνυμα «συνεχίζουμε την καλλιέργεια, επιβιώνουμε και μένουμε στη γη μας». Προϋπόθεση επίτευξης του στόχου θεωρείται (μεταξύ άλλων) η απόκρουση αβάσιμων αντιλήψεων οι οποίες επιδιώκουν σταθερά τον περιορισμό των αρδευόμενων εκτάσεων στον θεσσαλικό κάμπο και ουσιαστικά την εγκατάλειψη καλλιεργειών στο όνομα της «εξοικονόμησης νερού», της προστασίας του περιβάλλοντος κοκ [4].
Στο ζήτημα αυτό, όπως επεσήμαναν οι ομιλητές, το «άλλοθι» για τους φορείς αυτών των αντιλήψεων είναι η «κλιματική κρίση» και η συνακόλουθη επιχειρηματολογία, που όμως παραγνωρίζει τις επισιτιστικές ανάγκες, τα επιβαρυμένα εμπορικά ισοζύγια από τις εισαγωγές τροφίμων, την ανάγκη επιβίωσης του αγροτικού πληθυσμού και της τοπικής οικονομίας κοκ.
2.Αναφέρθηκε πως «….στην περιοχή της Θεσσαλίας έχουμε όλες τις εδαφικές, κλιματικές, τεχνικές και επιστημονικές προϋποθέσεις, κυρίως το έμψυχο δυναμικό, για να παράγουμε σχεδόν όλα τα απαραίτητα για την κάλυψη των διατροφικών και άλλων αναγκών». Επίσης τονίστηκε πως οι λύσεις και ο προσδιορισμός των αναγκαίων έργων «… έχουν απαντηθεί και αναλυθεί πριν από δεκαετίες σε επιστημονικό επίπεδο, ενώ διαχρονικά αποτελούν και αντικείμενο διεκδίκησης των μαζικών φορέων του λαϊκού κινήματος» [5].
Μεταξύ άλλων προτείνουν τον «…εκσυγχρονισμό των αρδευτικών – υδρευτικών δικτύων και κατασκευή νέων σύγχρονων για να μειωθεί η απώλεια νερού». Επισημαίνουν επίσης πως «…καθυστερούν μια σειρά από αναγκαία έργα υποδομής για τη συγκέντρωση, τη διοχέτευση και τη σωστή κατανομή του νερού», κάνοντας ιδιαίτερη μνεία στους ταμιευτήρες «στο Μουζάκι, στην Πύλη, στην Ελασσόνα (Αγιονέρι κα), στο φράγμα της Συκιάς, στην σήραγγα μεταφοράς του Αχελώου, στον Ενιπέα Φαρσάλων κλπ.».Τα έργα αυτά θεωρούν πως είναι «…πολλαπλά χρήσιμα τόσο για την άρδευση, τον περιορισμό του υδάτινου ελλείμματος της λεκάνης απορροής του Πηνειού, την ενεργειακή αξιοποίησή τους, αλλά και την αντιπλημμυρική προστασία της περιοχής».
3.Ιδιαίτερη αναφορά υπήρξε στον «φόβο και την ανασφάλεια» που προκαλεί η σημερινή κατάσταση στους κατοίκους και στους παραγωγούς στην περιοχή μας, στο υψηλό κόστος παραγωγής καθώς και στην «συρρίκνωση της παραγωγής σε ολόκληρους κλάδους», και πως με αυτές τις πολιτικές «…η χώρα από πλεονασματική έγινε ελλειμματική σε μια σειρά από προϊόντα…».
Εύκολα γίνεται αντιληπτό πως όλα τα παραπάνω που ενδεικτικά παρουσιάσαμε βρίσκουν απόλυτα σύμφωνη την μεγάλη πλειοψηφία των θεσσαλών. Επιπλέον σε μεγάλο βαθμό ταυτίζονται με τους στόχους της Επιτροπής Διεκδίκησης-ΕΔΥΘΕ (μέσα από την οποία δραστηριοποιούνται και οι υπογράφοντες),αλλά και πολλών οργανώσεων και φορέων, με κάποιες μόνο θλιβερές εξαιρέσεις.
Έχοντας σαν σημείο αναφοράς το πρώτο Σχέδιο Υδάτων που εγκρίθηκε για τη Θεσσαλία (Σεπτέμβριος 2014) υπενθυμίζουμε πως λίγο πολύ προέβλεπε τα ίδια έργα και δράσεις που περιέχονται στην αναθεώρησή του το 2024.Και προκαλεί απογοήτευση το πόσο λίγα έγιναν αυτά τα έντεκα τελευταία χρόνια από τις κυβερνήσεις, ενώ παράλληλα σε ορισμένους τομείς (πχ. οικολογική κατάσταση ποταμών και – κυρίως-υπόγειων υδροφορέων) βρισκόμαστε σε ακόμη χειρότερη κατάσταση από το 2014 [6].
Υπενθυμίζουμε πώς η εφαρμογή του πρώτου εγκεκριμένου Σχεδίου (ΣΔΛΑΠ) συνέπεσε ουσιαστικά με την διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛΛ (πρωθυπουργός Αλ. Τσίπρας),που κινούμενη στο γνωστό μοτίβο «κατά της εκτροπής Αχελώου» εξαίρεσε από το ΣΔΛΑΠ/2017 την ενίσχυση υδατικών αποθεμάτων από τα ημιτελή έργα ταμιευτήρα Συκιάς και σήραγγας μεταφοράς υδάτων.
Ομοίως εξαίρεσε τα έργα αυτά και από τον ενεργειακό σχεδιασμό (ΕΣΕΚ/2018), παρά τις κάλπικες υποσχέσεις Τσίπρα και Φάμελλου[7] ότι θα «εξεταστεί» η ενεργειακή (υδροηλεκτρική) αξιοποίησή τους. Και αφού ακύρωσαν τα έργα Αχελώου από οποιαδήποτε πιθανή χρήση τους και αφού τα έθεσαν ακόμη και εκτός χωροταξικού σχεδιασμού (!!),αντί να προχωρήσουν (ως όφειλαν) στην κατεδάφιση του «ακυρωμένου» και πλέον «άχρηστου» τ. Συκιάς, επέλεξαν (υπουργός Χρ.Σπίρτζης) να εντάξουν στον προϋπολογισμό της χώρας την χρηματοδότηση της …..συντήρησης (!!!) των ακυρωθέντων έργων (με εργολαβία την οποία στη συνέχεια δρομολόγησε η επόμενη κυβέρνηση).
Παρά την ….φαραωνικού μεγέθους αντίφαση (εκ πρώτης όψεως), το σκεπτικό τους ήταν απλό: «Όχι» στα έργα Αχελώου προς ικανοποίηση των στελεχών τους (που επί χρόνια τα πολεμούσαν),των ενεργειακών συμφερόντων εναντίον των υδροηλεκτρικών (πχ. τα γνωστά «λόμπυ» αιολικών και φωτοβολταϊκών), των «οικολόγων», των ΜΚΟ των ευρωπαϊκών προγραμμάτων, των τοπικιστών στην Αιτωλοακαρνανία κοκ. «Όχι» όμως και στην κατεδάφιση, ώστε να μην προκαλέσουν αντιδράσεις στη Θεσσαλία, χωρίς βεβαίως να τους απασχολεί η συνεχιζόμενη επί χρόνια οικολογική καταστροφή στον μπαζωμένο ποταμό και στα υπόγεια οικοσυστήματα της Θεσσαλίας. Με απλά λόγια, μικροπολιτικοί υπολογισμοί, οικολογική και πολιτική ανευθυνότητα, μέσα όμως σε «πράσινο» περιτύλιγμα….
Στη συνέχεια περάσαμε στην κυβέρνηση Κυρ. Μητσοτάκη. Η πρώτη τετραετία χάθηκε χωρίς να υπάρξει ουσιαστική πρόοδος ούτε στην εφαρμογή του ΣΔΛΑΠ, ούτε στην υλοποίηση σημαντικών αντιπλημμυρικών έργων (παρά τις ισχυρές πλημμύρες που βιώσαμε στην περιοχή).
Σε ότι αφορά στα έργα Αχελώου η τακτική τους ήταν πανομοιότυπη με εκείνη της κυβέρνησης Τσίπρα, με μόνη διαφορά πως η αφετηρία τους, στα χαρτιά τουλάχιστον, ήταν πλέον «υπέρ» (και όχι κατά) των έργων Αχελώου. Κατά τα λοιπά καμία ουσιαστική ενέργεια διάθεσης των απαραίτητων κονδυλίων και επανεκκίνησης των έργων, ακριβώς για να μην διαταραχθούν και οι «δικές» τους αντίστοιχες ισορροπίες.
Ταυτόχρονα, τα κόμματα που προέκυψαν από την διάσπαση του ενιαίου ΣΥΡΙΖΑ, ως αντιπολίτευση πλέον, συνεχίζουν και αυτά την τακτική της σιωπής [8],βοηθώντας συνειδητά την κυβέρνηση (από κοινού με τους «σιωπηλούς» και πρώην λαλίστατους βουλευτές της ΝΔ)να παραπέμπει στο απώτερο μέλλον τις όποιες εξελίξεις στο κρίσιμο αυτό θέμα, χωρίς φυσικά να επωμίζεται σημαντικό πολιτικό κόστος.
Όλα τα παραπάνω, όπως είναι φυσικό, επαναφέρουν την συζήτηση για την αναγκαία κοινή δράση και πίεση των θεσσαλικών οργανώσεων στις κυβερνήσεις, με στόχο την υλοποίηση έργων και μέτρων που θα οδηγήσουν σε διέξοδο από την κακή κατάσταση στον τομέα των υδάτων.
Στην ημερίδα του ΚΚΕ επιβεβαιώθηκε πως τηρούν αποστάσεις από τις κοινές προσπάθειες που εκδηλώθηκαν έως σήμερα (πχ. Περιφέρεια, Επιμελητήρια, ΕΔΥΘΕ κα), ακολουθώντας στα θέματα αυτά μια αυτόνομη πορεία, στη λογική να εντάξουν τις τακτικές τους επιδιώξεις στους ιδεολογικοπολιτικούς στόχους που προαναφέραμε.
Από την πλευρά μας θεωρούμε επιβεβλημένη την κοινή δράση μέσα από ένα συμφωνημένο ελάχιστο πλαίσιο διεκδικήσεων για την υλοποίηση όσων περιέχονται στα εγκεκριμένα Σχέδια Υδάτων.
Και αυτό στις παρούσες δύσκολες συνθήκες καθίσταται αναγκαίο, ειδικά την περίοδο αυτή που η κυβέρνηση συντηρεί την στασιμότητα, ενώ ταυτόχρονα η προοπτική βιώσιμης ανάπτυξης στην Θεσσαλία δέχεται συντονισμένες επιθέσεις (πχ. προσφυγή στο ΣτΕ), είτε από ΜΜΕ μεγάλης εμβέλειας, είτε από «οικολόγους», είτε από κόμματα που συνειδητά σιγοντάρουν την κυβερνητική απραξία.
Θέλουμε να ελπίζουμε πως τελικά θα βρεθεί τρόπος ώστε η συλλογική δράση να εκδηλωθείαπό όλες τις διαθέσιμες δυνάμεις της περιοχής μας, χωρίς άλλες «απώλειες».
Στην κατεύθυνση αυτή δεσμευόμαστε να εργαστούμε στο άμεσο μέλλον.
*Γκούμας Κώστας, γεωπόνος, πρ. Δ/ντής Εγγείων Βελτιώσεων, πρ. πρόεδρος ΓΕΩΤΕΕ/Κεντρικής Ελλάδας, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ
*Μπαρμπούτης Τάσος, πολιτικός μηχανικός, μέλος ΔΣ ΕΘΕΜ, πρ. γραμματέας ΤΕΕ/ΚΔΘ, μέλος Ε.Δ.Υ.ΘΕ
ΠΑΡΑΠΟΜΠΕΣ
[1] Περιφέρεια Θεσσαλίας, Λάρισα,24 Μαρτίου, πλατιά σύσκεψη πολιτικών παραγόντων, αυτοδιοίκησης και αγροτικών οργανώσεων, δες τον παρακάτω σχετικό σύνδεσμο: https://www.thessaly.gov.gr/enimerosi/deltiotypou/46827
[2] ΤΕΕ Μαγνησίας, επιστημονική διημερίδα στο Βόλο,28-29 Μαρτίου, δες τον παρακάτω σχετικό σύνδεσμο: https://drive.google.com/drive/u/0/folders/1xX3YZCKgtGw0kgCIPST2-VudJO_BuAV-
[3] Λάρισα,6 Απριλίου (δες ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 7/4/25)
[4] Είναι χαρακτηριστικό πως στην πρόσφατη προσφυγή στο ΣτΕ εναντίον των Σχεδίων Υδάτων Θεσσαλίας, οι περισσότερες αιτιάσεις αναφέρονται στην μείωση των αρδευόμενων εκτάσεων και παράλληλα στην ακύρωση της ενίσχυσης του υδατικού δυναμικού μέσω της μεταφοράς από τον Άνω Αχελώο.
[5] Οι επεξεργασμένες αυτές επιστημονικές προτάσεις συμπεριλαμβάνονται στο εγκεκριμένο Σχέδιο Υδάτων (καλοκαίρι 2024).
[6]Τα στοιχεία των εγκεκριμένων Σχεδίων καταδεικνύουν πως στο ΥΔ Θεσσαλίας καταγράφεται ως «κακή» η κατάσταση σε σημαντικό αριθμό υδάτινων οικοσυστημάτων, ενώ παραμένει ως κύριο χαρακτηριστικό το μονίμως ελλειμματικό ετήσιο υδατικό ισοζύγιο. Το εντυπωσιακό όμως είναι πως οι ίδιες μελέτες τεκμηριώνουν επιστημονικά και αναμφισβήτητα ότι το ΣΥΣΣΩΡΕΥΜΕΝΟ επί δεκαετίες υδατικό ΕΛΛΕΙΜΜΑ μόνιμων αποθεμάτων στους υπόγειους υδροφορείς υπερβαίνει την εκπληκτική ποσότητα των 3 δισεκατομμυρίων κ.μ. νερού!
Η κατάσταση αυτή απειλεί με κατάρρευση πολλά υπόγεια οικοσυστήματα, ενώ χωρίς πρόσθετα υδατικά αποθέματα περιορίζει ασφυκτικά τις όποιες πιθανότητες επανόδου σε συνθήκες βιωσιμότητάς.
[7] Συνέντευξη Σ.Φάμελλου,ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ,11/10/2017:Απαντώντας σε ερώτημα του δημοσιογράφου Σωτήρη Ζαχαριά «τι θα απογίνουν τα ημιτελή έργα;» απάντησε πώς «…πρέπει να διερευνηθούν οι δυνατότητες υδροηλεκτρικής παραγωγής…».Ο ίδιος όμως, από κοινού με τον Γ.Σταθάκη, κατά την παρουσίαση του ΕΣΕΚ μερικούς μήνες αργότερα, δήλωσε πως η Συκιά «δεν προβλέπεται» στον ενεργειακό σχεδιασμό! Και όλα αυτά ερήμην της Θεσσαλίας της οποίας οι φορείς απλώς ενημερώθηκαν από το site του Υπουργείου και τις εφημερίδες….
[8] Ας σημειωθεί πάντως πως πολλά και επώνυμα τοπικά στελέχη των κομμάτων του πρώην ενιαίου ΣΥΡΙΖΑ ασφυκτιούν από την πολιτική της «σιωπής» που επιβάλλεται από τα κεντρικά τους επιτελεία. Ζητούν και αυτοί την εφαρμογή των εγκεκριμένων Σχεδίων καθώς και μια καθαρή θέση επί του μοναδικού επίδικου θέματος που έως σήμερα παραμένει αναπάντητο, δηλαδή τι προτείνουν τα κόμματά τους για τα εγκαταλειμμένα έργα: ολοκλήρωση και λειτουργία ή κατεδάφιση και αποκατάσταση του «μπαζωμένου» ποταμού. Δυστυχώς όμως, και τα τοπικά στελέχη, δεν έχουν επιδείξει έως σήμερα το απαραίτητο πολιτικό θάρρος να επιβάλλουν στον τόπο τους αυτά που απαιτούν οι περιστάσεις και δημόσια να διεκδικήσουν (από κοινού με άλλους φορείς) την υπέρβαση της απραξίας και της στασιμότητας.