Πιο κοντά στην κατάργηση ή στη γενναία μείωση του ΕΝΦΙΑ φέρνει η υπεραπόδοση του φετινού προϋπολογισμού, με το οικονομικό επιτελείο να ξεκινά από θέση ισχύος τη δημοσιονομική μάχη για το 2025. Σύμφωνα με τις πρώτες προβολές του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους, το πρωτογενές πλεόνασμα εκτιμάται ότι θα φτάσει το 3% του ΑΕΠ – κατά 0,6 ποσοστιαίες μονάδες υψηλότερο από τον στόχο του 2,4% που έχει τεθεί στο Μεσοπρόθεσμο Δημοσιονομικό Πλαίσιο 2025–2028.
Η υπεραπόδοση δημιουργεί ένα πρόσθετο «μαξιλάρι» άνω του 1 δισ. ευρώ, το οποίο «λύνει τα χέρια» στην κυβέρνηση και ανοίγει «παράθυρο» για πρόσθετες φοροελαφρύνσεις και παροχές από το 2026 καθώς όπως επισημαίνουν αρμόδιες πηγές με αυτά τα δεδομένα η Ελλάδα αποκτά περιθώριο να κινηθεί πάνω και από το «ατσάλινο πλαφόν» του 3,6% στις πρωτογενείς δαπάνες, χωρίς να διακυβεύεται η δημοσιονομική σταθερότητα.
Κάτι ανάλογο συνέβη και το 2024, όταν η εντυπωσιακή υπεραπόδοση των φορολογικών εσόδων οδήγησε – σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat – σε πρωτογενές πλεόνασμα ρεκόρ 4,8% του ΑΕΠ, έναντι αρχικού στόχου μόλις 2,5%. Η επίδοση αυτή έδωσε τη δυνατότητα στην κυβέρνηση να εξασφαλίσει το «πράσινο φως» από τις Βρυξέλλες για την υιοθέτηση ενός νέου πακέτου μόνιμων μέτρων, με αποδέκτες συνταξιούχους και ενοικιαστές.
Στην κυβέρνηση εκτιμούν ότι το φετινό πακέτο μέτρων που θα ανακοινώσει ο πρωθυπουργός στη ΔΕΘ θα είναι μεγαλύτερο από το περσινό, με κεντρικές προτάσεις τη μείωση φορολογικών συντελεστών – κυρίως για τη μεσαία τάξη –, την αναμόρφωση των τεκμηρίων διαβίωσης και την μείωση ή ακόμη και την κατάργηση του ΕΝΦΙΑ -ενός φόρου με ισχυρό δημοσιονομικό αποτύπωμα καθώς οι ετήσιες εισπράξεις φθάνουν τα 2,3 δισ. ευρώ. Στο τραπέζι βρίσκεται επίσης η κατάργηση της προσωπικής διαφοράς για παλαιούς συνταξιούχους.
Οι τελικές αποφάσεις θα ληφθούν κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή, ανάλογα με τον ακριβή δημοσιονομικό χώρο που θα αποτυπωθεί στις αρχές Σεπτεμβρίου. Καθοριστικοί παράγοντες είναι η εκτέλεση του προϋπολογισμού και η εξέλιξη των διαπραγματεύσεων σε ευρωπαϊκό επίπεδο για τη ρήτρα διαφυγής στις αμυντικές δαπάνες, όπου η Ελλάδα επιδιώκει την εξαίρεση κονδυλίων όπως τα 900 εκατ. ευρώ που έχουν εγγραφεί για την παραλαβή φρεγάτας τύπου Belharra.
Τα πρώτα δημοσιονομικά στοιχεία δημιουργούν συγκρατημένη αισιοδοξία. Στο πρώτο τρίμηνο του έτους, το πρωτογενές πλεόνασμα ανήλθε στα 4,5 δισ. ευρώ – πενταπλάσιο του στόχου των 616 εκατ. ευρώ – χάρη στη αυξημένα έσοδα από την βελτίωση της φορολογικής συμμόρφωσης, την αύξηση της οικονομικής δραστηριότητας και της μεγάλης ακρίβειας στα προϊόντα και τις υπηρεσίες που εκτίναξαν τις εισπράξεις από τον ΦΠΑ, επιβαρύνοντας ταυτόχρονα τα νοικοκυριά.
Είναι χαρακτηριστικό ότι τα φορολογικά έσοδα ξεπέρασαν τον στόχο κατά 1,8 δισ. ευρώ, φτάνοντας τα 16,9 δισ. ευρώ στο πρώτο τρίμηνο. Η θετική τάση συνεχίστηκε και τον Απρίλιο, κυρίως λόγω της αυξημένης κατανάλωσης κατά την πασχαλινή περίοδο και της εκτεταμένης χρήσης των ηλεκτρονικών πληρωμών στην αγορά. Για τον Απρίλιο, ο εισπρακτικός στόχος του προϋπολογισμού έχει τεθεί στα 5,6 δισ. ευρώ – ποσό που εκτιμάται πως θα ξεπεραστεί, ενισχύοντας περαιτέρω την εικόνα υπεραπόδοσης.
Με αυτά τα δεδομένα, ο στόχος για φορολογικά έσοδα ύψους 30 δισ. ευρώ στο πρώτο εξάμηνο του 2024 κρίνεται ρεαλιστικός και εκτιμάται ότι θα ξεπεραστεί. Αν δεν υπάρξουν μεγάλες ανατροπές στο παγκόσμιο οικονομικό στερέωμα από τον εμπορικό πόλεμο της Ουάσιγκτον, οι οποίες έμμεσα θα «χτυπήσουν» και την ελληνική οικονομία, αντίστοιχη υπερκάλυψη διαφαίνεται και στο δεύτερο εξάμηνο του έτους, όπου η πρόβλεψη για εισπράξεις ανέρχεται στα 39,5 δισ. ευρώ. Συνολικά, για το 2025, τα δημόσια έσοδα αναμένεται να φτάσουν τα 69,5 δισ. ευρώ, αυξημένα κατά 2,49 δισ. ευρώ σε σχέση με το 2024.
Καθοριστικός παράγοντας για την επίτευξη των προβλέψεων θα είναι η οικονομική ανάπτυξη, η οποία τοποθετείται στο 2,3%, με βασικές κινητήριες δυνάμεις την αύξηση του διαθέσιμου εισοδήματος, την άνοδο των επενδύσεων και την ενίσχυση της κατανάλωσης. Ένα πρώτο στίγμα για την πορεία του ΑΕΠ στο πρώτο φετινό τρίμηνο θα εκπέμψει η ΕΛΣΤΑΤ στις 6 Ιουνίου.